ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΣΤΑΜΑΤΗ*
Το περασμένο Σάββατο, 8/2/2018 πραγματοποιήθηκε συνάντηση της ΟΕΛΜΕΚ και της ΟΛΤΕΚ για το συνταξιοδοτικό ζήτημα. Πρόκειται για μια σοβαρή εκκρεμότητα που προκύπτει λόγω της κυβερνητικής ανεπάρκειας να δώσει λύση που να διασφαλίζει την ισότητα ανάμεσα στις τάξεις των εκπαιδευτικών και γενικά των δημοσίων υπαλλήλων. Στη συνάντηση αυτή τέθηκε το ερώτημα από τους επηρεαζόμενους παρευρισκόμενους, πόσοι και ποιοι είναι παρόντες από τους εκλεγμένους εκπροσώπους των συνδικαλιστών που δεν επηρεάζονται από την κατάργηση του κρατικού σχεδίου σύνταξης και του εφάπαξ. Αλήθεια λίγοι. Μετρημένοι στα δάκτυλα.
Την ίδια στιγμή τέθηκε το αντερώτημα, πόσοι εκπαιδευτικοί επηρεάζονται και πόσοι ήταν εκεί. Αρκετοί. Η αίθουσα ήταν γεμάτη και η ανασφάλεια και η ανησυχία ακόμα ποιο έντονη. Συγκριτικά όμως με τον αριθμό των επηρεαζόμενων εκπαιδευτικών οι 200 παρευρισκόμενοι ήταν λίγοι. Δηλαδή μόλις το δέκα τοις εκατό σκέφτηκε ότι μπορεί να αφιερώσει το πρωινό του Σαββάτου για να ενημερωθεί, να ακούσει ή να μιλήσει για το ζήτημα το οποίο επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τα οικονομικά της οικογένειας του. Μέσα από αυτήν την οπτική οι λίγοι που δεν είναι επηρεαζόμενοι αλλά εμφανίζονται στις συναντήσεις στηρίζοντας τους υπόλοιπους, είναι ένας αρκετά σημαντικός αριθμός.
Κατά συνέπεια τίθεται το ερώτημα ποιος στην τελική ασχολείται ενεργά με το ζήτημα όταν το 80 τοις εκατό των εκπαιδευτικών (και γενικά των δημοσίων) δεν επηρεάζεται (αν και αυτό δεν ισχύει όπως αναλύεται πιο κάτω) και παραμένει αμέτοχο και όταν επίσης το 90 τοις εκατό των άμεσα επηρεαζόμενων δεν ανταποκρίνεται επαρκώς. Είναι λοιπόν εύκολο να κατηγορηθεί αυτός που ασχολείται σχετικά (με όποιο αποτέλεσμα), γιατί ασφαλώς δεν μπορεί να κατηγορηθεί κάποιος που δεν κάνει τίποτα. Παρά μόνο φυσικά για απραξία. Κάτι το οποίο καταγράφεται ξανά και ξανά, τόσο στις συναντήσεις όσο και στις επαφές. Η απραξία επίσης μπορεί να θεωρηθεί πιο ανώδυνη από την προσπάθεια (σχετικά παράλογο αλλά συμβαίνει).
Την ίδια στιγμή ένα μεγάλο ποσοστό των εκπαιδευτικών και των υπαλλήλων του δημόσιου τομέα κάθεται εφησυχασμένο αναπαυτικά στην κουρελού του κρατικού σχεδίου και εφάπαξ καθώς διορίστηκε λίγα χρόνια πριν από το 2011. (Ωραία… την γλυτώσαμε, θα το πάρουμε το εφάπαξ). Έλα όμως που τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Αυτό γιατί το ωραίο και στιβαρό τους εφάπαξ των πολλών χιλιάδων ευρώ φορολογείται και κουτσουρεύεται με διαφορετικό τρόπο από αυτό των παλαιότερων. Απομένει λοιπόν ένα ποσοστό συνταξιοδοτικής αποζημιώσης, που σε τελική ανάλυση και υπό όρους δεν είναι καθόλου ικανοποιητικό σε σχέση με αυτό που υπήρχε πριν το ορόσημο του 2011. Επομένως οι εφησυχασμένοι εκπαιδευτικοί προ της κατάργησης του συνταξιοδοτικού παραμένουν σχετικά μετέωροι.
Η αντίληψη της αδικίας των πιο πάνω, κυριαρχεί πιο έντονα στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, κάτι που οδήγησε τα τελευταία χρόνια στην εμφάνιση νέων συντεχνιών όπως η Ισότητα εξαιτίας της αδιαφορίας της ΠΑΣΥΔΥ όπως το συνταξιοδοτικό ζήτημα. Την ίδια στιγμή η Εκπαιδευτικές Οργανώσεις επιζητούν επίλυση που να διασφαλίζει τα ίδια δικαιώματα σε όλα τους τα μέλη. Η προσέγγιση αυτή ουσιαστικά εκμηδένισε τις σχετικά ακραίες φωνές για δημιουργία άλλης συντεχνίας και ταυτόχρονα στο μητρώο, κυρίως της ΟΕΛΜΕΚ, εγγράφηκαν περίπου 400 μέλη τα τελευταία τρία χρόνια κάτι που ενισχύει τον βαθμό πίεσης προς τις ηγεσίες.
Διαμορφώνεται λοιπόν μια νέα δυναμική ανάμεσα στους ψηφοφόρους των εκπαιδευτικών Οργανώσεων που θα πρέπει να απασχολήσει τις ηγεσίες. Αυτό φυσικά θα διαφανεί και από τα αποτελέσματα των εκλογών του Μαΐου όπου περίπου 12.000 θα κληθούν να ψηφίσουν ηγεσίες για την επόμενη τριετία. Και εφόσον το συνταξιοδοτικό ζήτημα κρίνεται το σημαντικότερο από όλα τα μέρη, σύμφωνα με τις επίσημες διακηρύξεις, θα πρέπει το εκλογικό σώμα να αναδείξει ξεκάθαρα την αναγκαιότητα επίλυσης του, με στήριξη σε όσους ασχολούνται ενεργά, είτε επηρεάζονται άμεσα, είτε έμμεσα είτε καθόλου. Θα πρόκειται για ένα σημαντικό βήμα αλληλεγγύης σε μια πορεία διεκδίκησης της δικαιοσύνης στους κόλπους της εκπαιδευτικής κοινότητας.
*Γενικός Αντιπρόσωπος ΟΕΛΜΕΚ