Τη γλώσσα μου έδωσαν Ελληνική


ΤΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΜΠΑΡΡΗ*

Είναι κοινά παραδεκτό ότι πολύ απέχουμε από τη γνώση της ελληνικής γλώσσας και η πενία μας όσον αφορά το θέμα είναι μεγάλη. Ολοένα απομακρυνόμαστε από τη σωστή νεοελληνική δημοτική μας γλώσσα και δεν εννοώ μονάχα τους μαθητές. Εννοώ το σύνολο του λαού και της κοινωνίας και στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Φιλοδοξία λοιπόν του σημερινού άρθρου είναι ν’ αναδείξει τις αιτίες του προβλήματος. Που οφείλεται; Γιατί ολοένα εντείνεται; Τι πρέπει ν’ αλλάξει;

  Την τεχνολογία κανείς δεν την εχθρεύεται. Τεράστιες είναι οι ωφέλειες, οι ευκολίες που μας παρέχει, η συμβολή της στην εξέλιξη, στην πρόοδο της επιστήμης. Είμαστε όλοι οπαδοί και τη χρησιμοποιούμε καθημερινά σ’όλους τους τομείς της ζωής μας. Το διαδίκτυο κατέκτησε τον κόσμο, μείωσε τις αποστάσεις και φέρνει στο σπίτι μας τα παγκόσμια γεγονότα την ώρα ακριβώς που γίνονται. Αρχίζει να γίνεται πρόβλημα όταν καταντά να γίνεται η μόνη επικοινωνία, αντικαθιστώντας την ανθρώπινη σε προσωπικό επίπεδο.

   Πέραν αυτού, έχουμε μάθει και χρησιμοποιούμε την ορολογία του διαδικτύου και της ηλεκτρονικής επικοινωνίας που είναι στην αγγλική γλώσσα. Συνομιλούμε με αγγλικούς όρους, στέλνουμε μηνύματα με αγγλικές συντομογραφίες, στέλνουμε emails, sms, κάνουμε like,  γράφουμε στο twitter, διαβάζουμε τα message μας, κάνουμε share, forward, delete, tag, copy paste, comment κ.λπ., κ.λπ.).

   Για να μη θεωρηθούμε οπισθοδρομικοί ή και ρατσιστές, αυτό καθαυτό δεν είναι κακό καθώς και χρόνο κερδίζουμε και τους ορίζοντες της επικοινωνίας διευρύνουμε και την αγγλική στο κάτω κάτω αγαπούμε καθώς είναι γλώσσα περιεκτική. Το πρόβλημα αρχίζει όταν εξαιτίας της υπέρμετρης χρήσης και της μοναδικής, εγκαταλείπουμε την ομορφιά και την περιγραφικότητα της ελληνικής γλώσσας, κάτι που στην πορεία του χρόνου οδηγεί στη γλωσσική πενία, ιδιαίτερα όσον αφορά τις νέες γενιές. Ασφαλώς δεν χρησιμοποιούμε την ανθρώπινη επικοινωνία και απ’εδώ ξεκινούν πολλά προβλήματα της κοινωνίας. Διαδικτυακός αλφαβητισμός ναι, αλλά όχι αυτό να μας οδηγεί στον γλωσσικό αναλφαβητισμό.

   Την κυπριακή διάλεκτο είμαι ο πλέον ακατάλληλος για να την κατηγορήσω. Είμαι θαυμαστής της, τη μελετώ, την αγαπώ, τη σέβομαι. Έγραψα πολλά άρθρα, έκανα διαλέξεις, μίλησα σε συνέδρια για τον πλούτο, την ομορφιά, την αρτιότητα, την μουσικότητά της, για τις ρίζες της που φτάνουν ίσαμε τις «αμμουδιές του Ομήρου».

    Άλλο όμως αυτό και άλλο να χρησιμοποιείται αντί της κοινής νεοελληνικής. Ως κόρην οφθαλμού πρέπει να προσέχουμε την διάλεκτό μας και να την τιμούμε. Είναι ιερό κειμήλιο, προσδιορίζει την ιστορία και ταυτίζεται με την ψυχή μας. Η γλώσσα όμως της γραπτής επικοινωνίας, της εκπαίδευσης, της επιστήμης, είναι για όλο τον Ελληνισμό η κοινή νεοελληνική δημοτική γλώσσα. Τα παιδιά μας σ’αυτή διδάσκονται και σ’ αυτήν εξετάζονται. Αν στην καθημερινότητά τους, στην οικογένεια, στο περιβάλλον και στο χωριό τους χρησιμοποιούν μόνο τη διάλεκτο, σίγουρα θ’ αντιμετωπίσουν δυσκολίες, θα υστερούν έναντι των νέων του υπόλοιπου Ελληνισμού και ενδεχομένως να επηρεάσει αρνητικά και τις σπουδές τους.

   Ας προσέξουν λοιπόν ιδιαίτερα και οι γονείς, αλλά ιδιαίτερα και τα Μ.Μ.Ε. Δεν αποδεικνύεις την αγάπη σου στη διάλεκτο χρησιμοποιώντας την υπερβολή είτε σε αριθμό (με πολλές σειρές-εποχής, όπου χρησιμοποιείται η διάλεκτος), είτε σε τρόπους έκφρασης (π.χ. χρήση λέξεων-εκφράσεων ακραίας διαλέκτου εντελώς άγνωστων).

