Απορρίφθηκε προσφυγή δασκάλας με δοκιμασία, κατά της ΕΕΥ για τερματισμό της απασχόλησης της


Το Διοικητικό Δικαστήριο απέρριψε προσφυγή της υπό δοκιμασία δασκάλας ΔΚ για την απόφαση της να τερματίσει τις υπηρεσίες της λόγω μη ικανοποιητικής» εκτέλεσης των καθηκόντων της, ύπαρξης σοβαρών αδυναμιών, ακόμα και μετά την εφαρμογή του προγράμματος στήριξής της.

Ακολουθεί αυτούσια η ενδιαφέρουσα απόφαση:  

ΓΑΒΡΙΗΛ, Δ.Δ.Δ.: Με την προσφυγή της η αιτήτρια αξιώνει από το Δικαστήριο θεραπεία, ως ακολούθως:-

«Δήλωση και/ή διάταγμα του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 27.09.2019 για τερματισμό της απασχόλησης της αιτήτριας από 30/09/2019 είναι άκυρη, παράνομη και στερείται νομικής ισχύος και/ή οποιουδήποτε εννόμου συμφέροντος.»

Κατά διάφορες χρονικές περιόδους από το 2006, η αιτήτρια είχε διοριστεί για άσκηση καθηκόντων Δασκάλου, ως αντικαταστάτρια, σε Σχολεία Δημοτικής Εκπαίδευσης στην Κύπρο. Ακολούθως, διορίστηκε με σύμβαση για άσκηση των καθηκόντων της, μέχρι και τον Αύγουστο του 2016. Από την 1.9.2016 διορίστηκε με δοκιμασία στη μόνιμη θέση Δασκάλου Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης.

Στην πρώτη εξαμηνιαία της έκθεση για τη χρονική περίοδο από 1.9.2016 - 28.2.2017 η αιτήτρια αξιολογήθηκε από την οικεία Επιθεωρήτρια, κατά τρόπο «μη ικανοποιητικό». Όπως αναφέρθηκε, στην εν λόγω έκθεση ημερομηνίας 28.2.2017:-

«Κατέχει πολύ καλά την αγγλική γλώσσα. Για τον λόγο αυτό και ως συνέχεια της διαγνωσθείσας ανάγκης να τύχει στήριξης, όσον αφορά στη διδακτική επάρκειά της, διδάσκει το μάθημα των Αγγλικών και παρέχει ενισχυτική διδασκαλία σε αγγλόγλωσσους μαθητές/τριες. Εντούτοις, και παρά τη στοχευμένη εκπαιδευτική καθοδήγηση που μεθοδικά τυγχάνει, παρατηρείται ότι δεν είναι ακόμα σε θέση να λάβει υπόψη, στον αναμενόμενο βαθμό, τα αναπτυξιακά χαρακτηριστικά και ανάγκες των μαθητών/τριών της, κατά τον σχεδιασμό και την οργάνωση της διδασκαλίας. Αναλυτικότερα, η διδασκαλία της, η οποία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως υποτονική, παρουσιάζει περιορισμένη συνοχή και ευθυγράμμιση σε σύστοιχους προς αυτήν στόχους. Επιπλέον, παρουσιάζει ασάφεια, γεγονός που την καθιστά αναποτελεσματική. Αναποτελεσματική είναι και η εκ μέρους της διαχείριση της τάξης [.]. Η συμμετοχή της στο έργο της σχολικής μονάδας είναι περιορισμένη [.]. Επίσης, αν και δεκτική σε εισηγήσεις, δυσκολεύεται πολύ στην εφαρμογή τους, στο επίπεδο της σχολικής τάξης - πράξης [.].»

Στη δεύτερη εξαμηνιαία της έκθεση για τη χρονική περίοδο από 1.3.2017 - 31.8.2017 η αιτήτρια αξιολογήθηκε από την οικεία Επιθεωρήτρια, κατά τρόπο «μη ικανοποιητικό». Όμοια υπήρξε και η αξιολόγησή της στην τρίτη εξαμηνιαία έκθεση για τη χρονική περίοδο από 1.9.2017 - 28.2.2018 από τον οικείο Επιθεωρητή, όπως και η τέταρτη, για τη χρονική περίοδο από 1.3.2018 - 31.8.2018.

