ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Κ ΠΕΡΣΙΑΝΗ*
Στις 5 Ιανουαρίου 2019 δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες ένα άρθρο μου με τίτλο «Για μια θέση …στο πανεπιστήμιο», στο οποίο, αφού παρατηρούσα ότι ο σωστός τίτλος έπρεπε να ήταν «για μια θέση στον Ήλιο» (τόσο πολύτιμη θεωρείται η θέση αυτή σήμερα στην Κύπρο), αναφέρθηκα στη μεγάλη οικονομική αφαίμαξη στην οποία υποβάλλονται οι γονείς των μαθητών των λυκείων (500-600 ευρώ το μήνα, 5 μαθήματα χ 100- 120 ευρώ το μήνα), στην ταλαιπωρία των μαθητών που πηγαινοέρχονται στα φροντιστήρια ακόμα και εκτός Λευκωσίας και των γονέων που τους μεταφέρουν, και στην ειρωνεία της δήθεν «δωρεάν παιδείας».
Επειδή πιστεύω ότι το θέμα αυτό αποτελεί θέμα ηθικής τάξης για το Υπουργείο Παιδείας (ΥΠΠΑΝ) (παρακολουθεί παθητικά όλους σχεδόν τους γονείς και μαθητές να περιφρονούν επιδεικτικά την κατάρτιση που προσφέρουν τα δημόσια σχολεία και να τρέχουν να πληρώνουν τεράστια ποσά χρημάτων στα φροντιστήρια για να διδακτούν την ίδια ακριβώς διδακτική ύλη που προσφέρει το δημόσιο σχολείο), αλλά και θέμα κοινωνικής δικαιοσύνης (είναι μεγάλη κοινωνική αδικία για τους άπορους γονείς να αναγκάζονται να υποβάλλουν σε στερήσεις την οικογένειά τους για να μπορούν να πληρώνουν 500-600 ευρώ τον μήνα για έξι ή εφτά μήνες για δυο ή τρία χρόνια), επανέρχομαι στο θέμα ελπίζοντας ότι με την επιμονή στην αναφορά του προβλήματος θα ευαισθητοποιηθεί η κοινωνία και θα πιέσει το ΥΠΠΑΝ να μελετήσει προσεκτικά το πρόβλημα και να λάβει κάποια μέτρα που, αν δεν λύσουν πλήρως το πρόβλημα, τουλάχιστον να βελτιώσουν την κατάσταση.
Ποιοι μπορεί να είναι άραγε οι λόγοι για τους οποίους το Υπουργείο Παιδείας δεν προχωρεί στη λήψη μέτρων; Μερικοί λόγοι που σκέφτηκα είναι οι εξής:
α) Πιστεύει ότι το χρέος του εξαντλείται στο να προσφέρει την εξεταστέα ύλη με τον αρτιότερο δυνατό τρόπο, να διεξάγει κάθε χρόνο αδιάβλητες εξετάσεις και να κάνει την επιλογή των καλύτερων υποψηφίων «κατά τρόπον δίκαιον και αντικειμενικόν» με βάση τους σχετικούς κανονισμούς.
β) Έχει υπόψη δυο παλιά επιχειρήματα, πρώτο, ότι δεν είναι στόχος του λυκείου η προετοιμασία των μαθητών για το πανεπιστήμιο και, δεύτερο, ότι οι μαθητές αναγκάζονται να φοιτούν στα φροντιστήρια όχι γιατί δεν μαθαίνουν ικανοποιητικά στο δημόσιο σχολείο, αλλά λόγω του επικρατούντος μεγάλου ανταγωνισμού που επιβάλλει διάκριση στις εξετάσεις. Με άλλα λόγια, οι γονείς και οι μαθητές θέλουν να εξαντλήσουν κάθε πηγή βοήθειας, έστω και αν αυτό είναι πλεονασμός. Είναι κάτι ανάλογο προς αυτό που κάνουν οι αεροπορικές εταιρείες που χρησιμοποιούν τέσσερεις μηχανές στα αεροπλάνα έστω και αν δυο θα ήταν αρκετές.
γ) Παρηγορείται από το γεγονός ότι το ίδιο συμβαίνει και στην Ελλάδα. ¨Όπως ανακοινώθηκε πρόσφατα στις ελληνικές εφημερίδες (Καθημερινή Αθηνών , 13 Σεπτ.2019, σ.7), οι γονείς στην Ελλάδα δαπάνησαν πέρσι 2.5 δις. ευρώ για τα φροντιστήρια των παιδιών τους για τις Πανελλαδικές Εξετάσεις.
δ) Θεωρεί ότι το πιο πάνω δίλημμα σχετικά με τους σωστούς ρόλους του λυκείου είναι τόσο μπλεγμένο, ώστε θα κάψει οποιονδήποτε δοκιμάσει να κόψει τον γόρδιο αυτό δεσμό.
ε) Φοβάται ότι στην περίπτωση που οι μαθητές σταματήσουν να φοιτούν στα φροντιστήρια, οι επιδόσεις τους στις Εξετάσεις θα γίνουν πολύ χειρότερες από τις σημερινές και η πίεση της κοινωνίας πάνω του θα αυξηθεί .
