ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ*
Η επιλογή της 25ης Μαρτίου ως η ημέρα της έναρξης του Αγώνα των Ελλήνων δεν ήταν τυχαία. Ήδη η ημέρα αυτή σήμαινε πολλά για τους Έλληνες, γιατί είχε οριστεί από τους Αγίους Πατέρες ως η ημέρα μνήμης ενός πολύ σημαντικού γεγονότος για όλη την ανθρωπότητα.
Μια νεαρή κοπελίτσα, όπως χαρακτηριστικά αποκαλούσε με ιδιαίτερη τρυφερότητα την Παναγία μας, ο Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός, υπακούοντας στην επιθυμία του Θεού δέχτηκε να γίνει μητέρα του Άναρχου, του Άκτιστου και Δημιουργού της. Αυτό κι αν είναι ευ+αγγελία, δηλ. καλή είδηση. Η μικρή Μαριάμ ευρισκόμενη στα άδυτα του Ναού του Σολομώντος, διάβαζε τις γραφές του Προφήτη Ησαΐα για την ενσάρκωση του Κυρίου και προσευχόταν να ναι η υπηρέτρια εκείνης που θα έφερνε στον Κόσμο τον Υιό του Θεού. Αυτή την ταπείνωση είχε η Παναγία μας. Οι Άγιοι Πατέρες τονίζουν πως ούτε ένας κακός λογισμός δεν πέρασε από το μυαλό της. Ως άνθρωπος, ως προσωπικότητα, η Παναγία μας συγκλονίζει. Όλα αυτά τα προσωνύμια και επίθετα που της αποδίδουμε καθρεφτίζουν τα χαρίσματά της.
Αυτήν λοιπόν την ημέρα των καλών ειδήσεων, της Ευαγγελίας, επέλεξαν οι πρόγονοί μας για να διαδώσουν την Ευαγγελία δηλαδή τα καλά νέα των Ελλήνων. Οι συνθήκες εσωτερικές τε και εξωτερικές μάλλον δεν υπαγόρευαν αγώνες και θυσίες. Όμως το αποφάσισαν.
Ο Αγώνας της Παλιγγενεσίας ξεκίνησε ουσιαστικά στις 21 Μαρτίου 1821 στα Καλάβρυτα και τελείωσε στην Πέτρα της Βοιωτίας στις 12 Σεπτεμβρίου του 1829.
Αδιαμφισβήτητα ήταν ένας Αγώνας αυτοθυσίας και προσφοράς αλλά ήταν και αγώνας συμφέροντος και εξουσίας.
Είναι γεγονός πως μυθοποιήσαμε τον Αγώνα του 1821. Μας τον διηγήθηκαν σαν παραμύθι και μεις συνεχίζουμε την παράδοση. Τον διηγούμαστε σαν παραμύθι. Για σκηνικό του Αγώνα θεωρούμε το ρομαντισμό και τους πρωταγωνιστικούς ρόλους πιστεύουμε πως ανέλαβαν άνθρωποι ανιδιοτελής, αλτρουιστές, ταπεινοί, με ωραία φρονήματα. Σίγουρα υπήρχαν και τέτοιοι αγωνιστές αλλά δεν ήσαν όλοι.
Αυτή όμως η παραποίηση εμπεριέχει κινδύνους, γιατί μπορεί στα μεν ιστορικά βιβλία να αναγράφεται σωστά το ιστορικό γεγονός, στη μεν ανθρώπινη συνείδηση καταγράφηκε ως ένα ωραιοποιημένο εγχείρημα των ημίθεων προγόνων μας, το οποίο φυσικά και είναι αδύνατο να μιμηθούμε, αφού είμαστε θνητοί.
Έχουμε λοιπόν χρέος, ιδιαίτερα ως άνθρωποι των γραμμάτων, να διασώσουμε την ιστορική αλήθεια.
Η Επανάσταση του 1821 είναι ένα ιστορικό γεγονός και μάλιστα καθοριστικό για μας τους Έλληνες. Ως αποτέλεσμα είχε τη δημιουργία του σύγχρονου Ελληνικού Κράτους. Ωστόσο πρέπει να τονιστεί πως η πορεία του οκταετούς Αγώνα δεν ήταν ομαλή. Από το ξεκίνημά του φαινόταν πως το εγχείρημα δεν θα ήταν τόσο εύκολο ακόμα και ανάμεσα στους Έλληνες. Αν και αμελητέο το ποσοστό, υπήρχαν και Έλληνες που δεν ήθελαν να γίνει ο Αγώνας για την Ελευθερία. Είναι επίσης γνωστό πως οι Φαναριώτες και οι Κοτζαμπάσηδες ήθελαν μεν να γίνει, αλλά χωρίς να επηρεαστεί η κοινωνική τους θέση ή η εξουσία που κατείχαν.