   Χειρότερο από τις ταινίες κυπριακής διαλέκτου είναι οι πολλές άλλες ελληνικές ή κυπριακές σειρές που υποτίθεται είναι γραμμένες στην κοινή νεοελληνική, αλλά είναι γεμάτες από εκφράσεις του πεζοδρομίου, συχνά και χυδαίες κι ας μεταδίδονται την ώρα που παρακολουθούν μικρά παιδιά. Οι πρωταγωνιστές δεν μιλούν τη σωστή ελληνική γλώσσα. Επικοινωνούν με βρισιές, ακατανόμαστες φράσεις, λέξεις χαμηλού επιπέδου ανάμεικτες και με ξένες λέξεις, σεξιστικά υπονοούμενα, συνθηματικά περιθωριακών ατόμων και συνοικιών, λες και παρακολουθεί κάποιος ή κυκλοφορεί στον υπόκοσμο της πλατείας «Ομονοίας» («μου τη δίνει, μου άναψαν τα λαμπάκια, μου την πέφτει, ασιχτήρ, έλα ρε μαλάκα, μη μου τη σπας, μου την έχει στημένη, μου τα’χεις πρήξει».) Δεν μπορεί να φανταστεί κανείς πόση ζημιά γίνεται στα νέα παιδιά, πόσο εύκολα τα υιοθετούν και τα επαναλαμβάνουν και σε πόσο μεγάλη γλωσσική φτώχεια οδηγούνται, τόσο εκτεταμένη που δεν μπορούν μετά να μιλήσουν σωστά, πόσο μάλλον να γράψουν.

   Τα πράγματα γίνονται τραγικότερα και γελοία όταν «εν τη σοφία τους» οι καναλάρχες και για αύξηση της τηλεθέασης επιλέγουν Ελλαδίτες ηθοποιούς να παρουσιάζουν παραδοσιακά προγράμματα ή να συμμετέχουν σε Κυπριακές ταινίες χρησιμοποιώντας κυπριακή διάλεκτο ή Κύπριους να το παίζουν ότι μιλούν σωστά ελληνικά με σωστή προσφορά.

   Αν σ’ όλα αυτά προσθέσουμε και τα πολλά και σοβαρά γλωσσικά λάθη που ακούγονται από τα Μ.Μ.Ε. είτε από εκφωνητές, παρουσιαστές, είτε από δημόσια πρόσωπα, πολιτικούς, ειδικούς επιστήμονες, δημοσιογράφους, αθλητικογράφους, βουλευτές, δικαστές, δικηγόρους, αθλητές, τραγουδιστές κ.λπ. καταλαβαίνει κανείς σε πόσο «εχθρικό» περιβάλλον όσον αφορά τη γλώσσα ζούμε. Παραλείπω ακόμα τη γλωσσική αθλιότητα που χαρακτηρίζει εφημερίδες και περιοδικά μας. Υπάρχουν λάθη ασυγχώρητα και εγκληματικά που έπρεπε να ήταν ποινικώς κολάσιμα γι’ αυτούς που τα γράφουν ή τα εγκρίνουν προς δημοσίευση.

 Ας μην εκπλήσσεται λοιπόν κανείς και ας μην απορεί για το ότι φτωχαίνουμε γλωσσικά, δεν ξέρουμε να μιλούμε, ούτε να γράφουμε σωστά ελληνικά.

  Θεωρώ ακατανόητο να ονομάζεται κάποιος μορφωμένος και να μην κατέχει τη μητρική γλώσσα, να είναι επιστήμονας και να μη μιλά σωστά ελληνικά, να είναι πολιτικός και να μην μπορεί να πει σωστά δύο φράσεις αν δεν τις έχει γραμμένες, να είναι δημοσιογράφος ή παρουσιαστής και αντί ν’ αποτελεί πρότυπο όσον αφορά τη χρήση της Γλώσσας να είναι μόνο παράδειγμα προς αποφυγή.

 Θεωρώ προκλητικό να έχουμε εκπαιδευτικό σύστημα όπου μπορεί κάποιος να περάσει σ’ όποιο πανεπιστήμιο θέλει χωρίς να κατέχει τη μητρική του γλώσσα, να γίνει ακόμα και δάσκαλος ή φιλόλογος με απροβίβαστο στην ελληνική γλώσσα. Ας προβληματιστούμε όλοι για να σώσουμε τουλάχιστον τους νέους.  Πέραν  των άλλων η Γλώσσα είναι και θέμα εθνικό και για χώρες με άλυτα εθνικά προβλήματα σαν τη δική μας, αποτελεί προϋπόθεση επιβίωσης.

 Προσοχή λοιπόν και ας έχουμε τα μάτια μας ανοικτά, γονείς, εκπαιδευτικοί, Μ.Μ.Ε. καναλάρχες, συντάκτες, εκδότες, δημοσιογράφοι, πολιτικοί, ηθοποιοί, δημόσια πρόσωπα. Στο κάτω – κάτω εκτός από ξένες γλώσσες στην Κύπρο, κάποιοι πρέπει να μιλούμε και να γράφουμε σωστά και τη γλώσσα μας, αυτή που ο Οδυσσέας Ελύτης περήφανα μας υποδεικνύει: « Τη γλώσσα μου έδωσαν Ελληνική, το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου.

ιλόλογος επίτιμος πρόεδρος Συνδέσμων Ελλήνων Διευθυντών Μέσης Εκπαίδευσης Κύπρου.




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











4548