Στις 28.9.2018, η Διεύθυνση Δημοτικής Εκπαίδευσης, υπέβαλε προς την Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, εισήγηση για παράταση της επί δοκιμασία περιόδου, με αναφορά στις τέσσερεις «μη ικανοποιητικές» αξιολογήσεις της και στο γεγονός ότι κρίνεται ακατάλληλη για επικύρωση του διορισμού της. Στην εν λόγω επιστολή γίνεται αναφορά και στο πρόγραμμα στήριξης το οποίο εφαρμόστηκε, για την περίπτωσή της.

Η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 3.10.2018, αποφάσισε με βάση το άρθρο 30(1) του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου, Ν. 10/69, ως αυτός έχει τροποποιηθεί, την παράταση της περιόδου δοκιμασίας του διορισμού της, μέχρι τις 28.2.2019, λόγω «μη ικανοποιητικής» εκτέλεσης των καθηκόντων της. Η εν λόγω απόφαση της Επιτροπής για παράταση της περιόδου δοκιμασίας, γνωστοποιήθηκε προς την αιτήτρια με την επιστολή ημερομηνίας 3.10.2018.

Η αξιολόγηση της αιτήτριας για την περίοδο από 1.9.2018 - 28.2.2019, ήταν και πάλιν «μη ικανοποιητική» και περιείχε εισήγηση περί ακαταλληλότητας της για επικύρωση του διορισμού της. Η εισήγηση που υπεβλήθη από τη Διεύθυνση Δημοτικής Εκπαίδευσης προς την Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ημερομηνίας 27.3.2019, ήταν για τερματισμό του επί δοκιμασία διορισμού της, λόγω ύπαρξης σοβαρών αδυναμιών, ακόμα και μετά την εφαρμογή του προγράμματος στήριξής της.

Κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 29.3.2019, η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας αποφάσισε πως δε θα εξετάσει θέμα τερματισμού του επί δοκιμασία διορισμού της και παρέτεινε την περίοδο δοκιμασίας της, μέχρι τις 31.8.2019. Η αιτήτρια ενημερώθηκε για την εν λόγω απόφαση της Επιτροπής, με επιστολή ημερομηνίας 4.4.2019.

Η έκτη αξιολόγηση της αιτήτριας αφορούσε την περίοδο από 1.3.2019 - 31.8.2019. Κρίθηκε και πάλιν κατά τρόπο «μη ικανοποιητικό» από δύο Επιθεωρητές Δημοτικής Εκπαίδευσης και υπεβλήθη εισήγηση περί ακαταλληλότητας της προς επικύρωση του διορισμού της. Αναφέρθηκε πως:-

«[.] κρίνεται ιδιαίτερα ανεπαρκής για το επάγγελμα της εκπαιδευτικού, καθώς όπως έχει καταγραφεί παρατηρήθηκε ανεπάρκεια, πλημμέλεια και πλήρης αδυναμία να ανταποκριθεί στα καθήκοντά της. Εισηγούμαστε τον άμεσο τερματισμό των υπηρεσιών της».

Αυτή η εισήγηση υπεβλήθη από την αρμόδια αρχή προς την Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, δια της επιστολής ημερομηνίας 1.8.2019. Κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 5.9.2019, η Επιτροπή αποφάσισε όπως καλέσει την αιτήτρια ενώπιον της, στις 17.9.2019, προκειμένου να υποβάλει τυχόν παραστάσεις της σε σχέση με τον υπό δοκιμασία διορισμό της. Κατόπιν αναβολής που ζητήθηκε εκ μέρους της αιτήτριας, η συνεδρία μεταφέρθηκε στις 20.9.2019, ημερομηνία κατά την οποία παρουσιάστηκε η αιτήτρια μαζί με το δικηγόρο της και η συζήτηση ορίστηκε ξανά σε νέα ημερομηνία, κατόπιν αιτήματός τους.

Η Επιτροπή, κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 26.9.2019,  άκουσε την αιτήτρια και το δικηγόρο της, κατά την οποία αποφάσισε και απέρριψε δύο «προδικαστικά ζητήματα», όπως τα χαρακτήρισε ο δικηγόρος της, σε σχέση με την παράβαση του δικαιώματος ακρόασης για τις δυσμενείς υπηρεσιακές εκθέσεις που συντάχθηκαν, όπως και για την κατ' ισχυρισμό παράλειψη σύνταξης συνήθους εκθέσεως.