Σε όλες τις φάσεις του Αγώνα υπήρχαν και οι προσωπικές διαφωνίες μεταξύ των αγωνιστών, οι οποίες σ’ αρκετές περιπτώσεις έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην έκβασή του. Το μελανότερο σημείο του Αγώνα είναι φυσικά οι δύο εμφύλιοι πόλεμοι, που επηρέασαν δίχως άλλο αρνητικά την πορεία και εξέλιξή του. Αποτελεί ντροπή και όνειδος για το Έθνος μας. Εξ αιτίας των δύο εμφυλίων πολέμων δεν αξιοποιήθηκε κατάλληλα το δάνειο που συνήψε η επαναστατημένη Ελλάδα, το οποίο διατέθηκε τελικά για σκοπούς καθαρά προσωπικούς και αλλότριους. Με αποτέλεσμα σημαντικές περιοχές να μείνουν έξω από το σύγχρονο Ελληνικό Κράτος, γιατί δεν είχαν καιρό οι επαναστατημένοι Έλληνες της κυρίως Ελλάδας να στείλουν ενισχύσεις, για να βοηθήσουν τις περιφερειακές τοπικές εξεγέρσεις και έτσι κατεπνίγοντο εύκολα από τον εχθρό. Περιοχές, όπως η Κρήτη, η Χίος, τα Ψαρά και άλλες, εντάχθηκαν στο Ελληνικό Κράτος περίπου 100 χρόνια μετά την έναρξη της Επανάστασης. Αντιλαμβάνεστε το κόστος, πολιτικό και οικονομικό αυτής της εξέλιξης.
Μ’ αυτή την αναφορά στα μελανά, θα τολμούσα να πω, στα ανθρώπινα σημεία του Αγώνα, δεν επιδιώκω την αμαύρωση ή τη μείωση των αγωνιστών του ΄21 και της Επανάστασης γενικότερα. Στόχος μου είναι να αποδείξω πως ο αγώνας για την Ελευθερία του Έθνους ήταν ανθρώπινος κι’ ότι οι ήρωες του 1821 δεν ήταν διαφορετικοί από μας. Ούτε γιγαντόσωμοι ήταν, ούτε αλάνθαστοι, ούτε ημίθεοι, ούτε θεοί. Ήταν άνθρωποι απλοί, αγράμματοι, άνθρωποι που ζούσαν σε παράγκες, που διαφωνούσαν μεταξύ τους και που συχνά αντιμάχονταν ο ένας τον άλλο. Ήταν όμως, αδιαμφισβήτητα, άνθρωποι με πίστη, άνθρωποι που ήξεραν να γιορτάζουν με πάθος, με όλο τους το Είναι, τα Χριστούγεννα και το Πάσχα. Που νήστευαν, που εξομολογούνταν, που μεταλάμβαναν των Αχράντων Μυστηρίων. Άνθρωποι που, όταν τους ρωτούσαν αν είναι αγγλόφιλοι ή γαλλόφιλοι απαντούσαν Θεόφιλοι. Αυτοί ήταν οι άνθρωποι του 1821.
Πρέπει με τη διαδικασία του κατεπείγοντος να κατεβάσουμε από τα ράφια της βιβλιοθήκης τον Αγώνα και να σταματήσουμε να τον γιορτάζουμε. Γιατί πρέπει να τον ζήσουμε. Να διαβάσουμε Κολοκοτρώνη και Μακρυγιάννη και να επιστρέψουμε στις ρίζες μας, στην Ορθόδοξη μας Παράδοση. Ο Αγώνας ξεκίνησε με σκοπό την απελευθέρωση όλου του Ελληνικού Γένους. Διακόσια (200) χρόνια μετά από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης και η Κύπρος μας ακόμα υποφέρει. Είναι καιρός ο καθένας από μας να πάρει τις δικές του αποφάσεις και κυρίως να αναλάβει τις δικές του προσωπικές ευθύνες. Να ασκήσει κριτική μα πάνω από όλα αυτοκριτική. Να δει πού στέκεται και πού πορεύεται και ας αναλογισθεί το πρόσωπό του μέσα στην αιωνιότητα. Αγώνες και επαναστάσεις δεν γίνονται μόνο με τα όπλα και δεν υπάρχει μεγαλύτερος επαναστάτης από τον Κύριό μας. Ήλθε και τάραξε την ανθρωπότητα. Μια ματιά στο παρελθόν είναι αρκετή, για να επιβεβαιώσει του λόγου το αληθές. Ο Κύριος μας στην επίγεια πορεία Του μας παρέδωσε όπλα αλλιώτικα, όπλα μεγατόνων: ταπείνωση, πίστη, προσευχή, είναι μόνο μερικά. Ίσως οι καιροί να μην ευνοούν επαναστάσεις και αγώνες, ίσως οι καιροί επιτάσσουν άλλου είδους επαναστάσεις, πιο εσωτερικές και πνευματικές. Η αλήθεια είναι πως η λύτρωση ξεκινά μέσα από την ψυχή του καθενός πρώτα και μετά γίνεται καθολική. Η Παναγία μας έφτασε σε ύψη θέωσης πριν την επισκεφτεί ο θείος αγγελιαφόρος, ο Μακρυγιάννης και κάθε Μακρυγιάννης του 1821, όπως μαρτυρούν οι ιστορικές πηγές, κοιμόταν με την Αγία Γραφή προσκεφάλι και πριν σηκώσουν μπαϊράκι μετέλαβαν των Αχράντων Μυστηρίων και σήμερα, διακόσια (200) χρόνια μετά, όλα γύρω μας φωνάζουν ή καλύτερα ουρλιάζουν πως ήρθε καιρός για τον δικό μας Προσωπικό Ευαγγελισμό. Ο άνθρωπος είναι οι επιλογές του και το σύνολο των εμπειριών του.
*Φιλόλογος