Χαμηλές επιδόσεις μαθητών: Σε ποιους παράγοντες οφείλονται;


ΤΗΣ ΔΡΟΣ ΙΦΙΓΕΝΕΙΑΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ*

Οι χαμηλές ακαδημαϊκές επιδόσεις αποτελούν συχνό φαινόμενο που αφορά μια μεγάλη ομάδα παιδιών και εφήβων, οι οποίοι για λόγους που ποικίλουν δυσκολεύονται να επιτύχουν ακαδημαϊκά στο βαθμό που επιθυμούν ή που οι ικανότητές τους μπορούν να τους οδηγήσουν. Ενώ σε αρκετές περιπτώσεις, οι χαμηλές επιδόσεις κατανοούνται από το περιβάλλον των μαθητών ως αποτέλεσμα χαμηλής προσπάθειας, βαθύτερα αίτια ενδεχομένως να οδηγούν σε αυτή την εικόνα. Ορίζοντας τις χαμηλές επιδόσεις ως το αποτέλεσμα ενός ευρύτερου προβλήματος και προσπαθώντας να αποσαφηνίσουμε τους αιτιακούς παράγοντες, εντοπίζουμε πως οι δυσκολίες στη μάθηση μπορούν να λάβουν διάφορες μορφές, όπως επίσης και οι λόγοι που οδηγούν σε αυτές.

Ποια είναι τα χαρακτηριστικά ενός μαθητή με δυσκολίες στη μάθηση;

Σκιαγραφώντας το προφίλ των μαθητών των οποίων οι επιδόσεις τους είναι χαμηλότερες του αναμενόμενου, ενδεχομένως να εντοπίσουμε διάφορες δυσκολίες κατά τη μάθηση και τη μελέτη, όπως:

  • αδυναμίες προσοχής και συγκέντρωσης (ενασχόληση του μαθητή με άλλα αντικείμενα κατά το μάθημα, ανάγκη για επαναφορά και επανάληψη της ύλης)
  • δυσκολία στην κατανόηση των πληροφοριών της μάθησης (χαμηλή επαφή με το περιεχόμενο διδασκαλίας, ανάγκη για απλοποίηση, επεξήγηση και επανάληψη των πληροφοριών του μαθήματος)
  • δυσκολία ανάγνωσης (ανάγνωση χωρίς ροή, παράλειψη λέξεων, χαμηλή κατανόηση του περιεχομένου ανάγνωσης)
  • αδυναμία στον γραπτό λόγο (μη τήρηση των κανόνων ορθογραφίας, σημείων στίξης και γραμματικής, δυσκολία στο να τοποθετήσουν οργανωμένα τη σκέψη τους στο χαρτί)
  • δυσκολία στα μαθηματικά (αδυναμία κατανόησης μαθηματικών πράξεων και ποσοτικών προβλημάτων, αδυναμία στην κατανόηση και απομνημόνευση των μαθηματικών τύπων)
  • δυσκολία απομνημόνευσης και χαμηλή ικανότητα ανάκλησης των ακαδημαϊκών γνώσεων
  • αργοπορία κατά μελέτη και ανάγκη για παροχή επιπλέον χρόνου
  • αδυναμία στην ανεξάρτητη και αυτόνομη μελέτη και ανάγκη για υποστήριξη
  • χαμηλά κίνητρα και χαμηλό ενδιαφέρον για μελέτη
  • μαθησιακά κενά.

Σε ποιους παράγοντες οφείλονται οι χαμηλές επιδόσεις ενός μαθητή;

Ενώ το πιο πάνω προφίλ δυσκολιών μπορεί με ένα παρόμοιο τρόπο να περιγράψει τους μαθητές που σημειώνουν δυσκολία στη μάθηση, διαφορετικοί είναι οι αιτιακοί παράγοντες που κρύβονται πίσω από τον κάθε μαθητή, όπως:

  • αναπτυξιακές δυσκολίες ή γνωστικές δυσλειτουργίες που με τη σειρά τους οδηγούν σε αδυναμίες προσοχής, αντίληψης, έλλειψης οργάνωσης, χαμηλή ταχύτητα
  • περιβάλλον ανάπτυξης «φτωχό» σε ερεθίσματα και ευκαιρίες μάθησης
  • κοινωνικά προβλήματα, οικογενειακά προβλήματα, συναισθηματικές δυσκολίες που με τη σειρά τους μπορούν αρνητικά να επηρεάσουν τη διαδικασία της μάθησης
  • χαμηλά κίνητρα, ενδιαφέρον και προσπάθεια προς τη μάθηση (σημείο που μαζί με τα συναισθηματικά προβλήματα μπορεί να θεωρηθεί τόσο ως αιτιακός παράγοντας των χαμηλών επιδόσεων αλλά και ως επακόλουθό τους).

