Ο ρόλος των γραπτών εξετάσεων στην ανάδειξη ανεπιθύμητων συμπερασμάτων


ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΠΕΓΕΙΩΤΗ*

Για σειράν ετών παρακολουθώ τα αποτελέσματα ανεπίσημων αδημοσίευτων διαγνωστικών εξετάσεων που διεξάγονται με την έναρξη της σχολικής χρονιάς και επαναλαμβάνονται μετά από δίμηνη εντατική επανάληψη στα βασικά μαθήματα –Ελληνικά και Μαθηματικά- με εξεταζόμενους το 80% των νεοεισερχόμενων μαθητών που πέρασαν επιτυχώς από το γυμνασιακό στο λυκειακό επίπεδο εκπαίδευσης.

Το εξεταζόμενο υλικό δεν έχει καμία σχέση με αυτό που διδάσκεται στη Γ΄ Γυμνασίου. Συμπίπτει πλήρως με το υλικό της Α΄ Γυμνασίου. Σπάνιο φαινόμενο να βρεθούν βαθμοί πάνω από το ελάχιστο ικανοποιητικό (10/20) με μέσο όρο βαθμολογίας γύρω στο 6-8/20.

Συμπέρασμα: Το 80% των νεοεισερχόμενων μαθητών στο λυκειακό επίπεδο εκπαίδευσης του συγκεκριμένου σχολείου, δεν έχουν αποκτήσει ούτε στον ελάχιστον βαθμό τις βασικές πυρηνικές γνώσεις όπως προβλέπουν και απαιτούν τα αναλυτικά προγράμματα εκπαίδευσης, αναγκαίες και απαραίτητες για περαιτέρω εκπαίδευση.

Οι νεοεισερχόμενοι αυτοί μαθητές, από την έναρξη της σχολικής χρονιάς κατανέμονται σε τάξεις και παρακολουθούν όλα τα άλλα μαθήματα λυκειακού επιπέδου. Με τη ολοκλήρωση του προκαταρκτικού προγράμματος αρχίζουν να παρακολουθούν και τα βασικά μαθήματα σύμφωνα με το Αναλυτικό Πρόγραμμα.

Στο στάδιο αυτό, δεν γίνεται συζήτηση πως απολύθηκαν από το Γυμνάσιο οι συγκεκριμένοι μαθητές, αλλά πως θα ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις του προγράμματος που θα ακολουθήσουν στη διάρκεια των επόμενων τριών χρόνων, στις απαιτήσεις του λυκειακού επιπέδου εκπαίδευσης.

Παρά την ανησυχία που θα μπορούσε να προκαλέσει η απάντηση στο προηγούμενο ερώτημα, δεν φαίνεται να ανησυχεί τους συγκεκριμένους μαθητές. Είναι πεπεισμένοι ότι ανεξαρτήτως επιπέδου προγράμματος, γνωσιολογικού περιεχομένου, απαιτήσεων εκπαιδευτικού προσωπικού, όλοι οι μαθητές θα απολυθούν με ικανοποιητικό βαθμό. Με τη συμπλήρωση παραμονής τριών εκπαιδευτικών χρόνων, μετά την εξασφάλιση εγγραφής σε οποιοδήποτε εκπαιδευτικό ίδρυμα, θα τους απονεμηθεί απολυτήριο απόφοιτου Μέσης Εκπαίδευσης. Μοναδικός περιορισμός στην πορεία αυτή – ο αριθμός των απουσιών να μην ξεπερνά τις τριακόσιες (300) ανά σχολική χρονιά (οι κανονισμοί αναφέρουν τον αριθμό 134 ως μέγιστο επιτρεπόμενο όριο) καθ’ ότι πέραν του αριθμού αυτού υπάρχει ο κίνδυνος στασιμότητας.

Χαρακτηριστική είναι η δήλωση που δίνει τη σιγουριά σε κάθε εκπαιδευόμενο σε κάθε σχολείο.
«Θα πιάσω το χαρτί (απολυτήριο)! Θέλουν δεν θέλουν θα με περάσουν».

