Χάθηκε το προζύμι;


ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Κ. ΠΕΡΣΙΑΝΗ*  

Στις 8 Μαΐου αναδημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο από το βρετανικό εβδομαδιαίο περιοδικό New Statesman η πληροφορία  ότι τους τελευταίους τρεις μήνες πέθαναν από κορονοϊό στη Βρετανία, οι περισσότεροι στο Βόρειο Λονδίνο, 301  Κύπριοι, Ε/Κ και Τ/Κ, κυρίως ηλικιωμένοι. Η είδηση εξηγούσε ότι ο αναλογικά προς τον πληθυσμό πολύ μεγάλος αριθμός των νεκρών οφείλεται πιθανότατα, πρώτα, στο γεγονός ότι οι άνθρωποι αυτοί διέμεναν στο ίδιο σπίτι με τα παιδιά και τα εγγόνια τους και δεύτερο, στο ότι η Βρετανική Κυβέρνηση, αντίθετα προς την Κυπριακή, άργησε να απαγορεύσει τις μεγάλες συγκεντρώσεις πολιτών στον ίδιο χώρο και γι αυτό ο βαθμός μεταδοτικότητας  του ιού ήταν εκεί πολύ ψηλότερος από εκείνον στην  Κύπρο.

Ο ξαφνικός θάνατος τόσων πολλών συμπατριωτών μας αποτελεί μεγάλη  απώλεια όχι μόνο για τη βρετανική κυπριακή παροικία, αλλά και για την Κύπρο ολόκληρη. Ιδιαίτερα  για τον Ελληνισμό της Κύπρου, το βαρύ πλήγμα στην ελληνική παροικία της Βρετανίας αποτελεί ανεπανόρθωτη ζημιά. Είναι:

*πρώτο, η απώλεια ανθρώπων με σπάνιες σήμερα ανθρώπινες αρετές (εργατικότητα, υπομονή, επιμονή, τόλμη, αισιοδοξία για τη ζωή, αφοσίωση στην οικογένεια, αγάπη για τον τόπο τους),

*δεύτερο, ανθρώπων  που λειτούργησαν ως οι δυνατές ρίζες που διαμόρφωσαν το ήθος και την προοδευτικότητα των δυο μεταπολεμικών γενιών Ελληνοκυπρίων της Βρετανίας, και

*τρίτο, ανθρώπων με ισχυρή πολιτισμική και εθνική ταυτότητα και πίστη στην ελληνική και χριστιανική  παράδοση που εργάστηκαν σκληρά για να βοηθήσουν τις νεότερες γενιές Ελληνοκυπρίων της Αγγλίας να διατηρήσουν την πολιτισμική τους ταυτότητα, ζώντας μέσα σε μια  πολυπολιτισμική κοινωνία και φοιτώντας σε ξενόγλωσσα και αλλόθρησκα σχολεία.