Στην καταληκτική συνεδρία ημερομηνίας 27.9.2019, η Επιτροπή αφού αναφέρθηκε σε όλες τις αξιολογήσεις που έτυχε η αιτήτρια, στην παρακολούθηση του προγράμματος στήριξης και στη μη ένδειξη βελτίωσης, κατέληξε πως ο διορισμός της στη θέση Δασκάλου από 1.9.2016, θα πρέπει να τερματιστεί από 30.9.2019, στη βάση του άρθρου 30(3) του Νόμου, αφού όπως αναφέρθηκε:-

«[.] παρά τη στοχευμένη εκπαιδευτική και παιδαγωγική καθοδήγηση της οποίας έτυχε, τόσο κατά τη διετή περίοδο του μόνιμου διορισμού της, καθώς και κατά την παράταση του εν λόγω διορισμού (παράταση η οποία δόθηκε δύο φορές από την Επιτροπή) η Κουζαπά απέτυχε να επιδείξει παρά μόνο ελάχιστη έως μηδαμινή βελτίωση».

Η αιτήτρια προβάλλει δια του ευπαιδεύτου συνηγόρου της πως σύμφωνα με το άρθρο 30(2) του Ν. 10/69 ως έχει τροποποιηθεί, οι καθ΄ ων η αίτηση, όφειλαν σε κάθε παράταση της περιόδου δοκιμασίας της, να της δίδεται το δικαίωμα ακρόασης, αφού κάθε τέτοια απόφαση ήτο δυσμενούς φύσεως. Διατείνεται πως κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 36(4) του Νόμου, οι καθ' ων η αίτηση δεν της έδωσαν το δικαίωμα να ακουστεί, προτού συνταχθεί γι' αυτήν δυσμενής υπηρεσιακή έκθεση.

Τρίτος ισχυρισμός που προωθείται από την αιτήτρια, άπτεται άνισης μεταχείρισης, αφού κατά τις θέσεις της, όλες οι αξιολογήσεις της, συμπεριλαμβανομένης και της τελικής, λήφθηκαν μόνον από το ένα σχολείο στο οποίο εργαζόταν, ήτοι από το Δημοτικό Σχολείο Προδρόμου στο οποίο εργαζόταν κατά 11 περιόδους, ενώ δεν λήφθηκε καμία αξιολόγηση της αιτήτριας από το Δημοτικό Σχολείο Εθνάρχη Μακαρίου Γ' στο οποίο εργαζόταν κατά 6 περιόδους.

Με τον τέταρτο λόγο ακύρωσης, διατείνεται πως κατά παράβαση του άρθρου 36Α(2)(β) του Νόμου, δεν έχει συνταχθεί για την ίδια συνήθης Έκθεση Τύπου Β, ενώ κατά τις θέσεις της, δεν έχει η ίδια ενταχθεί σε πρόγραμμα στήριξης, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 30Α του Νόμου, ενώ προβάλλει ισχυρισμούς περί παράβασης της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης.

Αντίθετοι είναι οι ισχυρισμοί της ευπαιδεύτου συνηγόρου της Δημοκρατίας, η οποία απορρίπτοντας τις θέσεις της αιτήτριας,  απάντησε ένα προς ένα τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς, παραπέμποντας το Δικαστήριο σε συγκεκριμένες πρόνοιες, τόσο της πρωτογενούς νομοθεσίας, όσο και της δευτερογενούς, προς υποστήριξη των θέσεων της.

Έχω μελετήσει τα ενώπιον μου δεδομένα, υπό το φως τόσο των νομοθετικών διατάξεων, όσο και στη βάση του περιεχομένου των διοικητικών φακέλων που κατατέθηκαν στη διαδικασία ως Τεκμήρια 1-4.

Η αιτήτρια, είχε διοριστεί με δοκιμασία στη μόνιμη θέση Δασκάλου, σε σχολεία Δημοτικής Εκπαίδευσης, την 1.9.2016. Οι νομοθετικές διατάξεις που αφορούν τον υπό δοκιμασία διορισμό εκπαιδευτικών λειτουργών, περιέχονται στις διατάξεις των άρθρων 30 και 30Α του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου του 1969, Ν. 10/69, ως αυτός έχει τροποποιηθεί.

Όπως προνοείται στις διατάξεις του άρθρου 30(1) του Νόμου, τέτοιος διορισμός γίνεται επί δοκιμασία για περίοδο δύο ετών, ενώ στο εδάφιο (2) αναφέρεται η δυνατότητα της Επιτροπής να τερματίσει τον υπό δοκιμασία διορισμό, αφού προηγουμένως δοθεί στον εκπαιδευτικό λειτουργό ειδοποίηση για πρόθεση τερματισμού, προκειμένου να προβεί ο λειτουργός σε παραστάσεις. Μετά τη λήψη και εξέταση των παραστάσεων αυτών, η Επιτροπή μπορεί: είτε να παρατείνει την περίοδο δοκιμασίας όχι πέραν των δύο ετών, είτε να τερματίσει τον διορισμό.

