ΤΗΣ ΜΑΙΡΗΣ ΚΟΥΤΣΕΛΙΝΗ*
Γιατί οι γυναίκες πρέπει να συμμετέχουν στην πολιτική και γενικά σε θέσεις λήψης αποφάσεων; Η απάντηση αυτονόητη, χωρίς όμως, το προσδοκώμενο αποτέλεσμα:
«Η ίση συμμετοχή των γυναικών και η ηγεσία εκ μέρους γυναικών στην πολιτική και δημόσια ζωή είναι ουσιαστική για την επίτευξη σταθερών στόχων ανάπτυξης. Όμως, τα δεδομένα δείχνουν ότι οι γυναίκες υπο-εκπροσωπούνται σε όλα τα επίπεδα λήψης αποφάσεων παγκόσμια και ότι η επίτευξη της ισότητας είναι ακόμη μακριά» (UN Women 2021).
Το ερώτημα, όμως, δεν πρέπει να είναι «Γιατί οι γυναίκες πρέπει να συμμετέχουν»- οι απαντήσεις πολλές, από ισότητα μέχρι ικανότητα - αλλά Γιατί οι Γυναίκες ΔΕΝ συμμετέχουν.
Η αιτία, στην Κύπρο και πανευρωπαϊκά, ανιχνεύεται στην ιστορικοπολιτισμική και κοινωνική παρουσία των δύο φύλων και στην κανονικοποίησή τους με βάση τα χαρακτηριστικά της μυϊκής δύναμης και τον ηρωισμό στα πεδία των μαχών. Οι Γυναίκες ομαδοποιούνται/ κανονικοποιούνται σε μια ομάδα Γυναίκα- ανίσχυρο φύλο (Gender- κοινωνική κατασκευή), όπως και οι άνδρες σε μια ομάδα με ίδια χαρακτηριστικά Άνδρας – ηγεμονικό φύλο.
Συνεπακόλουθα, ο Άνδρας ενδύεται με πολιτική, οικονομική και κοινωνική δύναμη την οποία κουβαλά ως βασικό κανονιστικό χαρακτηριστικό όλων των ανδρών. Μέχρι σήμερα η κατάσταση ελάχιστα έχει αλλάξει, δεδομένου ότι η παρουσία των γυναικών σε θέσεις λήψης αποφάσεων παραμένει ασθενής: H στατιστική σε παγκόσμιο επίπεδο (The Global Gender Gap Index 2021 rankings) καταγράφει την ανισορροπία σε όλες τις θέσεις λήψης αποφάσεων.
Η Πολιτική του Φύλου σήμερα στοχεύει σε δύο παραμέτρους: την παιδεία για το φύλο (Gender studies) και την αλλαγή στη δομή και τη ρητορική των κομμάτων και όσων θεσμών έχουν σήμερα τη δύναμη.
Σύμφωνα με το ευρωπαϊκό κέντρο έρευνας (EIGE), τα κόμματα είναι ο χώρος όπου τα στερεότυπα των φύλων κρατούν τις γυναίκες μακριά από τις ηγετικές θέσεις. Τα χαρακτηριστικά και οι ικανότητες που αναμένεται να διαθέτουν οι ηγέτες —όπως η επιβολή, η υπεροχή ή η ορθολογική σκέψη— θεωρούνται τυπικά ανδρικά χαρακτηριστικά, με αποτέλεσμα η ηγεσία να συσχετίζεται συχνά με τον Άνδρα (ανδρικές κανονιστικές νόρμες και στερεότυπα).
Οι άνδρες εξακολουθούν να ελέγχουν την ηγεσία των πολιτικών κομμάτων και οι γυναίκες στα κόμματα συμμετέχουν κατά κανόνα σε ανεπίσημα δίκτυα ή σε γυναικείες οργανώσεις. Γιατί αλήθεια στα κόμματα υπάρχουν Γυναικείες Οργανώσεις; Διερωτήθηκαν ποτέ οι «γυναικείες οργανώσεις» ποιος είναι ο ρόλος τους; Με ποιο τρόπο υποβόσκει στη δράση και στην ονομασία τους ο δευτερεύων ρόλος των γυναικών, που «πρέπει» (κανονικοποίηση) να οργανώνουν τις φιλανθρωπικές εκδηλώσεις, και να έχουν βοηθητικό ή και υποστηρικτικό ρόλο σε αποφάσεις στις οποίες δεν είχαν λόγο; Γιατί να μην είναι μικτές όλες οι ενδοκομματικές οργανώσεις; Ή γιατί οι γυναικείες οργανώσεις να μην στοχεύουν στην αλλαγή της κανονιστικής δράσης των κομμάτων; Γιατί να μην οργανώνονται μαζί με άνδρες του κόμματος για ίση συμμετοχή, ίσο τηλεοπτικό χρόνο, για παράδειγμα, καθ΄ όλη τη διάρκεια του κάθε έτους και όχι ελάχιστο κατά την προεκλογική περίοδο, όταν κανένας και καμιά δεν γνωρίζει την υποψήφια της τελευταίας στιγμής; Γιατί να μην είναι μικτές οι ομάδες, από Άνδρες και Γυναίκες μετονομαζόμενες σε Οργανώσεις Ίσης Συμμετοχής;
Τα επίσημα και ανεπίσημα δίκτυα που λειτουργούν στο πλαίσιο πολιτικών κομμάτων επηρεάζουν καθοριστικά την ανέλιξη σε ηγετικές θέσεις, τη διατήρηση της κομματικής υποστήριξης και την εφαρμογή αλλαγών στις πολιτικές. Οι άνδρες είναι εκείνοι που συμμετέχουν κατεξοχήν στις δραστηριότητες ανεπίσημης δικτύωσης μετά το ωράριο εργασίας και παίρνουν αποφάσεις ερήμην των γυναικών, οι οποίες ως υποψήφιες πρέπει να διεξάγουν στη συνέχεια τον προεκλογικό τους αγώνα σε ανδροκρατούμενα καφενεία. Ποιος είναι ο ρόλος της υπόδειξης από τον αρχηγό των γυναικών που θέλει να προωθήσει και ποιος ο ρόλος των ίδιων των υποψηφίων;
Τα κόμματα γίνονται οι θυροφύλακες της ανδρικής υπεροχής. Οι άνδρες κυριαρχούν σε χαρτοφυλάκια που σχετίζονται με τις βασικές κρατικές λειτουργίες, όπως η άμυνα, η δικαιοσύνη και η εξωτερική πολιτική, ενώ οι γυναίκες αναλαμβάνουν κυρίως υπουργεία με κοινωνικοπολιτιστικές λειτουργίες, ενισχύοντας με αυτό τον τρόπο το στερεότυπο ότι είναι πιο κατάλληλες για τομείς, όπως η μέριμνα και οι πολιτιστικές εκδηλώσεις. Τα πολιτικά κόμματα κλείνουν τις πόρτες τους στις γυναίκες και έχουν πρωταρχικό ρόλο στον καθορισμό της ποσότητας και της ποιότητας των ευκαιριών συμμετοχής των γυναικών στην κομματική πολιτική, σε οργανισμούς, ανώτατα συμβούλια, κρατικούς μηχανισμούς.