Πρέπει να πω από την αρχή πως είχα την τύχη να γνωρίσω από κοντά την πρώτη ελληνοκυπριακή γενιά της Βρετανίας κατά τα τρία χρόνια που έζησα στην Αγγλία και γι αυτό μιλώ από τις δικές μου εμπειρίες. Οι άνθρωποι αυτοί, που μετανάστευσαν στη Βρετανία λίγο πριν και αμέσως μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν άνθρωποι απλοί, αγράμματοι με ελάχιστες γνώσεις της Αγγλικής, αλλά πολύ τίμιοι και οικονόμοι. Πολλοί δούλεψαν για πολλά χρόνια, μέχρις ότου μπόρεσαν να σταθούν στα πόδια τους, στα ξενοδοχεία ως πιατάδες και ποτηράδες (δεν υπήρχαν τότε πλυντήρια πιάτων και ποτηριών). Οι γυναίκες δούλευαν σε εργοστάσια γυναικείων φορεμάτων ως ράπτριες αλλά και στο σπίτι μέχρι  τις πρωινές ώρες μεταφέροντας δουλειές από το εργοστάσιο για να κερδίσουν κάτι παραπάνω. Με τα χρόνια, όταν μεγάλωνε αρκετά το κομπόδεμα, οι πιο τολμηροί άνοιγαν τα δικά τους μικρά εργοστάσια γυναικείων φορεμάτων  ή μικρά εστιατόρια κυρίως «φισιάτικα»(fish and chips), όπως τα έλεγαν. Αυτό ακολούθησαν και άλλοι και έτσι στις αρχές της δεκαετίας του 1960 υπήρχε ήδη ένας μικρός αριθμός πλουσίων Ελληνοκυπρίων, ο οποίος μεγάλωνε χρόνο με τον χρόνο. Εκείνο που μου έκανε εντύπωση στις κουβέντες μου μαζί τους ήταν οι φιλοδοξίες που είχαν για τα παιδιά τους. Όλοι σχεδόν μου τόνιζαν πως ο κύριος λόγος για τον οποίο μετανάστευσαν στη Βρετανία ήταν για να μπορέσουν να δώσουν στα παιδιά τους εκείνο που για οικονομικούς λόγους στερήθηκαν οι ίδιοι, τη μόρφωση. Το γεγονός ότι η δεύτερη και η  τρίτη γενιά των Ελληνοκυπρίων  περιλαμβάνουν σήμερα στους κόλπους τους πολλούς μορφωμένους, μερικούς διάσημους γιατρούς, ερευνητές, δικηγόρους και καθηγητές πανεπιστημίων αποδεικνύει ότι η πρώτη γενιά κατόρθωσε να πραγματοποιήσει τον ευγενή της στόχο σε μεγάλο βαθμό.

Η μεγαλύτερη ωστόσο αρετή τους ήταν η ισχυρή πίστη τους στις αξίες της θρησκείας, της πατρίδας και της εθνικής παράδοσης που τους βοήθησε να μη χάσουν την ταυτότητα τους μέσα στο μεγάλο φυλετικό χωνευτήρι των βρετανικών μεγαλουπόλεων αλλά και να μπορέσουν να εμφυσήσουν στα  παιδιά τους αυτή την πίστη και ταυτότητα. Το κατόρθωμα αυτό επιτεύχθηκε με πολλή προσπάθεια και πολλούς κόπους και θυσίες τόσο από τους γονείς όσο και από τα παιδιά. Μόνο όσοι ξέρουν τι σημαίνει Σάββατο για όσους ζουν στη Βρετανία και είχαν την τύχη να δουν από κοντά έστω και μια από τις μεγάλες συγκεντρώσεις γονέων να περιμένουν καρτερικά έξω από τις ελληνικές ορθόδοξες εκκλησίες στις οποίες λειτουργούσαν τα παροικιακά ελληνικά σχολεία τα παιδιά τους να τελειώσουν το μάθημά τους στα ελληνικά και την ελληνική ιστορία μπορούν να εκτιμήσουν αυτή τη θυσία. Πολλοί επίσης γονείς που είχαν την οικονομική δυνατότητα πλήρωναν Ελληνοκύπριους ή Ελλαδίτες δασκάλους να κάνουν ιδιαίτερα μαθήματα στα Ελληνικά στα παιδιά τους.

Τι θα σημαίνει άραγε για το μέλλον της ελληνοκυπριακής παροικίας στη Βρετανία ο ξαφνικός θάνατος τόσο πολλών Ελληνοκυπρίων από τις παλιές γενιές  μέσα σε τρεις μήνες;΄Μήπως αυτό σημαίνει ότι χάθηκε οριστικά το προζύμι που διαμόρφωσε ηθικά, συναισθηματικά και πολιτισμικά τις τρεις γενιές που γεννήθηκαν τα τελευταία ογδόντα περίπου χρόνια στη Βρετανία;

*Πρώην Αναπλ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Κύπρου




Comments (1)

  1. Μιχάλης Α. Πόλης:
    May 16, 2020 at 10:14 AM

    Ποια ήταν η μέση ηλικία των ανθρώπων που χάθηκαν;


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










2055