Ποιοι θέλουν, ποιοι δεν θέλουν είναι θέμα που μπορεί να αναλυθεί σε άλλο άρθρο. Αν και είναι γνωστή αυτή η νοοτροπία σε όλο τον εκπαιδευτικό κόσμο, κατά παράδοξο τρόπο, κανένας δεν επιθυμεί να αγγίξει αυτή την ανωμαλία του εκπαιδευτικού συστήματος. Αρκούνται αόριστα να λένε:
«Έτσι είναι!» ή «Είναι το σύστημα τέτοιο!»

Μετά από πολλά χρόνια, πότε συλλογικών, πότε συγκρουσιακών συζητήσεων εισήχθη το σύστημα εξετάσεων ενδιάμεσης και τελικής εξέτασης. Πρώτα στις τάξεις της λυκειακής εκπαίδευσης και μελλοντικά θα ακολουθήσουν και τα Γυμνάσια. Ήδη διεξήχθη η πρώτη ενδιάμεση εξέταση στη βάση των νέων κανονισμών με κάθε τυπικότητα και αυστηρότητα, στο πρότυπο των Παγκύπριων Εξετάσεων, βγήκαν τα αποτελέσματα, δεν δημοσιεύτηκαν, δεν συζητήθηκαν στο ευρύ κοινό, παρά μόνο κυκλοφόρησαν εντός των σχολείων κάποιοι συμβουλευτικοί πίνακες που ευκόλυναν το έργο του εκπαιδευτικού στην επιλογή του προφορικού βαθμού που θα βοηθούσε τον μαθητή να επιπλεύσει στην περίπτωση που είχε «πατώσει» στις γραπτές εξετάσεις. Τα αποτελέσματα φυλάχτηκαν στα συρτάρια του συστήματος και ξεχάστηκαν με την εμφάνιση της πανδημίας. Οι τελικές εξετάσεις πάλι ακυρώθηκαν λόγω πανδημίας. Όλοι οι μαθητές πέρασαν στις επόμενες τάξεις ανεξαρτήτως βαθμολογίας. Όλοι είναι ικανοποιημένοι. Τι θα ωφελήσει το σκάλισμα κάποιων δεδομένων που λήφθηκαν μέσα από μια, την πρώτη εξέταση;

Με την ελπίδα τον Σεπτέμβρη να μην εμφανιστεί νέο κύμα πανδημίας θα αρχίσει η νέα σχολική χρονιά 2020-2021. Αν θεωρηθεί ότι η χρονιά που πέρασε ήταν διαφορετική, απάλλαξε τους μαθητές από την υποχρέωση των τελικών εξετάσεων, εκτός των τελειοφοίτων. Όλοι είχαν εξασφαλίσει την εύκολη μετάβαση στην επομένη τάξη δίχως ιδρώτα, επομένως και η αφομοίωση της προβλεπόμενης από το Αναλυτικό Πρόγραμμα ύλης δίχως αμφιβολία δεν έχει επιτευχθεί. Η σχολική χρονιά θα ξεκινήσει με δίχως εκπτώσεις, με τις παραδοσιακές απαιτήσεις. Οι μαθητές της Α΄ Λυκείου θα δοκιμαστούν στη διαγνωστική εξέταση, θα δούμε τη διεξαγωγή αδιάβλητων εξετάσεων (ενδιάμεσης και τελικής) σε δύο τάξεις του Λυκείου, θα διεξαχθούν ξεχωριστά οι απολυτήριες από τις εξετάσεις πρόσβασης για τους τελοιόφοιτους.

Είναι σίγουρο ότι ο νέος υπουργός θα εξοικειωθεί με τη βαθμολογική εικόνα που θα δίνουν τα εξεταστικά δοκίμια με τις χρυσές αυτοκόλλητες ετικέτες που κρύβουν τα ονόματα των εξεταζόμενων;
Δεν θα εκπλήσσεται όταν το 33% των μαθητών θα γράφει από 0-5/20 στα βασικά μαθήματα;

