Ο Δρ Βάσος Καραγιώργης και το Ίδρυμα Πιερίδη


ΤΗΣ ΔΡΟΣ ΤΩΝΙΑΣ ΛΟΪΖΟΥ*

To 1983, πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, αναζήτησα εργασία στη Λάρνακα και η τύχη με έφερε στο Μουσείο του Ιδρύματος Πιερίδη. Θυμάμαι,  με καλοδέχτηκαν η οικοδέσποινα  Θεοδώρα Πιερίδου και η  Κατίνα Φοινιέως, κουνιάδα της Θεοδώρας και αδελφή του Γεώργιου Πολ. Γεωργίου. Πανευτυχής που γνώριζα την αδελφή του  ζωγράφου Γεωργίου, τον οποίο ξεκίνησα να μελετώ για το διδακτορικό μου αλλά διπλά ενθουσιασμένη για την γνωριμία  μου με την κ. Θεοδώρα Πιερίδου, την ευφυέστατη δέσποινα με το εκλεπτυσμένο χιούμορ και την ιδιαίτερη γοητεία.

Αν και ξεκίνησα δοκιμαστικά, παρέμεινα στο Μουσείο για 8 ολόκληρα χρόνια. Είχα επίσης  άριστη συνεργασία με όλα τα μέλη του Ιδρύματος Πιερίδη, τον  Δρα  Δημήτρη Πιερίδη, τον Κωνσταντίνο Κακούλα, τον  Ιάκωβο Κυθρεώτη, τον  Αντωνάκη Χατζηπαναγή, τον Δήμαρχο της Λάρνακας , Γεώργιο Χριστοδουλίδη και  τον Αντιπρόεδρο Δρα Βάσο Καραγιώργη.

 Ο πρόσφατα εκλιπών  Δρ Βάσος Καραγιώργης, είχε  μακρά  φιλία με την οικογένεια Πιερίδη, αυτό όμως που τους συνέδεε περισσότερο ήταν η αγάπη  για την Κύπρο και την Αρχαιολογία. Επόμενο ήταν  να  ενώσουν δυνάμεις και να δημιουργήσουν μια εξαιρετική συλλογή, η οποία εμπλουτιζόταν συνεχώς χάρις στις προσπάθειες του Δρα Δημήτρη Πιερίδη,  ο οποίος προστάτευσε  και επαναπάτρισε χιλιάδες  αρχαιότητες.

Η οικογένεια Πιερίδη -Το Ιστορικό της Συλλογής –  Το Μουσείο Πιερίδη

Η αρχαιολογική  συλλογή με την μακραίωνη παράδοση και τις ρίζες στον χρόνο, ξεκίνησε νωρίς όπως και η ιστορία της Οικογένειας. Η ζακυνθινής καταγωγής  οικογένεια, εγκαταστάθηκε στη Λάρνακα το 1753, όταν με διάταγμα του Δόγη της Βενετίας, στην οποία υπάγονταν τα Ιόνια νησιά, οι Pietro και Demetrio Pieraki, διορίστηκαν δραγομάνοι και Πρόξενοι της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας στην Κύπρο. Έκτοτε 11 γενιές διαμένουν στη Λάρνακα, στο αρχοντικό αποικιακού ρυθμού της οδού Ζήνωνος Κιτιέως.

 Ο γνωστός λόγιος της εποχής Δημήτριος Πιερίδης (1811 -1895), Πρόξενος της Μ. Βρετανίας, γιος του καρατομηθέντα από τους Οθωμανούς  Πιεράκη, την 10η Ιουλίου 1821, ξεκίνησε να συλλέγει συστηματικά αρχαιότητες. Τον ακολούθησαν πέντε γενιές συλλεκτών, με επιστέγασμα την Ίδρυση του κοινωφελούς Ιδρύματος Πιερίδη και του ομώνυμου Μουσείου από τον σημερινό απόγονο, Δρα Δημήτρη Πιερίδη. Πρώτη Πρόεδρος ανέλαβε η  Θεοδώρα Πιερίδου, σύζυγος του Ζήνωνα Πιερίδη και μητέρα του Δημήτρη Πιερίδη, η οποία εμπλούτισε τις κυπριακές συλλογές λαϊκής τέχνης. Το 1989, το Ίδρυμα Πιερίδη γιόρτασε τα 150 χρόνια της αρχαιολογικής συλλογής, χρονιά που ανέλαβε την Προεδρία του Ιδρύματος, ο Δρ Βάσος Καραγιώργης.