Η μικρότερη παρουσία των γυναικών στον δημόσιο χώρο χρησίμευσε για την ιδεολογική νομιμοποίηση της πολιτικής και των θέσεων λήψης αποφάσεων ως χώρου που δικαιωματικά ανήκει στους Άνδρες και όχι στις Γυναίκες.
Η συζήτηση για το Φύλο, η οποία επικεντρώνεται μόνο σε περισσότερες γυναίκες στην εργασία ή διαμαρτύρεται και καταδικάζει τη γυναικοκτονία και την άνιση συμμετοχή των γυναικών παραμένει στην καταδίκη του φαινομένου και όχι στην καταπολέμηση της αιτίας του και γι΄ αυτό δεν μπορεί να φέρει και την αλλαγή. Δεν καταφέρνει να δει το πραγματικό πρόβλημα, όταν μιλά για τη Γυναίκα και τον Άνδρα ως ενότητες με δεδομένα χαρακτηριστικά και όχι για Γυναίκες και Άνδρες με χαρακτηριστικά ατόμων και όχι ομάδων, φύλα με διαφορετικά γενετικά χαρακτηριστικά, όχι όμως με δεδομένες κοινωνικές και πολιτικές ικανότητες και αδυναμίες λόγω φύλου. Όταν, επομένως, μιλούμε για Άνδρες αναγνωρίζουμε ότι υπάρχουν και ικανοί και ανίκανοι και όταν μιλούμε για Γυναίκες και όχι για τη Γυναίκα αναγνωρίζουμε ότι υπάρχουν και ανίκανες και ικανές και περισσότερο ικανές από πολλούς Άνδρες.
Δεν υπάρχει πολιτική του φύλου, αν δεν αναγνωριστεί η πολλαπλότητα της πολιτισμικής κοινωνικής και πολιτικής διασύνδεσης μέσω των οποίων η έννοια ‘Γυναίκα’ οικοδομείται, περιθωριοποιείται και παραμένει το ασθενές κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό φύλο. Με αυτό τον τρόπο η έννοια Γυναίκα ομαδοποιείται κανονιστικά, της αποδίδουμε δηλαδή αυτό που θέλουμε να αλλάξουμε, το ότι η Γυναίκα είναι μια αδιαφοροποίητη κατηγορία που περιλαμβάνει πώς πρέπει να είναι όλες οι γυναίκες. Λειτουργεί ως κανονιστική, ελεγκτική δύναμη η οποία γενικεύει και νομιμοποιεί συγκεκριμένες πρακτικές και τομείς δράσης , ενώ καταδικάζει και από-νομιμοποιεί άλλες. Έτσι, οι κατηγορίες ταυτότητας, όπως Γυναίκα, δεν είναι απλώς περιγραφικές εξωτερικών χαρακτηριστικώς (sex) αλλά πάντα κανονιστικές και επομένως αποκλεισμικές. Περιλαμβάνουν αξιολόγηση δράσης και προσήλωση σε συγκεκριμένες συμπεριφορές.
Εν κατακλείδι, η Πολιτική του Φύλου απαιτεί τον μετασχηματισμό της σχέσης των φύλων, καθώς και την αναγνώριση μιας κοινωνικοπολιτικής κατασκευής, η οποία πρέπει να αλλάξει, αρχίζοντας από την οικογένεια, το σχολείο, την ανώτερη εκπαίδευση, και φτάνοντας στο κόμμα και στην πολιτική ζωή. Μέχρι να δημιουργηθεί η κρίσιμη μάζα όπου τουλάχιστον το 30 % γυναικών ή ανδρών, ευαισθητοποιημένων σε θέματα ισότητας, εκπροσωπούνται σε θέσεις λήψης αποφάσεων.
Τα κέντρα Πολιτικής του Φύλου έχουν διαγνώσει ότι με τον σημερινό ρυθμό και χωρίς την παιδεία για το φύλο, για να επιτευχθεί ίση συμμετοχή στην πολιτική ζωή, χρειάζονται άλλα 130 χρόνια.
*Καθηγήτρια, έδρα Unesco Πανεπιστημίου Κύπρου, γαι την Ισότητα των Φύλων