Υπό το φως των διατάξεων του άρθρου 30 του Νόμου, προκύπτει πως ο λειτουργός καλείται να προβεί σε παρατάσεις, μόνον εφόσον του επιδοθεί ειδοποίηση για πρόθεση τερματισμού του υπό δοκιμασία διορισμού του. Η πρώτη φορά που η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας εξέφρασε πρόθεση εξέτασης τερματισμού του υπό δοκιμασία διορισμού της αιτήτριας, ήταν κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 5.9.2019, για την οποία πρόθεση, η αιτήτρια κλήθηκε σε παραστάσεις.

Αντίθετα, στις συνεδρίες της ημερομηνίας 3.10.2018 και 29.3.2019, η Επιτροπή δεν εξέτασε ζήτημα πρόθεσης τερματισμού των υπηρεσιών της, έτσι ώστε να κληθεί προς υποβολή παραστάσεων. Στη βάση των πιο πάνω, ο ισχυρισμός της αιτήτριας απορρίπτεται ως αβάσιμος. Η Επιτροπή έδρασε εντός των προνοιών του άρθρου 30(2) Νόμου, αφού έδωσε το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων, στην περίπτωση που εξέταζε πρόθεση τερματισμού του υπό δοκιμασία διορισμού της.

Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, δεν τέθηκε τέτοιο ζήτημα, αντιθέτως, δόθηκε παράταση της περιόδου δοκιμασίας, παράταση που γνωστοποιήθηκε στην ίδια την αιτήτρια, με επιστολές ημερομηνίας 3.10.2018 και 4.4.2019 για κάθε έκαστη περίοδο. Και όπως πολύ ορθά ισχυρίζεται η Δημοκρατία, η αιτήτρια ουδόλως αντέδρασε, κατά εκείνο τον ουσιώδη χρόνο, στην απόφαση της Επιτροπής να παραταθεί η περίοδος δοκιμασίας της, γεγονός που της αποδίδει και αποδοχή.

Η αιτήτρια δεν έχει δίκαιο ούτε στις θέσεις που προωθεί, περί παράβασης του δικαιώματος ακρόασης, προτού συνταχθεί γι' αυτήν, δυσμενής υπηρεσιακή έκθεση. Η παραπομπή που γίνεται από αυτήν στις διατάξεις του άρθρου 36(4) του Νόμου, προς ενίσχυση των θέσεων της, είναι άστοχη. Για εκπαιδευτικούς λειτουργούς που τελούν υπό δοκιμασία, δεν συντάσσονται δυσμενείς υπηρεσιακές εκθέσεις, αλλά καταρτίζονται οι εξαμηνιαίες υπηρεσιακές εκθέσεις που προνοούνται στις διατάξεις του άρθρου 36(2) του Νόμου, στις οποίες περιέχεται ο τρόπος εκτέλεσης του έργου του λειτουργού, κατά τρόπο «ικανοποιητικό» ή «μη ικανοποιητικό», σε συνάρτηση με τελική έκθεση που υποβάλλεται ένα μήνα πριν τη λήξη της περιόδου δοκιμασίας, στην οποία και περιλαμβάνεται οριστική σύσταση / εισήγηση για καταλληλότητα ή μη, προς επικύρωση του διορισμού.

Από το περιεχόμενο των διατάξεων του άρθρου 36, προκύπτει πως το μόνο εδάφιο που αναφέρεται στις περιπτώσεις εκπαιδευτικών λειτουργών υπό δοκιμασία, είναι το εδάφιο (2) αυτού, στο οποίο περιέχεται ρητή παραπομπή στις διατάξεις των άρθρων 30 και 30Α και ρητή αναφορά σε εκπαιδευτικό λειτουργού που υπηρετεί υπό δοκιμασία. Τα όσα αναφέρονται στις διατάξεις του εδαφίου (4) δεν αφορούν τους εκπαιδευτικούς λειτουργούς που τελούν υπό δοκιμασία, αλλά τους μόνιμους εκπαιδευτικούς λειτουργούς. Ο ισχυρισμός συνεπώς, απορρίπτεται.