Δρ Βάσος Καραγιώργης- Αντιπρόεδρος και μετέπειτα Πρόεδρος του Ιδρύματος Πιερίδη

Η συμβολή του  Δρα Καραγιώργη ήταν αρκούντως σημαντική  στην ανάδειξη της αρχαιολογικής συλλογής με τη διοργάνωση εκθέσεων στο εξωτερικό. Χαρακτηριστική ήταν η μεγάλη  εμβληματική έκθεση στην Ακαδημία Αθηνών το 1985, την οποία εγκαινίασε η  αείμνηστη Υπουργός Πολιτισμού της Ελλάδας, Μελίνα Μερκούρη.

Τον  Νοέμβριο του 1992, στα πλαίσια των εορτασμών των εκατό (100) χρόνων προξενικής εκπροσώπησης της Σουηδίας  στην Κύπρο, από 4 γενιές της οικογένειας Πιερίδη (1892 -1992), παρουσιάστηκαν στο Medelhavsmuseet (Μουσείο Μεσογειακών Αρχαιοτήτων), 260 αρχαιότητες από τις συλλογές του Ιδρύματος Πιερίδη. Τα εγκαίνια τέλεσαν οι Σουηδοί Βασιλείς Κάρολος 16ος  Γουσταύος και η Βασίλισσα Σύλβια.

Επιπλέον  ο συμβουλευτικός του ρόλος και η συμβολή του στη διοργάνωση  συμποσίων, τα οποία  χρηματοδοτούσε  το Ίδρυμα  Πιερίδη, πρόσφεραν μια παγκοσμίου εμβέλειας προβολή της πλουσιότερης  ιδιωτικής συλλογής Κυπριακών Αρχαιοτήτων.

Με δική του πρωτοβουλία, το Ίδρυμα Πιερίδη  χρηματοδότησε τρία σημαντικά επιστημονικά συνέδρια που ανέδειξαν τη σημασία της Αρχαιολογίας της Κύπρου  και πρόσφεραν στην έρευνα νέα δεδομένα. Πλειάδα καθηγητών από Πανεπιστήμια της Ευρώπης, της Μέσης Ανατολής, της Αμερικής και της Αυστραλίας, κλήθηκαν να καταθέσουν τις απόψεις τους, να μελετήσουν και να ανταλλάξουν απόψεις.  

Το πρώτο συμπόσιο,  πραγματοποιήθηκε μεταξύ της 1ης και της 6ης  Ιουνίου 1981 και επικεντρώθηκε στην Πρώιμη μεταλλουργία στην Κύπρο, 4000 – 500 π.Χ.. Παρουσιάστηκαν και συζητήθηκαν θέματα για τη χρονολόγηση των ευρημάτων χαλκού, τις τυπικές διαφοροποιήσεις τεχνικών και υλικών, την επεξεργασία και την εμπορία χαλκού.

Το 1986, ο Δρ Καραγιώργης και πάλι με την οικονομική συμβολή του Ιδρύματος Πιερίδη, πρότεινε τη διοργάνωση του Συμποσίου με θέμα: Η Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας στην Κύπρο. Από τα πρακτικά του συνεδρίου μπορεί να αντλήσει ο μελετητής τις γλωσσολογικές προσεγγίσεις, συγκρίσεις αλλά και τα σχόλια γύρω από την εξελικτική πορεία της Ελληνικής Γλώσσας στην Κύπρο.

