ΤΗΣ ΔΑΝΑΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ*
Με μια ιστορική απόφαση στις 24 Απριλίου 2017 η ελληνική πολιτεία καθιέρωσε την 9η Φεβρουαρίου – την Ημέρα Μνήμης Διονυσίου Σολωμού – ως Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας. Έστω και με καθυστέρηση μερικών δεκαετιών, σε σχέση με αντίστοιχες αποφάσεις άλλων χωρών, η Ελλάδα θέσπισε την απόδοση τιμών – μέσα από εκδηλώσεις, εορτασμούς και άλλες δράσεις εντός και εκτός Ελλάδας – στη μητρική μας Γλώσσα, με σκοπό την ευαισθητοποίηση και τον προβληματισμό σχετικά με τη σημασία της για εμάς τους Έλληνες αλλά και με την προσφορά της στον παγκόσμιο πολιτισμό. Η απόφαση υιοθετήθηκε αμέσως και από την Κύπρο και έκτοτε διοργανώνεται κάθε χρόνο από το Υπουργείο Παιδείας η «Εβδομάδα Ελληνικής Γλώσσας» με σχετικές εκδηλώσεις, τόσο στον χώρο της εκπαίδευσης όσο και ευρύτερα της κοινωνίας.
Στο μήνυμά του με την ευκαιρία του πρώτου εορτασμού της Ημέρας αυτής (9/2/2018), ο τότε Υφυπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας Τέρενς Κουΐκ αποτίμησε την πορεία και την αξία της Γλώσσας μας, υπενθυμίζοντας ότι «η γλώσσα των Ελλήνων οδήγησε… στη γέννηση των οικουμενικών αξιών, οι οποίες νοηματοδοτούν τον σύγχρονο πολιτισμένο κόσμο, μεταλαμπάδευσε την ουσία της δημοκρατίας και συνέβαλε ουσιαστικά στη διάδοση του Χριστιανισμού».
Στο αντίστοιχο μήνυμά του το 2019, o Πρόεδρος του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας – του επίσημου φορέα του ελληνικού κράτους για την ελληνική γλώσσα – και ομότιμος καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Ιωάννης Καζάζης ανέφερε: «Την ελληνική γλώσσα αξίζει κανείς και να τη μάθει και να την αγαπήσει. Και για τις αρετές της, αλλά κυρίως διότι έχει εκφράσει έναν μεγάλο πολιτισμό, ο οποίος στην αρχή της μακράς διάρκειάς του διαμόρφωσε και κωδικοποίησε την πρώτη και καταστατική στρώση του ανώτερου λεξιλογίου και του εννοιολογίου του δυτικού πολιτισμού.»
Η Γλώσσα κάθε λαού αποτελεί ένα από τα βασικότερα στοιχεία – όχι το μόνο – καθορισμού της ταυτότητας και του πολιτισμού του. Και η ελληνική γλώσσα, εξαιτίας, πρώτον, της αδιάλειπτης χρήσης της εδώ και 4.000 χρόνια, δεύτερον, της καλλιέργειας της οποίας έτυχε στο στόμα του λαού και των μεγάλων πνευματικών μας δημιουργών, και τρίτον, της ευρείας διάδοσής της και της επίδρασης που άσκησε σε μεγάλο μέρος ξένων γλωσσών και σε πολλούς τομείς του παγκόσμιου πολιτισμού, αποτελεί για τους απανταχού Έλληνες συνεκτικό σημείο αναφοράς και καθορισμού της φυσιογνωμίας τους, τόσο σε σχέση με τους ίδιους όσο και σε σχέση με τους άλλους λαούς. Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι τα Ελληνικά (Αρχαία και Νέα) αποτελούν αντικείμενο διδασκαλίας στα καλύτερα πανεπιστήμια και σχολεία του κόσμου.
Σήμερα, δυστυχώς, σε αντίθεση με την εκτίμηση που δείχνουν οι ξένοι στη Γλώσσα μας, εμείς οι Έλληνες την κακοποιούμε. Γιατί, τι άλλο παρά κακοποίηση συνιστά η όλο και αυξανόμενη χρήση ξένων λέξεων, που καθημερινά εισβάλλουν αλόγιστα στην ομιλία μας, η χρήση των greeklish αντί του αλφαβήτου μας, ή η λεξιλογική και μορφοσυντακτική πενία που χαρακτηρίζει τον λόγο του μέσου Έλληνα;
Η αναβάθμιση και ενίσχυση της ελληνικής γλώσσας στην εκπαίδευση και ευρύτερα στην κοινωνία πρέπει να αποτελέσει σοβαρή προτεραιότητα, τόσο για τον Ελληνισμό στο σύνολό του όσο και για την ιδιαίτερή μας πατρίδα. Κάτω από τις συνθήκες δοκιμασίας που υφίσταται η Κύπρος, η δύναμη της Γλώσσας μας – και συνακόλουθα της εθνικής μας συνείδησης – συνιστά έναν από τους πιο αποτελεσματικούς άξονες άμυνας και ενδυνάμωσης της ελπίδας μας για εθνική δικαίωση και επιβίωση.
*Φιλόλογος Β.Δ., Σύμβουλος Φιλολογικών Μαθημάτων στο ΥΠΠΑΝ, Μ.Α. στην Κλασική Φιλολογία