Το όνομά μου είναι το δικό σου… Σκέψεις για την παράσταση «Τρωάδες» του Ευρυπίδη από το Β’ Περιφερειακό Γυμνάσιο Λευκωσίας Μαλούντα, που πήρε το πρώτο βραβείο στους σχολικούς θεατρικούς αγώνες του ΘΟΚ. Από τις Ευαγγελία Χαραλάμπους-Παυτίνου και Μαρία Πολυκάρπου.
Είναι μετρημένες στα δάκτυλα οι φορές που έχουμε δει σχολική παράσταση και να είναι σ’ αυτό το εξωπραγματικά καλό επίπεδο. Τα παιδιά να είναι καλύτεροι και από επαγγελματίες ηθοποιούς. Να δίνουν την ψυχή τους με τέτοιο τρόπο, τόσο απλόχερα, που να μένουν οι θεατές άφωνοι. Η θεατρική ομάδα του σχολείου αυτού, αφουγκραζόμενη την κοινωνία επέλεξε τις «Τρωάδες» με σκοπό την ευαισθητοποίηση και τη διαμαρτυρία ενάντια σε κάθε μορφή παρενόχλησης, κακοποίησης και βίας. Η φωνή της κάθε Τρωαδίτισσας είναι η φωνή κάθε αδικημένου και αδικημένης.
Ας θυμηθούμε συνοπτικά την τραγωδία αυτή, η οποία ανεβαίνει για πρώτη φορά το 415 π.Χ., ενώ μαίνεται ο Πελοποννησιακός Πόλεμος, για να μιλήσει για την τύχη των γυναικών μετά το τέλος του πολέμου. Οι Τρωάδες αιχμάλωτες, φοβισμένες, θυμωμένες, αλλά αδύναμες να αντιδράσουν, αναμένουν από τους Αχαιούς την απόφαση για την κατάληξή τους. Ποιος κλήρος να τους έλαχε; Πού τις πάνε, άβουλα υποκείμενα χωρίς να ερωτηθούν; Η ιστορία επαναλαμβάνεται από τότε καθημερινά και ας μην είναι πάντα πόλεμος. Η θεατρική ομάδα του σχολείου λοιπόν φέρνει στη σκηνή μια διαφοροποιημένη εκδοχή του δράματος ως αντίδραση στη θυματοποίηση και την εργαλειοποίηση γυναικών και παιδιών. Και δικαίως παίρνει το πρώτο βραβείο.
«Εύκολα τρίβεται ο άνθρωπος μες τους πολέμους. Ο άνθρωπος είναι μαλακός, ένα δεμάτι χόρτο[..] μαλακός και διψασμένος σαν το χόρτο, άπληστος σαν το χόρτο, ρίζες τα νεύρα του κι απλώνουν», θα πει ο Γιώργος Σεφέρης στον Τελευταίο Σταθμό. Ο πόλεμος λοιπόν δρα ως καταπέλτης και εκτοξεύει κάθε κακό που έχουν οι άνθρωποι μέσα τους, τη χειρότερή τους εκδοχή. Φέρνει βαρβαρότητα ακόμα και απέναντι στα βρέφη, και καταστάσεις ασύλληπτες για τον ανθρώπινο νου.
Σύμφωνα με τον θεατρικό κριτικό Στάθη Δρομάζο, οι «Τρωάδες» δεν είναι καθόλου αριστοτελικό έργο, με την έννοια της πλοκής-δέσης-λύσης. «Οι ηθοποιοί μπαίνουν στη σκηνή για να κλάψουν, να καταραστούν και να φύγουν».
Δεν είναι τυχαίο που έργα σαν τις «Τρωάδες» ανεβαίνουν και ξανανεβαίνουν και θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν, γιατί ο Ευρυπίδης κάνει ψυχική ανατομία, είναι ο αρχιμάστορας της ανθρώπινης ψυχής. Του καζανιού που βράζει μέσα στον κάθε άνθρωπο. Το έργο αυτό λοιπόν ήταν η ευκαιρία για να γίνει το πάντρεμα ανάμεσα στο παλιό και στο νέο, «νέος οίνος σε ασκούς παλιούς».