στ) Κατά βάθος πιστεύει ότι η λύση του προβλήματος δεν θα επιτευχθεί από μέτρα που θα λάβει εκείνο αλλά από την επιμέλεια των μαθητών και την εργατικότητα και μεθοδικότητα των καθηγητών, ιδιότητες δηλαδή οι οποίες είναι πέραν από τη δύναμή του να τις επιβάλει.
Όλα τα πιο πάνω είναι βέβαια υποθέσεις οι οποίες δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν, γιατί το Υπουργείο δεν έχει μιλήσει ποτέ ανοικτά και αναλυτικά για την πολιτική του στο θέμα και τα για βασικά επιχειρήματα πάνω στα οποία την στηρίζει. Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν πιέστηκε για να το κάνει.
Πιστεύω πως έφτασε η ώρα να το κάνει. Οι εξελίξεις στο θέμα το επιβάλλουν. Στις Παγκύπριες Εξετάσεις παρακάθεται πλέον η μεγάλη πλειοψηφία των τελειοφοίτων των δημόσιων σχολείων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, η δαπάνη για τα φροντιστήρια αυξήθηκε τόσο πολύ που σπάζει κόκκαλα, η κοινωνική αδικία για τους φτωχούς γονείς μεγάλωσε τόσο πολύ, που δεν μπορεί πλέον ούτε πολιτικά ούτε ηθικά να παραβλεφθεί, και η ηθική ευθύνη του δημόσιου σχολείου δεν μπορεί πλέον να αγνοηθεί.
Πρέπει βέβαια να ομολογηθεί ότι η λύση του προβλήματος είναι πολύ δύσκολη και δεν επιτρέπει επιφανειακές ή επιπόλαιες λύσεις. Η μεγάλη δυσκολία του προβλήματος φαίνεται και από την αποτυχία του Υπουργείου Παιδείας της Ελλάδας να το λύσει, παρόλο που από το 1964 που εισήχθησαν οι κεντρικές/κρατικές εξετάσεις για επιλογή φοιτητών για τα ελληνικά πανεπιστήμια (στα δυο πρώτα χρόνια με το όνομα Ακαδημαϊκό Απολυτήριο και στη συνέχεια με την επωνυμία Πανελλαδικές/Πανελλήνιες Εξετάσεις), τροποποιήθηκαν οκτώ φορές μέχρι σήμερα.
Παρόλες τις δυσκολίες ωστόσο, υπάρχουν, ευτυχώς, μερικά μέτρα που, πιστεύω, μπορούν να βελτιώσουν τα μαθησιακά αποτελέσματα του Λυκείου και επομένως να πείσουν πολλούς μαθητές και τους γονείς τους ότι δεν χρειάζονται φροντιστήρια. Τέτοια μέτρα μπορούν να είναι τα εξής:
α) Η ανάθεση της διδασκαλίας των μαθημάτων στην Γ Λυκείου στους πιο έμπειρους καθηγητές κάθε σχολείου,
β) Η σταδιακή μείωση του αριθμού των μαθητών στα τμήματα της Γ Λυκείου
γ) Η αύξηση των ωρώνδιδασκαλίας των εξεταζομένων μαθημάτων,
δ) Η έγκριση κανονισμού στο Νόμο περί Παγκύπριων Εξετάσεων που να επιτρέπει στους μαθητές που δεν επιτυγχάνουν θέση να πιστώνονται στα μαθήματα στα οποία είχαν καλό βαθμό στις Εξετάσεις και να δικαιούνται να παρακάθονται τα επόμενα χρόνια μόνο στα μαθήματα στα οποία απέτυχαν, και
ε)Να ληφθεί πρόνοια, πρώτα, να διδάσκονται οι μαθητές από την πρώτη τάξη του γυμνασίου αποτελεσματικούς τρόπους μελέτης και, δεύτερο, να παρέχονται με συστηματικό τρόπο συμβουλές στους τελειόφοιτους για τρόπους με τους οποίους μπορούν να βελτιώσουν στο μέγιστο δυνατό βαθμό την απόδοσή τους στις εξετάσεις. Η σημερινή πολύ μεγάλη έμφαση γονέων και μαθητών στα «εισαγόμενα», σε αυτά δηλαδή που παίρνει κανείς από τους άλλους (input) είναι, πιστεύω, μεγάλο λάθος. Αυτό ίσως να εξηγεί και τη μεγάλη μανία για φροντιστήρια. Αναμένεται ολόκληρη η επιτυχία από τη βοήθεια που θα δώσουν οι άλλοι. Πρέπει, πιστεύω, να δίνεται εξίσου μεγάλη έμφαση και σε αυτό που μπορεί να αποδώσει ο καθένας την ώρα της δοκιμασίας. Η απόδοση είναι θέμα εντελώς ατομικό και γι’ αυτό θέμα ατομικής ευθύνης και ατομικών δεξιοτήτων. Γι’ αυτό και η παρομοίωση προς τα αεροπλάνα δεν είναι σωστή από αυτή την πλευρά. Εκεί η σωτηρία είναι συλλογική, στις εξετάσεις η επιτυχία είναι καθαρά ατομική. Είναι καθήκον του σχολείου όχι μόνο να ενημερώνει αλλά και να ασκεί τους μαθητές του για τις ψυχικές διαθέσεις και τις τεχνικές μελέτης και μάθησης με τις οποίες μπορούν να βελτιώσουν την απόδοσή τους.
*Πρώην Αν. Καθηγητής Πανεπιστημίου Κύπρου