Πώς χρειάζεται να δράσουν οι γονείς στις περιπτώσεις όπου ένα παιδί σημειώνει δυσκολίες στη μάθηση;

Αρχικά, είναι σημαντικό να σημειωθεί πως, λόγω της υψηλής ταχύτητας διδασκαλίας και πολυπλοκότητας της ακαδημαϊκής ύλης, οι δυσκολίες στη μάθηση μπορούν εύκολα να αναγνωριστούν από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού. Έτσι, συχνά οι εκπαιδευτικοί, οι οποίοι έχουν μια ξεκάθαρη εικόνα για τον κάθε μαθητή, ενημερώνουν τους γονείς σχετικά με τους προβληματισμούς τους, σημεία τα οποία ενδεχομένως να παρατηρούν και οι γονείς στο σπίτι. Στην περίπτωση όπου οι γονείς παρατηρήσουν τις πιο πάνω δυσκολίες ή ενημερωθούν για αυτές, είναι απαραίτητο άμεσα και κατάλληλα να υποστηρίξουν τον μαθητή.

Σε αρκετές περιπτώσεις, μαθητές με αδυναμίες στη μάθηση, έστω και αν λάβουν εξατομικευμένη υποστήριξη και βοήθεια, συνεχίζουν να δυσκολεύονται, κάτι που δικαιολογημένα δημιουργεί επιπλέον προβληματισμό. Σε αυτό το σημείο, οι μαθησιακές δυσκολίες και γενικότερες αδυναμίες του κάθε παιδιού είναι απαραίτητο να διερευνηθούν, όπου οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί καλούνται να συνεργαστούν αρχικά με τον Σχολικό Ψυχολόγο, ο οποίος θα πραγματοποιήσει μια εξειδικευμένη αξιολόγηση του μαθητή.

Η εν λόγω αξιολόγηση, η οποία θα συμπεριλάβει την εκτίμηση τόσο του γνωστικού όσο και του ακαδημαϊκού επιπέδου του παιδιού, μπορεί να λειτουργήσει ως ο «χάρτης» μέσα από τον οποίο γονείς και εκπαιδευτικοί θα κατευθυνθούν για τα επόμενα βήματα υποστήριξης του παιδιού. Συνεπώς, η διαδικασία της αξιολόγησης, θεωρείται η πλέον κατάλληλη μέθοδος για την κατανόηση των ενδοατομικών δυνατοτήτων και αδυναμιών του παιδιού, και αποτελεί τη βάση για το σχεδιασμό του αναγκαίου πλάνου παρέμβασης και υποστήριξης του μαθητή.

Αξιολόγηση του μαθητή και μαθησιακή υποστήριξή του:

Τόσο η αξιολόγηση όσο και η παρέμβαση και υποστήριξη του μαθητή, χρειάζεται να πραγματοποιηθούν άμεσα αφού εντοπιστούν οι δυσκολίες, ώστε να ελεγχθούν τα αρνητικά επακόλουθα των μαθησιακών δυσκολιών, όπως:

  • κενά στη μάθηση
  • ακαδημαϊκή αποτυχία
  • αρνητικές συναισθηματικές επιπτώσεις στον μαθητή λόγω των μαθησιακών αδυναμιών
  • αρνητική επίπτωση στα κίνητρα και την εμπλοκή στη μάθηση λόγω των ακαδημαϊκών δυσκολιών.

Επιπλέον, λόγω του ότι στο σχολικό σύστημα οι μαθητές δεν αντιμετωπίζονται τόσο ατομικά αλλά συλλογικά, η αξιολόγηση και κατανόηση του προφίλ ενός μαθητή με αδυναμίες στη μάθηση είναι σημαντικό να πραγματοποιηθεί νωρίς, κατά τα πρώτα κρίσιμα χρόνια εκπαίδευσης. Έχοντας ο Σχολικός Ψυχολόγος στη διάθεσή του αυτά τα δεδομένα, σε συνεργασία με το περιβάλλον του κάθε παιδιού (γονείς, σχολείο), μπορεί να αναπτύξει ένα κατάλληλο πλάνο παρέμβασης, με απώτερο σκοπό την ενδυνάμωσή του, μέσα από την παροχή διαφοροποιημένης εκπαίδευσης και μαθησιακής υποστήριξης στο σχολείο και στο σπίτι, σημείο που με τη σειρά του θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις ώστε η μάθηση να είναι ευνοϊκότερη για τον μαθητή και η ακαδημαϊκή διαδικασία  πιο «δίκαιη», αφού θα λαμβάνει υπόψη τις εξατομικευμένες ανάγκες του.

*Σχολική Ψυχολόγος, Κλινική Ψυχολόγος

Μέλος Συνδέσμου Ψυχολόγων Κύπρου




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










2210