Μειωμένα κίνητρα μαθητών: Πώς να τους βοηθήσουμε;


ΤΗΣ ΙΦΙΓΕΝΕΙΑΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ*

Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις των μαθητών που σημειώνουν χαμηλό ενδιαφέρον για μελέτη, αδιαφορία προς τη μάθηση, ακόμη και άρνηση για να πάνε στο σχολείο ή στα απογεματινά φροντιστήρια. Παράλληλα, σε αρκετές περιπτώσεις μαθητών με χαμηλά κίνητρα προς τη μάθηση, συναντάμε γονείς ανήσυχους, αγχωμένους για το μέλλον των παιδιών τους, που ψάχνουν λύσεις και τρόπους διαχείρισης του εν λόγω ζητήματος.

Ένας μαθητής, μπορεί να αδιαφορήσει προς τη μάθηση για διάφορους λόγους, όπου στις πλείστες περιπτώσεις το αίτιο δεν είναι ένα και μοναδικό, αλλά ένας αριθμός παραγόντων που προκαλεί αυτή την κατάσταση. Αναζητώντας τα αίτια, εντοπίζουμε πως μαθητές οι οποίοι σημειώνουν δυσκολίες στην κατάκτηση της γνώσης, όπου η τελική τους απόδοση απαιτεί πολύωρο διάβασμα και η επιτυχία δεν είναι δεδομένη, στο πέρασμα της ακαδημαϊκής τους ζωής ενδεχομένως να αναπτύξουν άρνηση προς τη μελέτη και ιδιαίτερα μειωμένα κίνητρα για προσπάθεια. Την ίδια στιγμή, ορισμένοι μαθητές, μολονότι έχουν επαρκείς ικανότητες μάθησης και κανένα ακαδημαϊκό ή γνωστικό περιορισμό, επιλέγουν συνειδητά ή ασυνείδητα να απέχουν από την ακαδημαϊκή διαδικασία. Ο συναισθηματικός παράγοντας επίσης φαίνεται να κατέχει σημαντικό ρόλο τόσο στην εμπλοκή όσο και στην προσπάθεια του μαθητή, όπου παιδιά και έφηβοι οι οποίοι νιώθουν αγχωμένοι, ιδιαίτερα πιεσμένοι, που δεν πιστεύουν στις ικανότητές τους, ενδεχομένως να παρουσιάζουν χαμηλά κίνητρα προς τη μάθηση. Επιπλέον, ένα άλλο συχνό παράδειγμα αποτελούν οι μαθητές με συγκεκριμένα ενδιαφέροντα και ταλέντα (για παράδειγμα, ενδιαφέρον και κλίση προς τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, την τέχνη, τις δημιουργίες, το χορό, τη γυμναστική), των οποίων τα ταλέντα και ενδιαφέροντα δεν τυγχάνουν εκμετάλλευσης από το εκπαιδευτικό σύστημα και δεν περιλαμβάνονται στο αναλυτικό πρόγραμμα του σχολείου, κάτι που επιφέρει αρνητικό αντίκτυπο στα κίνητρά τους για μελέτη και προσπάθεια. 

Τα κίνητρα αποτελούν ένα αριθμό εσωτερικών και εξωτερικών παραγόντων που «ενεργοποιούν» το ενδιαφέρον ενός ατόμου και τον ενθαρρύνουν να υιοθετήσει συγκεκριμένες συμπεριφορές για την επίτευξη ενός στόχου. Στην εκπαίδευση μεταφράζονται πιο απλά στο ενδιαφέρον που δείχνει ένας μαθητής για τη μάθηση. Τα κίνητρα αντανακλώνται στην ενεργό εμπλοκή, αλλά και στον κόπο που αφιερώνει ένας μαθητής για την επίτευξη ενός σκοπού. Έτσι, όταν αναφερόμαστε σε μειωμένα κίνητρα προς τη μάθηση, περιγράφουμε την εικόνα ενός μαθητή με χαμηλό ενδιαφέρον, που δυσκολεύεται στο να αποδώσει νόημα στη μαθησιακή διαδικασία, που ενδεχομένως να αποφεύγει τη μελέτη, και οτιδήποτε συνδέεται με τη μάθηση να το αντιλαμβάνεται ως αγγαρεία, δύσκολο, αναγκαστικό «πρέπει», και εμπόδιο στην καθημερινότητά του.