Δύσκολα μπορούμε με λόγια να αποδώσουμε το πώς αυτά τα παιδιά μπόρεσαν να προσεγγίσουν ένα τέτοιο κείμενο όχι μόνο με σεβασμό, αλλά με σχεδόν μεταφυσικό τρόπο διέθεταν τόσο δυνατές ψυχές για να μπορέσουν να βιώσουν τον πόνο, την ήττα, τη συντριβή, την απελπισία. Και όχι μόνο να τη βιώσουν, αλλά διέθεταν και την τεχνική και τις δεξιότητες για να μπορέσουν να κάνουν το κείμενο «να φτάσει κάτω», στο κοινό, και να αγγίξει μέχρι και τον τελευταίο θεατή.
Είχαμε τη χαρά στις 31 Μαρτίου στο θέατρο της Ι.Μ Κύκκου να ζήσουμε κάτι μαγικό. Παιδιά του Γυμνασίου να μεταμορφώνονται, να γίνονται ζυμάρι στα χέρια των δασκάλων τους που τους εμφύσησαν και τους ενέπνευσαν για να μπορέσουν να ερμηνεύσουν τους ρόλους. Και οι δυνατές ψυχές μίλησαν, μας έδωσαν μια εξαιρετικά καλοκουρδισμένη παράσταση, που φαινόταν το πόσο έχουν «λιώσει» το κείμενο με τις ατέλειωτες πρόβες. Με αντικείμενα-σύμβολα, όπως: πανιά, βαρέλια που καίνε, κουβάδες με βούρτσες, βαλίτσες, τύμπανα, τακούνια και στρας, αρκουδάκια, μάσκες, λουλούδια, όλα να μπλέκονται οργανικά στο έργο. Με μια φρέσκια ματιά, που δεν θύμιζε σε τίποτα χιλιοπαιγμένες τραγωδίες. Μια παράσταση που κατάφερε να «ξεκλειδώσει» τα σώματά των παιδιών-ηθοποιών, να τα κάνει να μιλήσουν για τη θηριωδία του πολέμου και της βίας. Με μουσικές σύγχρονες, ένα κράμα ροκ, έντεχνου που έδωσε το έναυσμα στα παιδιά να βγάλουν τον καλύτερό τους εαυτό στην επιφάνεια.
Η Ανδρομάχη, η Εκάβη, Η Κασσάνδρα, η Ελένη, γίνονται σύμβολα και ξεπηδούν μέσα από τόσους αιώνες για να ντυθούν, να μιλήσουν, να κοιτάξουν στα μάτια με δύναμη, να τα βάλουν με την πατριαρχία, την καταπίεση. Γίνονται γυναίκες του σήμερα. Ή καλύτερα γυναίκες που δεν έχουν ηλικία, δεν ανήκουν σε καμία εποχή, δεν κατηγοριοποιούνται, έχουν μόνο δύναμη και κραυγή. Το έργο είναι ένα σπαρακτικό αίτημα για ανθρωπισμό. Για την ανάγκη να γυρίσουμε στον πολιτισμό, ο πόλεμος και η βία έχει κάνει τους ανθρώπους κουβάρια που σέρνονται εκλιπαρώντας για την αλλαγή, παλεύοντας να βρουν κάτι για να πιαστούν και να ελπίζουν. Για να μιλήσουν για τις αδικίες αιώνων. Να πουν τη δική τους εκδοχή. Να ξυπνήσουν από το λήθαργο κάθε γυναίκα και κάθε άνθρωπο που ζει ανελεύθερα. Να μας δώσουν τροφή για σκέψη: για τα αρχέγονα ένστικτα, τη μοίρα, τους θεούς, τον άνθρωπο, την ηθική, την ελευθερία, την υποταγή, το έγκλημα, το πώς μηδενίζουμε και προχωράμε.
