Λόγος και επικοινωνία


ΤΗΣ ΑΝΤΡΕΑΣ – ΡΑΦΑΗΛΙΑ ΛΟΥΚΑ*

Ο λόγος είναι μια εγγενής, γενετική ικανότητα του ανθρώπου, που σημαίνει πως όλα τα ανθρώπινα πλάσματα έχουν τους κατάλληλους μηχανισμούς και την κατάλληλη δομή για να μάθουν τη γλώσσα. Αυτό που δυσκολεύει την κατάσταση είναι η διαδικασία για την εκμάθηση της γλώσσας που είναι επίκτητη.

Η ανάπτυξη της ομιλίας και της επικοινωνίας είναι πολύ σημαντική, τόσο για το παιδί όσο και για την οικογένειά του. Η ομιλία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη σκέψη και τη νόηση. Η αλληλεπίδραση του παιδιού με την ομιλία ξεκινά από την εμβρυακή ηλικία, αναπτύσσεται κατά την βρεφική και ολοκληρώνεται κατά την νηπιακή και παιδική ηλικία.

Το παιδί, μέσω της ομιλίας, μπορεί και εκφράζει τις επιθυμίες, τις ανάγκες, τους φόβους του, τα συναισθήματα του, ιδέες και απόψεις.

Επιπλέον, επιτυγχάνεται η οριοθέτηση του εγώ, η ανάπτυξη των κοινωνικών σχέσεων, η αυτοεκτίμηση και η αυτονομία του παιδιού. Είναι σημαντικό λοιπόν κατά την εξελικτική της πορεία να διασφαλίζονται οι απαραίτητες προϋποθέσεις για την ομαλή πορεία της ανάπτυξης της ομιλίας ώστε το παιδί να κατακτήσει τις βασικές δομές της μητρικής του γλώσσας.

Η επικοινωνία επίσης των παιδιών ξεκινά από πολύ νωρίς, αρχικά, με μη λεκτικούς τρόπους, όπως ένα βλέμμα, ένα χάδι, το κλάμα, το γέλιο, μια αγκαλιά. Τα μωρά αντιδρούν στον ήχο της φωνής των γονιών τους, δίνοντας έτσι ένα σημάδι επικοινωνίας. Αργότερα, αρχίζει το «βάβισμα» και σταδιακά, περνώντας από τα διάφορα αναπτυξιακά στάδια και χρησιμοποιώντας την μίμηση, καταφέρνουν να χρησιμοποιήσουν τον λεκτικό τρόπο επικοινωνίας.

Επιπλέον παίζει καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη των κοινωνικών σχέσεων, τη βελτίωση της αυτοεκτίμησης, τη διευκόλυνση στο παιχνίδι και τις επαφές με τους συνομήλικους, αλλά ακόμη και στην καθημερινή ζωή μέσω της αυτοεξυπηρέτησης.

Η διαταραχή του λόγου καθώς και οι συνέπειες που έχουν για το παιδί, το ακολουθούν στην ενήλικη ζωή του όπως αντικοινωνική συμπεριφορά, χαμηλή αυτοεκτίμηση κλπ.

Λογοθεραπεία

Αν δίναμε έναν ορισμό για το τι είναι Λογοθεραπεία σε αδρές γραμμές, ύστερα από χρόνια εμπειρίας επί του αντικειμένου, θα λέγαμε πως είναι μια εξειδικευμένη διδασκαλία που κάθε φορά αλλάζει τα προσφερόμενα ανάλογα με τις ανάγκες, τις δυνατότητες ή τις όποιες αδυναμίες λόγου που μπορεί να έχει ένα παιδί.

Δεν θα λέγαμε σίγουρα, πως είναι μια απλή συμβατική διδασκαλία, αλλά μια διδασκαλία  εξειδικευμένη, η οποία κάθε φορά πρέπει να εφάπτεται στις ανάγκες του κάθε παιδιού ξεχωριστά, αντιμετωπίζοντας κάθε περίπτωση με την προσήκουσα διδακτική μέθοδο. Η κάθε διδακτική μέθοδος για να θεωρείται επαρκής και αποτελεσματική πρέπει να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του εκάστοτε μαθητή. Εφαρμόζει ο Λογοθεραπευτής, λοιπόν, τη διδακτική μέθοδό που ταιριάζει στην περίπτωση του κάθε παιδιού ξεχωριστά έτσι ώστε η κάθε διδασκαλία να εξατομικεύεται και να εφάπτεται απόλυτα στις ανάγκες των παιδιών.

Με την κατάκτηση του λόγου τα παιδιά αισθάνονται περισσότερη σιγουριά για τον εαυτό τους με αποτέλεσμα να κατακτούν πιο εύκολα μικρούς αλλά και μεγάλους στόχους. Όταν τα παιδιά κατακτήσουν, λοιπόν, οικοδομώντας με τη βοήθεια του Λογοθεραπευτή, την ορθή ροή του λόγου, τότε θα είναι σε θέση να καλλιεργήσουν και την ευχέρεια λόγου τους.

Λογοθεραπεία και έγκαιρη παρέμβαση

Σημαντικό είναι να αντιμετωπιστεί έγκαιρα με κατάλληλα προγράμματα  έγκαιρης παρέμβασης , με κύριο στόχο την μέγιστη ελαχιστοποίηση της διαταραχής. Με την πρώιμη παρέμβαση θα αναπτυχθούν οι περιοχές του λόγου που δυσλειτουργούν, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στο παιδί για ίση δυνατότητα πρόσβασης στη γνώση, στη μάθηση και στην καλή σχολική επίδοση.

Είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο πως τα παιδιά τα οποία αντιμετωπίζουν διαταραχές λόγου ή ομιλίας ή συνδυασμός των δύο, μπορεί να τοποθετηθούν στην ομάδα των παιδιών που είναι πιθανόν να παρουσιάσουν μαθησιακές δυσκολίες.

Τα συμπτώματα όσον αφορά τα νήπια δεν είναι τόσο έκδηλα γι’ αυτό μερικές φορές είναι πιθανόν να παρουσιαστούν με τη φοίτηση του παιδιού στις πρώτες τάξεις του δημοτικού.

Σε πολλές περιπτώσεις οι γονείς είναι πιθανόν να μην αντιληφθούν το μέγεθος του προβλήματος του λόγου και της ομιλίας που μπορεί να παρουσιαστεί, γι’ αυτό και δεν κάνουν ενέργειες καταστολής του προβλήματος προκειμένου να βοηθήσουν το παιδί. Ένας από τους λόγους είναι πως οι γονείς έχουν την πεποίθηση ότι είναι κάτι το οποίο μπορεί να διορθωθεί μόνο του με την ωρίμανση του παιδιού. Αυτό έχει ως απότοκο το πρόβλημα λόγου και ομιλίας να παίρνει μεγαλύτερες διαστάσεις όσο το παιδί προχωράει στις τάξεις του δημοτικού. Δια τούτο, λοιπόν, θεωρείται αδήριτη ανάγκη η έγκαιρη παρέμβαση προς βελτίωση και αποκατάσταση των διαταραχών λόγου που μπορεί να εμφανιστούν. Σκοπός της έγκαιρης παρέμβασης είναι να δοθεί η απαιτούμενη προσοχή στην ανάπτυξη λόγου,  αρχικά με την αποκωδικοποίηση φθόγγων ακουστικά αλλά και οπτικά.

Ο ρόλος του λογοθεραπευτή

Επαφίεται αρχικά στην αξιολόγηση του νηπίου και έπειτα στη δημιουργία προγράμματος έγκαιρης παρέμβασης και αποκατάστασης των διαταραχών λόγου και ομιλίας έτσι ώστε το παιδί να είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις ανάγκες του επόμενου έτους. Με την καίρια παρέμβαση του Λογοθεραπευτή μειώνονται αισθητά οι πιθανότητες για μαθησιακές δυσκολίες οι οποίες μπορεί να επιφέρουν μια συνολικά χαμηλή επίδοση του μαθητή με αποτέλεσμα να δημιουργείται το αίσθημα της μαθησιακής ανικανότητας και της χαμηλής αυτοπεποίθησης στο παιδί.

Στα πρώτα χρόνια της σχολικής ζωής ενός παιδιού είναι πιθανόν να εμφανιστούν χαμηλές μαθησιακές επιδόσεις αν το παιδί αντιμετωπίζει δυσκολία στο λόγο και στην ομιλία. Ένα παιδί το οποίο δείχνει να έχει γενικά μαθησιακές δυσκολίες δεν σημαίνει πως μπορεί να έχει και δυσκολία στο λόγο. Η δυσκολία στο λόγο όμως μπορεί να επιφέρει από μόνη της μια σειρά από μαθησιακές ελλείψεις όπως στην γραφή, στο γραπτό λόγο, δυσκολίες στην εκμάθηση της ανάγνωσης, δυσκολίες στην κατανόηση των προβλημάτων στα μαθηματικά, την εμπέδωση μαθηματικών συμβόλων και εννοιών, όπως για παράδειγμα η προπαίδεια.  Πιθανόν να διαφανούν κενά και στην βραχύχρονη μνήμη αλλά και την εμπέδωση οδηγιών και κατανόηση του γραπτού κειμένου. Ένα παιδί με δυσκολία στον προφορικό λόγο είναι δυνατόν να αντιμετωπίσει δυσκολία και στον προσανατολισμό όσον αφορά τον χώρο αλλά και το χρόνο.

Οι προαναφερθείσες δυσκολίες είναι δυνατόν να διαφέρουν από παιδί σε παιδί και τα συμπτώματα να διαφοροποιούνται ποιοτικά ή και ποσοτικά.

Βιβλιογραφία

Άρθρο «Δυσλεξία και ο ρόλος του λογοθεραπευτή»

Σύλλογος Λογοπαθολόγων Λογοθεραπευτών Ελλάδας

Ανάκτηση από:

https://www.babyzone.gr/%CF%80%CE%B1%CE%B9%CE%B4%CE%AF/%CE%B4%CF%85%CF%83%CE%BB%CE%B5%CE%BE%CE%AF%CE%B1-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%BF-%CF%81%CF%8C%CE%BB%CE%BF%CF%82-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%BF%CE%B8%CE%B5%CF%81%CE%B1%CF%80%CE%B5%CF%85%CF%84%CE%AE  Ημερομηνία Πρόσβασης 12/04/2019

Μπούκας Δ. , Πρακτικός Οδηγός για τις Μαθησιακές Δυσκολίες Ανίχνευση και Παιδαγωγική Αντιμετώπιση. Εκδόσεις Κέδρος, 2007. Σελ. 22-31

Πολυχρόνη, Φ., Χατζηχρήστου, Χ. and Μπίμπου, Α., 2006. Ειδικές Μαθησιακές Δυσκολίες-Δυσλεξία: ταξινόμηση, αξιολόγηση και παρέμβαση. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

Ψυλλίδου, Π. and Κλάδη, Μ.Α., 2018. Πρόγραμμα παρέμβασης στο γραπτό λόγο σε παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες.

Αλαμπουρνού, Ε., 2017. Ειδικές μαθησιακές δυσκολίες στην προσχολική εκπαίδευση η έρευνα στην Ελλάδα.




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










1345