Με ποιο τρόπο μπορούμε να υποστηρίξουμε έναν μαθητή με μειωμένα κίνητρα;

Η παρέμβαση προς μια κατάσταση, διαφέρει από άτομο σε άτομο, λόγω των διαφορετικών αναγκών αλλά και συνθηκών στις οποίες ο κάθε ένας αναπτύσσει ένα χαρακτηριστικό. Έτσι, στην περίπτωση μαθητών με δυσκολίες στη μάθηση, οι οποίες ενδεχομένως να επηρεάζουν αρνητικά την προσπάθειά τους ως προς τη μελέτη, απαραίτητη θεωρείται η αποσαφήνιση αυτών των δυσκολιών και η ακαδημαϊκή ενίσχυσή τους. Σε αυτό το σημείο, βασικό ρόλο κατέχουν τόσο οι εκπαιδευτικοί όσο και οι γονείς, οι οποίοι καλούνται να βοηθήσουν τον μαθητή με κάθε δυνατό τρόπο, ώστε να κατακτήσει τη μαθησιακή ύλη, και συγχρόνως να αναπτύξει δεξιότητες που στην πορεία θα του παρέχουν περισσότερη ανεξαρτησία στη μελέτη. Βασικό ρόλο επίσης κατέχει το εκπαιδευτικό σύστημα στο σύνολό του, το οποίο καλείται να προσαρμόσει το αναλυτικό πρόγραμμα και τις μεθόδους εκπαίδευσης στα μέτρα όλων των μαθητών, ώστε η γνώση να αποτελεί ίση ευκαιρία για όλους. Συνεπώς, η παρουσίαση της διδακτέας ύλης μπορεί να γίνει με πολλούς διαφορετικούς τρόπους, όπου η διαφοροποίηση της διδασκαλίας ανάλογα με τα ενδιαφέροντα και τις ικανότητες των μαθητών, καθώς και η παροχή πολυαισθητηριακών μαθησιακών εμπειριών μπορούν να ενισχύσουν το ενδιαφέρον τους.

Παράλληλα, στις περιπτώσεις όπου ομαθητής αδυνατεί να δώσει την επιθυμητή αξία και αναγνώριση της σημαντικότητας του ρόλου του σχολείου, και δυσκολεύεται να αντιληφθεί το όφελος της εμπλοκής του στη μάθηση, οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί καλούνται να συνδέσουν τη νέα γνώση με τα ενδιαφέροντά του, να συζητήσουν τη συμβολή και χρησιμότητα του κάθε μαθήματος στη ζωή του παιδιού, με τρόπο ώστε ο μαθητής να μπορέσει να νοηματοδοτήσει τα μαθήματα αλλά και την προσπάθεια που χρειάζεται να καταβάλει.

Την ίδια στιγμή, η ενεργός εμπλοκή των μαθητών μπορεί να ενισχύσει τα κίνητρα και το ενδιαφέρον τους γύρω από τη μελέτη και την εμπλοκή τους στο μάθημα. Συγκεκριμένα, η εφαρμογή μεθόδων και τεχνικών που ενθαρρύνουν την εμπλοκή των μαθητών, η ομαδοσυνεργατική μάθηση, οι δημιουργικές δραστηριότητες, τα παιχνίδια ρόλων, η διαδραστικές ασκήσεις, η ευκαιρία τα παιδιά να παρουσιάσουν το έργο τους μέσα από διάφορους τρόπους (π.χ. βίντεο, κολάζ, μουσική), μπορούν να «ενεργοποιήσουν» και να συντελέσουν θετικά στην προσπάθεια των μαθητών.

Τέλος, το θετικό κλίμα στην τάξη, το ενδιαφέρον του εκπαιδευτικού προς τον κάθε μαθητή σχετικά με τις κλίσεις του, τις απόψεις του, τις ανησυχίες του, η υποστήριξη και ανοικτή επικοινωνία απέναντι στα ζητήματα που το κάθε παιδί μπορεί να βιώνει κατά την ακαδημαϊκή του πορεία, είναι ικανά από τη μία να οικοδομήσουν ισχυρές σχέσεις μεταξύ μαθητών και εκπαιδευτικών, αλλά και να δημιουργήσουν στο παιδί το συναίσθημα της εμπιστοσύνης, της ασφάλειας, την υποστήριξης και του ενδιαφέροντος προς κάποιο ζήτημα που ενδεχομένως να αντιμετωπίζει, το οποίο πιθανόν να επηρεάζει και την ακαδημαϊκή προσπάθεια και μαθησιακή εικόνα του.

*Κλινική Ψυχολόγος, Σχολική Ψυχολόγος

Μέλος Συνδέσμου Ψυχολόγων Κύπρου




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










3301