Απορριπτέος κρίνεται και ο προβληθείς ισχυρισμός πως για τις αξιολογήσεις της αιτήτριας, δεν λήφθηκαν υπόψη οι αξιολογήσεις και του δεύτερου σχολείου στο οποίο εργαζόταν κατά 6 περιόδους, παρά μόνον του πρώτου σχολείου που εργαζόταν 11 περιόδους. Σε συμφωνία με τις υποδείξεις της ευπαιδεύτου συνηγόρου της Δημοκρατίας, ως ορίζεται στον Κανονισμό 24(6) των περί Λειτουργίας των Δημόσιων Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης Κανονισμών του 2008, οι δάσκαλοι που εργάζονται σε δύο ή περισσότερα σχολεία, ανήκουν υπηρεσιακά στο σχολείο εκείνο που εργάζονται τον περισσότερο χρόνο.

Ο τέταρτος ισχυρισμός που προώθησε η αιτήτρια, περί παράβασης των διατάξεων του άρθρου 36Α(2)(β) του Νόμου, ήτοι πως δεν έχει συνταχθεί για την ίδια συνήθης Έκθεση Τύπου Β, καταρρίπτεται από τον ίδιο τον πλαγιότιτλο του άρθρου, αφού οι πρόνοιες του άρθρου αυτού, εφαρμόζονται στις περιπτώσεις αξιολογήσεων εκπαιδευτικών που δεν εκτελούν διδακτικά καθήκοντα σε σχολεία. Δεν ισχύουν τα εκεί οριζόμενα για την περίπτωση της αιτήτριας.

Ο δικηγόρος της αιτήτριας, υποστήριξε τέλος, πως η ίδια δεν εντάχθηκε σε πρόγραμμα στήριξης, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 30Α του Νόμου. Θα αναμενόταν, βεβαίως, από τον ευπαίδευτο συνήγορο της αιτήτριας, να προηγηθεί επιθεώρηση των διοικητικών φακέλων, προτού προβληθούν ισχυρισμοί που δεν μπορούν να υποστηριχθούν από το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων.

Μόνο από το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 4, καταρρίπτεται και αυτός ο ισχυρισμός της αιτήτριας. Η αιτήτρια δια της επιστολής ημερομηνίας 23.3.2018 (κυανούν 8(β) Τεκμήριο 4) ενημερώθηκε από τη Γενική Επιθεωρήτρια Δημοτικής Εκπαίδευσης, ως προς την ένταξή της σε πρόγραμμα στήριξης, με σκοπό την υπέρβαση των δυσκολιών και αδυναμιών που αυτή αντιμετώπιζε. Η αιτήτρια εκδήλωσε, εις απάντηση, με επιστολή της ημερομηνίας 30.4.2018 (κυανούν 8(α)) την επιθυμία της προς συνεργασία, ενώ στα κυανά 74 - 12 του Τεκμηρίου 4, περιέχονται και οι εκθέσεις αξιολόγησης σε σχέση με το πρόγραμμα στήριξης.

Υπενθυμίζεται πως, το έργο της αξιολόγησης και εκτίμησης των πραγματικών περιστατικών, όπως εν προκειμένω της εκτέλεσης των καθηκόντων της αιτήτριας, κατά μη ικανοποιητικό τρόπο, αποτελεί κατ' εξοχήν έργο της διοίκησης και όχι του Δικαστηρίου, το οποίο και επεμβαίνει μόνο όταν η διοίκηση έχει υπερβεί τα ακραία όρια της διακριτικής της ευχέρειας ή όταν συντρέχει περίπτωση πλάνης περί τα πράγματα ή το Νόμο, που για τους λόγους που έχω αναφέρει ανωτέρω, κρίνεται ότι δεν είναι η περίπτωση.

Κρίνω πως στην προκειμένη περίπτωση, η Επιτροπή έδωσε πλήρη και σαφή αιτιολογία ως προς τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, κατά τρόπο που ο δικαστικός έλεγχος καθίσταται, κάτω από τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά και τη φύση της υπόθεσης, καθόλα εφικτός. Δεν έχω εντοπίσει υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής ευχέρειας της Διοίκησης ή περίπτωση πλάνης περί τα πράγματα και συνεπώς, δεν παρέχεται πεδίο επέμβασης του Δικαστηρίου.

Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, σύμφωνα με το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος. Επιδικάζονται €1.900 έξοδα, εναντίον της αιτήτριας και υπέρ των καθ' ων η αίτηση.

          Γαβριήλ, Δ.Δ.Δ.

 




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










2703