Ενισχύοντας την ενσυναίσθηση και την κοινωνική υπευθυνότητα απέναντι στον σχολικό και ψηφιακό εκφοβισμό.
ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΟΥ ΚΟΥΤΑ*
Στη σύγχρονη εκπαιδευτική πραγματικότητα, η αγάπη για τη διδασκαλία και η πίστη στη δυναμική της τάξης ως πεδίο αμοιβαίας μάθησης αποτελούν τη βάση για έναν σχολικό πολιτισμό που διαμορφώνεται μέσα από στοχαστική πρακτική, συνεχή επαγγελματική εξέλιξη και γόνιμη ανατροφοδότηση. Για να καταστεί εφικτή αυτή η παιδαγωγική προσέγγιση, είναι απαραίτητο να θεμελιώνεται στην ενσυναίσθηση, τη βιωματική εμπλοκή και τον κριτικό στοχασμό. Στο επίκεντρο της εκπαιδευτικής διαδικασίας βρίσκεται η καλλιέργεια του/της μαθητή/τρίας στη ενεργή συμμετοχή, στη συνεργασία και στη διαρκή αυτοβελτίωση του/της. Ο Kolb (1984) ισχυρίζεται ότι, «η εμπειρία αποτελεί τη βάση της μάθησης». Ταυτόχρονα, κατά τον Schön (1983) «η στοχαστική πρακτική συμβάλλει καθοριστικά στη βελτίωση της επαγγελματικής δράσης». Η βιωματική μάθηση, επομένως, δεν συνδέεται μόνο με την απόκτηση γνώσεων αλλά κυρίως με την ενδυνάμωση της ενσυναίσθησης και της κοινωνικής ευθύνης των μαθητών. Η εφαρμογή αυτών των αρχών αποτυπώθηκε με σαφήνεια σε ένα δειγματικό μάθημα.
Συμφώνα με την κα. Κουτσελίνη (2006), «η εκπαιδευτική πράξη πρέπει να προάγει τη σύνδεση των εμπειριών του μαθητή με την κοινωνική του πραγματικότητα, έτσι ώστε η μάθηση να αποκτά ουσιαστικό νόημα». Η άποψη αυτή ενισχύει τη θέση ότι η βιωματική μάθηση δεν περιορίζεται σε γνωστικό περιεχόμενο, αλλά διαμορφώνει στάσεις, αξίες και ταυτότητα.
Συγκεκριμένα, κατά την υλοποίηση του βιωματικού μαθήματος με θέμα τον Σχολικό και Ψηφιακό Εκφοβισμό, η εμπλοκή των μαθητών σε αυθεντικές παιδαγωγικές καταστάσεις ήταν ουσιαστική διότι ανέδειξε τη σημασία της ενσυναίσθησης, της ομαδικής δουλειάς και της διαχείρισης συναισθημάτων. Οι μαθητές δημιούργησαν δικά τους σενάρια βασισμένα σε πραγματικές ή φανταστικές καταστάσεις και υποδύθηκαν ρόλους θύματος, θύτη, παρατηρητή και υπερασπιστή (upstander), παρουσιάζοντάς τα στο κοινό. Η παιδαγωγική αυτή προσέγγιση ενίσχυσε τη συναισθηματική ευφυΐα και τη στάση κοινωνικής ευθύνης των μαθητών. Ο Émile Durkheim υποστηρίζει πως, «το σχολείο λειτουργεί ως μικρογραφία της κοινωνίας, όπου τα παιδιά μαθαίνουν να συμβιώνουν, να πειθαρχούν και να σέβονται κοινωνικούς κανόνες και αξίες». Το γεγονός ότι στην παρουσίαση του βιωματικού μαθήματος παρευρέθηκαν εκπρόσωποι και εμπλεκόμενοι φορείς του Υπουργείου Παιδείας, καθώς και εκπαιδευτικοί, γονείς/κηδεμόνες και μαθητές άλλων τάξεων, καταδεικνύει το ενδιαφέρον και την αναγνώριση της σημασίας τέτοιων διδακτικών πρακτικών.
Σημειώνετε ότι η στοχαστική πρακτική αποτελεί βασικό πυλώνα της εκπαιδευτικής ανανέωσης και συμπληρώνει τη δυναμική που διαμορφώθηκε στην πιο πάνω βιωματική προσέγγιση. Μέσα από δομημένες διαδικασίες αναστοχασμού, οι μαθητές ενθαρρύνονται να προβληματιστούν σχετικά με τις στάσεις και τις συμπεριφορές τους, να αναγνωρίσουν προσωπικά σημεία ενδυνάμωσης και να αναπτύξουν αυτογνωσία.
Ενδεικτικά, κατά τη διάρκεια του μαθήματος κατά του Εκφοβισμού, τους ζητήθηκε να απαντήσουν σε ερωτήσεις όπως: «Τι ένιωσα όταν είδα το θύμα;», «Ποια ήταν η ευθύνη μου ως παρατηρητής;», «Πώς θα αντιδρούσα διαφορετικά στην πραγματική ζωή;». Μέσα από αυτό το στοχαστικό πλαίσιο, καλλιεργείται η ικανότητα αναστοχασμού, η οποία δεν περιορίζεται στη γνωστική κατανόηση, αλλά συμβάλλει καθοριστικά στη διαμόρφωση υπεύθυνων και ενεργών πολιτών.
Ο κ. Πασιαρδής (2004) διατυπώνει ότι «ο εκπαιδευτικός ηγέτης οφείλει να καλλιεργεί κουλτούρα αναστοχασμού, όπου μαθητές και εκπαιδευτικοί αλληλεπιδρούν για την προώθηση της προσωπικής και κοινωνικής ανάπτυξης». Η αναστοχαστική διαδικασία, επομένως, δεν είναι ατομική υπόθεση, αλλά διαμορφώνεται μέσα από τις σχέσεις στο σχολικό περιβάλλον.