«Διαπιστώνουμε όμως ταυτόχρονα ότι 33% των μαθητών/τριών παρέδωσαν γραπτό που βαθμολογήθηκε μεταξύ 0 και 5/20.  Μας προβληματίζει και πρέπει να επεξεργαστούμε κάποια μέτρα γι’ αυτό.
Σε εξεταστικές διαδικασίες είναι φυσιολογικό να υπάρχουν αποκλίσεις και αυτό συμβαίνει παντού και πάντα όπου υπάρχουν εξετάσεις. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να προβληματιστούμε για το φαινόμενο μιας σημαντικής μερίδας μαθητών/τριών που με βαθμολογίες της τάξης του 0,1,2 ή 3 στα 20 δείχνουν να μην έχουν συμμετάσχει καθόλου στη μαθησιακή διαδικασία. Όταν αρκετοί μαθητές/μαθήτριες παραδίδουν γραπτό που βαθμολογείται με 1 ή 2 στα 20, χρειάζεται το φαινόμενο να τύχει κάποιας αντιμετώπισης. Είναι κάτι που θα πρέπει να συζητηθεί, να αναλυθεί και να οδηγήσει σε συμπεράσματα και αποφάσεις πολιτικής.»(Προδρόμου για Παγκύπριες- Paideia- Νews, 14/07/20)

Πολύ απλά και αντικειμενικά, ο διευθυντής Λυκείου Τάσος Τάσου περιέγραψε το «μεγάλο δίλημμα» σε πρόσφατη «εμπειρική» κατάθεση του (Αποτελέσματα Παγκυπρίων – Paidei-Νews, 14/07/20), τον καλοστημένο μηχανισμό εκκόλαψης τελοιοφοίτων και την έκδοση πλαστών απολυτηρίων. Εφ΄ όσο θεωρεί ο υπουργός ότι «το φαινόμενο χρειάζεται να τύχει κάποιας αντιμετώπισης» πολύ εύκολα θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι θα πρέπει να σταματήσει η αδημοσίευτη και μη διάφανη χειραγώγηση των εκπαιδευτικών λειτουργών σε όλες τις βαθμίδες της εκπαιδευτικής πυραμίδας. Η προπαγάνδα της απόκτησης ψηλού επιπέδου συναισθηματικής νοημοσύνης και η απουσία της ανάγκης αιτιολόγησης του βαθμού στο ενδεικτικό προόδου του μαθητή, επιτρέπει σήμερα στον εκπαιδευτικό την ανεξέλεγκτη επιλογή του αναγκαίου βαθμού, για να υπηρετήσει το καθιερωμένο σύστημα και ταυτόχρονα τον απαλλάσσει από τον ευθυνοφοβικό και εργασιακό φόρτο, παράγοντες, που χωρίς αμφιβολία εμφανίζενται στη διαδικασία της πολυδιάστατης αξιολόγησης, τεκμηρίωσης και ανακοίνωσης του βαθμού που αντιπροσωπεύει τον κάθε ξεχωριστό μαθητή.

Είναι η πρώτη φορά που το ευρύ κοινό ακούει επίσημα από υπουργό παιδείας ότι 33% των μαθητών παρέδωσαν γραπτό που βαθμολογήθηκε μεταξύ 0 και 5/20. Αν ληφθεί υπόψη ότι και αυτοί οι μαθητές απολύθηκαν, σημαίνει ότι είχαν αξιολογηθεί στα τετράμηνα με βαθμό 13-14/20. Είναι ο βαθμός που χαρακτηρίζει ένα καλό μαθητή.
Πώς είναι δυνατό ένας καλός μαθητής να μην είναι σε θέση να εξασφαλίσει το βαθμό 2/20 στις επίσημες γραπτές εξετάσεις;

Συμπληρωματικά ας αναλογιστούν οι αναγνώστες και απαντήσουν στα ακόλουθα ερωτήματα:

Ερώτημα 1: Γιατί είναι θεμιτό στις επίσημες γραπτές εξετάσεις να εκθέτεται το απόστημα στο στερέωμα του εκπαιδευτικού συστήματος και οι λειτουργοί του συστήματος εσκεμμένα να το διογκώνουν με τη στάση τους;

Ερώτημα 2: Πότε η υποχρέωση του εκπαιδευτικού να αξιολογεί τους μαθητές θα σταματήσει να χαρακτηρίζει τον «καλό» και τον «κακό» εκπαιδευτικό;

*Εκπαιδευτικός Τεχνικής Εκπαίδευσης




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










1767