Όσοι έχουν ασχοληθεί έστω και στο ελάχιστο με εφήβους, -ναι, αυτούς που όλη την ώρα κατηγορούμε ότι τα κινητά είναι προέκταση του χεριού τους-, ξέρουν πόσο δύσκολο είναι να γεφυρωθεί το χάσμα των γενεών, να μπορέσεις να μιλήσεις στην ψυχή τους και να συναντηθείτε «στη μέση». Ίσως μόνο το θέατρο να μπορεί να χτίσει τις γέφυρες αυτές. Και καταλήγουμε στη φράση του Καρόλου Κουν: «κάνουμε θέατρο για την ψυχή μας». Χίλια μπράβο και στα παιδιά και στις «δασκάλες» Έλενα Ξανθουδάκη- Βαρνάβα, Κυριακή Τσίτσιου και σε κάθε έναν/μία που συνέβαλε στην υπέροχη αυτή παράσταση. Κλείνουμε με αυτούς τους στίχους, που φέρνουν τις Τρωάδες στο σήμερα και η φωνή τους δεν φιμώνεται, ξεσπά και γίνεται γροθιά:
Το όνομά μου είναι Ελένη
έχω τα φύκια στα μαλλιά μου να πλέκω
Το όνομά μου είναι Καρολάιν
μέσα στον ύπνο μου τα χέρια του βλέπω
Το όνομά μου είναι Γαρυφαλλιά
ήταν η κακιά στιγμή και χάλασε η φάση
Το όνομά μου είναι Άννα
για μια καταγγελία τον χρόνο ποιος να χάσει;
Το όνομά μου είναι Σταυρούλα
και η απόρριψη ήταν, λέει, η αιτία
Το όνομά μου είναι Τζεβριέ
δεν έπεσα απ΄ τη σκάλα, χρόνια ζούσα μες στη βία
Το όνομά μου είναι Δώρα
η ζήλεια του το ήξερα πως θα με σκοτώσει
Το όνομά μου είναι Μαρία
8 σφαίρες στον θώρακα, γιατί είχε θολώσει
Το όνομά μου είναι Μόνικα
στο τσιμέντο η ψυχή κουλουριασμένη
Το όνομά μου είν’ Νεκταρία
σ΄ ένα πάρκινγκ κατακρεουργημένη
Μπορεί να έχεις ακουστά το όνομά μου, δεν ξέρεις
την ιστορία μου: την έχουνε κλεισμένη σε σπίτια,
σε κλειστές κάμαρες, κρεβάτια, σφαλισμένα παντζούρια
και ποιος κατήγγειλε, ποιος μίλησε, ποιος είπε αλήθεια;
Είμαι εγώ που καταδίκασε ο νοικοκυραίος
-Εκεί τι γύρευε, τι φόραγε, δεν πρόσεχε μην μπλέξει;
Μα όσο κι αν θέλουν τ’ όνομά μου θα θυμίζει το χρέος
σ’ όλους εκείνους που επίμονα αρνούνται τη λέξη
Έγινα φόβος στο μυαλό της κάθε μάνας και κόρης,
ο εφιάλτης των παιδιών μου όταν κοιμούνται τα βράδια.
Έγινα αρχή για δικαστήρια επί ίσοις όροις.
Έγινα λόγος όσες ζουν να βγουν απ' τα σκοτάδια.
Μα αν με ρωτούσες πώς θα ήθελα στ’ αλήθεια να είναι
έγκλημα πάθους ή δυστύχημα, στυγνή δολοφονία,
θα ‘θελα η δικαιοσύνη και ο νόμος να λένε
αυτό που είναι: γυναικοκτονία
Το όνομά μου είν’ το δικό σου...
Η Δρ Ευαγγελία Χαραλάμπους-Παυτίνου είναι φιλόλογος-ηθοποιός και συγγραφέας. Η Μαρία Πολυκάρπου είναι φιλόλογος, ηθοποιός και κατέχει Μεταπτυχιακό δίπλωμα στις θεατρικές σπουδές.