Επιπλέον, η ανατροφοδότηση από τον εκπαιδευτικό προς τους μαθητές του/της αποτελεί συνέχεια της στοχαστικής διαδικασίας και λειτουργεί ως θεμέλιο για την προσωπική και ακαδημαϊκή ενδυνάμωση τους. Δεν περιορίζεται στη διόρθωση ή στην αξιολόγηση μιας απόδοσης, αλλά ενισχύει ουσιαστικά την αυτοεκτίμηση και τη διαρκή εξέλιξή τους, ιδιαίτερα όταν προσφέρεται με ενσυναίσθηση και με στόχο την ενίσχυση της εσωτερικής κινητοποίησης.
Στο πλαίσιο του συγκεκριμένου βιωματικού μαθήματος, οι μαθητές έλαβαν εξατομικευμένες παρατηρήσεις για την απόδοσή τους, τόσο ως προς τις γλωσσικές τους δεξιότητες όσο και σε σχέση με τις κοινωνικές και συναισθηματικές τους στάσεις. Κατά ακρίβεια, η ανατροφοδότηση των μαθητών επικεντρώθηκε σε πτυχές όπως η ορθότητα στην έκφραση, η σαφήνεια στην επικοινωνία, η ικανότητα ενσυναίσθησης, αλλά και ο βαθμός υπευθυνότητας που ανέλαβαν κατά την ομαδική εργασία, όπως για παράδειγμα, ο τρόπος με τον οποίο υπερασπίστηκαν το θύμα ή αναγνώρισαν τον ρόλο του παρατηρητή. Ομόγνωμα οι Black & Wiliam (1998) επισημαίνουν πως «η ανατροφοδότηση που εστιάζει στη διαδικασία και όχι στο αποτέλεσμα, ενισχύει την εσωτερική κινητοποίηση και την επιθυμία για μάθηση», γεγονός που καθιστά την ανατροφοδότηση κομβικό εργαλείο στην πορεία ενδυνάμωσης κάθε μαθητή ως αυτόνομου και κοινωνικά υπεύθυνου ατόμου.
Καταληκτικά, η βιωματική μάθηση, όταν ενσωματώνεται σε ένα σύγχρονο εκπαιδευτικό πλαίσιο μέσα από στοχαστική πρακτική, ουσιαστική ανατροφοδότηση και αυθεντική εμπλοκή, μετατρέπεται σε δυναμικό εργαλείο διαμόρφωσης ενσυνείδητων, υπεύθυνων και κοινωνικά ευαίσθητων πολιτών που δεν παραμένουν παθητικοί. Η συγκεκριμένη δειγματική διδασκαλία με θέμα τον Σχολικό και Ψηφιακό Εκφοβισμό κατέδειξε ότι η εκπαιδευτική πράξη μπορεί – και οφείλει – να υπερβαίνει τα όρια της γνωστικής ανάπτυξης, μετασχηματίζοντας τη σχολική αίθουσα σε χώρο ηθικής ενδυνάμωσης, κοινωνικής μάθησης και συναισθηματικής ωρίμανσης. Οι μαθητές δεν ανέπτυξαν απλώς γλωσσικές δεξιότητες στην Αγγλική Γλώσσα ενεργοποιήθηκαν ως σκεπτόμενα υποκείμενα, με ικανότητες να εντοπίζουν το άδικο, να αναλαμβάνουν δράση και να συμμετέχουν ουσιαστικά σε μία δημοκρατική και συμπεριληπτική σχολική κουλτούρα. Ο Freire (1970) εύστοχα τονίζει ότι «η εκπαίδευση οφείλει να είναι μία πράξη ελευθερίας, ένα μέσο για την κριτική συνείδηση και τη μεταμόρφωση της πραγματικότητας».
Το δειγματικό αυτό μάθημα είναι αναρτημένο στην πλατφόρμα YouTube και είναι διαθέσιμο στους ακόλουθους συνδέσμους:
https://www.youtube.com/watch?v=4liw1_eM6AM&t=1011s&pp=ygULZWxlbmkga291dGE%3D
https://www.youtube.com/watch?v=SWLfenrh-S8&t=731s&pp=ygULZWxlbmkga291dGE%3D
ή YouTube: ELENI KOUTA
REFERENCES:
Black, P. & Wiliam, D. (1998). Assessment and Classroom Learning. Assessment in Education: Principles, Policy & Practice, 5(1), pp. 7–74. London, UK: Routledge.
Durkheim, É. (1991). Education and Sociology. Athens: Nissos.
Freire, P., (1970). Pedagogy of the Oppressed. New York: Herder and Herder.
Kolb, D.A., (1984). Experiential learning: Experience as the source of learning and development. Englewood Cliffs, NJ: Prentice-Hall.
Koutselini, M., (2010). Classroom and School Unit Management. Nicosia: University of Cyprus Publications.
Pashiardis, P., (2004). Democratic leadership for effective schools: International perspectives. In: J. MacBeath and L. Moos, eds. Democratic learning: The challenge to school effectiveness. London: RoutledgeFalmer, pp.93–110.
Schön, D.A., (1983). The Reflective Practitioner: How professionals think in action. New York: Basic Books.
Βοηθός Διευθύντρια Γυμνάσιο – Λύκειο Πολεμίου, Πάφος
M.Ed. Educational Leadership and Management – Open University of London
B.A. Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας: Northeastern University, Boston – USA
B.A. Κοινωνιολογίας: Northeastern University, Boston- USA