Σημαντική ήταν  η διαπίστωση του Δρος John Chadwick[1] ο οποίος ανέφερε στην προσφώνησή του:   «Αυτό που έχουμε, χάρη στην σημαντικότατη ανακάλυψη του Δρα Καραγιώργη στην Παλαίπαφο, είναι η μαρτυρία που δεν επιδέχεται νομίζω αμφισβήτηση, ότι ήδη τον 11ο αιώνα π.Χ. στο νησί αυτό μιλούσαν την Ελληνική Γλώσσα, και όχι μόνο την Ελληνική γλώσσα αλλά την Κυπριακή διάλεκτο της Ελληνικής Γλώσσας». Ο ίδιος έκλεισε με συγκινητικό τρόπο την προσφώνησή του  αναφωνώντας στα ελληνικά

 «Ζήτω η Ελληνική Γλώσσα στην Κύπρο»

Το 1989 (18 -24 Σεπτεμβρίου), ένα νέο συμπόσιο με τον τίτλο:  Οι Πολιτισμοί του Αιγαίου και οι προεκτάσεις τους στην Κύπρο και την Ανατολική Μεσόγειο 2000 -600 π.Χ., διοργανώθηκε στα πλαίσια των εορτασμών για τα 150 χρόνια  της Αρχαιολογικής Συλλογής.

Στην εναρκτήρια τελετή, ο Ακαδημαϊκός  Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος έδωσε με μια άκρως βαθυστόχαστη ομιλία το στίγμα του συνεδρίου  αναφέροντας, “Ομολογώ με κάποιο θάμβος ατενίζω την Κύπρο, ένδοξη και πολύπαθη ακραία περιοχή του Ελληνισμού. Αρχαιόθεν άλλωστε η επεσχάτη αυτή προς Ανατολάς Μεγαλόνησος της Μεσογείου ασκούσε γοητεία προς τους άλλους Έλληνες[2].”

Στο συμπόσιο διερευνήθηκαν και παρουσιάστηκαν οι σχέσεις της Κύπρου με την Ανατολική Μεσόγειο - την Παλαιστίνη και τη Συρία - τη Θήρα, την Κρήτη, τη Σάμο και άλλες περιοχές.

Πέρα από τη διοργάνωση των επιστημονικών συνεδρίων, ο Δρ Βάσος Καραγιώργης ασχολήθηκε με τη δημοσίευση  σε επιστημονικά περιοδικά μέρους της συλλογής, ενώ  στον τετράγλωσσο κατάλογο με τίτλο:  Αρχαία Κυπριακή Τέχνη στο Μουσείο του Ιδρύματος Πιερίδη, δημοσίευσε 281 αντικείμενα. Επιπλέον συνέβαλε στο να δημοσιευτούν σε πολυτελείς εκδόσεις,  η συλλογή Μεσαιωνικής κεραμικής από την Δρα Δήμητρα Μπακιρτζή, η συλλογή των  ρωμαϊκών γυάλινων δοχείων, των λυχναριών από την Δρ Therese Oziol και άλλων θεματικών ενοτήτων.

Ο πλούτος της συλλογής ανεξάντλητος, αναμένει  τους αρχαιολόγους μελετητές για έρευνα και αξιοποίηση.

*Πρώην Έφορος Μουσείου Ιδρύματος  Πιερίδη

Επιθεωρήτρια Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης


[1] Ο Δρ John Chadwick αποκρυπτογράφησε μαζί με τον Michael Ventris  τη γραμμική Β γραφή.

[2]Karageorghis V., Proceedings of an International Symposium “The civilizations of the Aegean and their diffusion in Cyprus and the Eastern Mediterranean, 2000 – 600 B.C.” Nicosia 1989, Εναρκτήρια ομιλία του Ακαδημαϊκού Κωνσταντίνου Δεσποτόπουλου, σ. 19.




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










1863