Εκεί που η ομορφιά, μ' αξιζει


ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ ΧΑΤΖΗΧΑΡΙΤΟΥ*

Την κρίσιμη στιγμή της δημιουργίας, της σύλληψης μιας φωτεινής ιδέας που θα σου χαρίσει έναυσμα και τον κινητήριο μοχλό της δικής σου εσωτερικής αποκάλυψης, τότε αυθόρμητα η ψυχή και το πνεύμα του ανθρώπου επικαλείται μια ανώτερη δύναμη, μια θεϊκή φωνή που θα του χαράξει και θα του φωτίσει το δρόμο.

Πόλη αγαπημένη να σε προσφωνήσω με το αρχαίο όνομά σου Σαλαμίνα, να σε ονομάσω με το Ελληνιστικό σου Αρσινόη, να σε επικαλεστώ με το Βυζαντινό σου Κωνστάντια ή να σε τραγουδήσω με το σύγχρονό σου Αμμόχωστος;

Η ιστορία της Αμμοχώστου μας ταξιδεύει στο βάθος των αιώνων, όταν κουρσάροι, πειρατές αλλά και επίδοξοι κατακτητές επιβουλεύτηκαν και ζήλεψαν τη σπάνια ομορφιά της. Η ιδιαιτερότητά της συνίσταται στο ότι αποτελεί σταυροδρόμι τριών Ηπείρων: Ευρώπης, Ασίας, Αφρικής που μοιραία αποδείχθηκε ευλογία και κατάρα για την ιστορική της πορεία. Ως γεωγραφικός χώρος είναι ένα ανοικτό παράθυρο στον κόσμο, ένα χωνευτήρι λαών και πολιτισμών. Όποιος τη διαφεντεύει έχει ταυτόχρονα τον έλεγχο των θαλάσσιων εμπορικών δρόμων με τεράστια και ανυπολόγιστα οικονομικά οφέλη, αλλά και μπορεί να τη χρησιμοποιήσει ως βάση ανεφοδιασμού και αναδίπλωσης του στόλου και ως προπύργιο ή ορμητήριο επιθέσεων στις γύρω περιοχές.

Αδιάψευστα σημάδια που παρέμειναν ανεξίτηλα στο χρόνο και μάρτυρες της μακραίωνης ιστορίας της είναι τα ποικιλόμορφα κτήριά της: Αρχαιοελληνική η Σαλαμίνα που κτίστηκε για να θυμίζει τη χαμένη πατρίδα σ’ ένα  εξόριστο νοσταλγό, ήρωα του Τρωϊκού πολέμου, τον Τεύκρο, γοτθικές οι εκκλησίες της, ενετικοί οι προμαχώνες της και η λαξευμένη τάφρος της, βυζαντινές οι εκκλησίες της και τα μοναστήρια της αλλά και τούρκικα τα τζαμιά της.

Αμμόχωστος βασιλεύουσα! Πόλη ένδοξη και παινεμένη που για 1000 ολόκληρα χρόνια το άστρο σου έλαμπε σ’ ανατολή και δύση, δέχτηκες και αφομοίωσες δημιουργικά στη χοάνη σου ολόκληρους πολιτισμούς με μοναδική μαεστρία. Πάντα περήφανη και άξια εκπλήρωνες τις υποχρεώσεις σου και κέρδιζες επάξια τους όποιους αγώνες αναλάμβανες. Ισχυρό πνευματικό κέντρο αλλά και οικονομικό εκμεταλλεύτηκες γόνιμα και εποικοδομητικά τη φυσική αγκαλιά σου για πολυτάξιδα καράβια που σου μετέφεραν τους αμύθητους θησαυρούς και τα πολύτιμα αγαθά της Ανατολής. Πνιγμένη και χωσμένη κυριολεκτικά σε μια αμμουδιά ζηλευτή και μοναδική για το λαμπερό χρυσαφί της χρώμα αποτελούσες ένα πολύτιμο κόσμημα, ένα αστραφτερό διαμάντι εκεί στην εσχατιά του Ελληνισμού.

Οι άνθρωποί σου Έλληνες οι περισσότεροι που κατοικούν στα Βαρώσια και στην εκτός των τειχών Αμμόχωστο, αλλά και Τούρκοι της παλιάς πόλης που κάθονται στην πλατεία μπροστά στον καθεδρικό ναό του Αγίου Νικολάου στη σκιά του ψηλού μιναρέ.

Όταν το όνειρο δύει απαλά και σβήνει από τα άσπρα σύννεφα της φαντασίας μου και επανέρχομαι αιφνίδια στη σκληρή πραγματικότητα του σήμερα, τότε η ώρα είναι κρίσιμη. Τότε αρχίζω και αφουγκράζομαι τις μύχιες πτυχές της ψυχής μου ως σεισμογράφος που καταγράφει τις δονήσεις στα έγκατα της γης. Τότε αρχίζω να σφυγμομετρώ τους παλμούς της καρδιάς μου που δυναμώνουν και φουντώνουν στη δίνη του χρόνου. Τότε αρχίζουν τα μάτια να υγραίνονται από το θάμπος του μυαλού, καθώς στους διαδρόμους του σκόρπιες λέξεις, βαθιές σκέψεις, αλλόκοτοι μηχανισμοί και συνειρμοί προσπαθούν να πλέξουν το γαϊτανάκι, να φτιάξουν την αλυσίδα που θα με οδηγήσουν να ανιχνεύσω την αλήθεια της τραγωδίας του χθες.  Η συνείδησή μου φωνάζει ότι για ακόμη μια φορά το όνειρο μου ξέφυγε από τις χούφτες μου, σαν το κρατούσα σφικτά. Αυτό που με κρατούσε, με συντηρούσε και με γιγάντωνε για σαράντα έξι ολόκληρα χρόνια∙ χρόνια δίσεκτα, σκληρά και πέτρινα, μα και μεστά με την ελπίδα και το όραμα της επιστροφής εκεί, στην ομορφιά που μου αξίζει.

Τόσα χρόνια αγνάντευα από το παράθυρο της ψυχής μου την ανθισμένη μυγδαλιά, τον λαμπερό ήλιο, που στον πύρινο δίσκο του αντιφεγγίζονταν η θάλασσα με τα βαθυγάλανα νερά και τις ολόχρυσες ακρογιαλιές της. Μέσα στη βουβή και παγερή θλίψη της η ασάλευτη κι η μαρμαρωμένη πολιτεία με καλεί να ριχτώ στην αγαπημένη ζεστή αγκαλιά της. Αναρωτιόμουν τόσα χρόνια, πώς μπορεί να χωρέσει τόση ομορφιά στο μοσχομυρισμένο από άνθη κόρφο της.

Η περιπέτεια του χθες έφερε την αντίστροφη πορεία των πραγμάτων, τη μεταβολή από την ελπίδα στην απογοήτευση, από την προσδοκώμενη ευτυχία στην αναπάντεχη δυστυχία, που ίσως θα’ ναι απροσμέτρητη και δυσβάστακτη.

Ο επίλογος όμως της δικής μου τραγωδίας δε γράφτηκε ακόμα. Η ελπίδα και το όραμα της επιστροφής ορθώνονται μπροστά μου εκεί, στην ομορφιά που μ’ αξίζει. Νομοτελειακά το πέρασμα από τους επικίνδυνους κλυδωνισμούς στην κάθαρση με συνακόλουθα την τελική λύτρωση και εξαγνισμό των πραγμάτων και της ψυχής είναι αναπόφευκτο.

Το αίμα του Σολωμού είναι νωπό στα συρματοπλέγματα της Δερύνειας. Τα σημάδια κατασπάραξης του Ισαάκ από τα άγρια θηρία της Ανατολής παραμένουν βαθιά χαραγμένα στην ξερή γη του περιβολιού. Ο αγέρας της λησμονιάς δε φύσηξε, για να τα παρασύρει στο διάβα του. Πιο κάτω τα χρυσά μήλα των εσπερίδων έχουν ωριμάσει και καρτερούν το γνώριμο χέρι του δουλευτή να τα αγκαλιάσει. Η γη είναι δική μας, διψασμένη για νερό και αγάπη.

Της καρδιάς μου οι ψίθυροι σαν φωτεινές ριπές φάρου μου προαναγγέλλουν και μου σηματοδοτούν το ηδονικό τέλος στο λιμάνι του ονείρου.

Επιλογικά σου αφιερώνω τα λόγια του μεγάλου νεοέλληνα ποιητή που τόσο σ’ αγάπησε και πίστεψε στο δικό σου θάμα:

«Στην πέτρα της υπομονής προσμένουμε το θάμα

Που ανοίγει τα επουράνια κι είν’ όλα βολετά

Προσμένουμε τον άγγελο σαν το πανάρχαιο δράμα

Την ώρα που του δειλινού χάνονται τ’ ανοιχτά τριαντάφυλλα».

  «Ερωτικός Λόγος» Γ. Σεφέρη

*Φιλόλογος




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











1649