Τι μας έχει διδάξει, λοιπόν, η τηλεκπαίδευση;


ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΜΙΤΛΕΤΤΟΝ*

  «Σε κάθε χωριό υπάρχει κι ένας πυρσός: ο δάσκαλος»: απόφθεγμα του  Hugo. Εντούτοις η πρόσφατη κρίση της πανδημίας κι η περίοδος της τηλεκπαίδευσης που περάσαμε μας έκανε να προβληματιστούμε ακριβώς για τούτο, για τις δυνατότητες του πυρσού ν’ ανάψει και να κρατήσει ζωντανή τη φλόγα της μάθησης μέσα στη γενικότερη αποστασιοποίηση, ακόμα και στον τομέα της εκπαίδευσης. Έχουμε μέσα στα δύο αυτά χρόνια αμφισβητηθεί, χάσει και κερδίσει, πολεμηθεί, αναιρεθεί κι αυτοαναιρεθεί, επιβεβαιωθεί, αλλάξει. Κι έχουμε οπωσδήποτε μάθει.

  Είναι πολλά που η περίοδος αυτή μας έχει διδάξει. Το πώς θα τη δούμε εκ των υστέρων, έχοντάς τη φαινομενικά διανύσει, εξαρτάται, πιστεύω, από ένα και μόνο: από το αν θα μιλήσουμε για την εκπαίδευση σε κρίση ή για κρίση στην εκπαίδευση. Στην πρώτη περίπτωση είναι η κρίση το περιέχον όλον, κι αυτό την καθιστά δυνατότερη κι ανθεκτικότερη από την εκπαίδευση, ενώ στη δεύτερη περίπτωση το σύνολο είναι η εκπαίδευση κι η κρίση αντιμετωπίζεται ως μια παροδική, προσωρινή φάση. Οι πλέον αισιόδοξοι μιλάμε πάντα για την εκπαίδευση ως μη αναιρούμενο και περιέχον όλον και πιστεύουμε ότι και η διαδικτυακή μορφή της μας έχει διδάξει πολλά, που μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε «για ν’ αλλάξουμε τον κόσμο», ένα κόσμο που ούτως ή άλλως αλλάζει.

  Η Anna Nordberg, από τους αρθρογράφους που με ενέπνευσαν ακόμα από την αρχή της πανδημίας και της διευρυμένης εφαρμογής τεχνολογιών στην εκπαίδευση, όταν όλοι φοβόμασταν ή ανησυχούσαμε, όταν όλοι έγραφαν για αναπόφευκτη πτώση των επιδόσεων των μαθητών κι επερχόμενη στασιμότητα στην παιδεία, έγραφε στο «San Francisco Chronicle» ότι η πανδημία (με τον εγκλεισμό που ακολούθησε) μπορεί να ήταν μία κρίση για την εκπαίδευση, αλλά ήταν επίσης και μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να συζητήσουμε ιδέες για τη βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης που δεν είχαμε φανταστεί πριν, όπως και ν’ ανανεωθούμε ως εκπαιδευτικοί. Τι μας έχει διδάξει, λοιπόν, η τηλεκπαίδευση; Τι μας έκανε να συνειδητοποιήσουμε;

  1. Η μείωση των σχολικών επιδόσεων δεν είναι πρόβλημα που δημιούργησε η τηλεκπαίδευση. Το πρόβλημα προϋπήρχε. Η τηλεκπαίδευση το όξυνε και το κατέδειξε. Σε συνέντευξή του στην Άννα Γριμάνη τον Μάιο του 2020, ο Χαράλαμπος Πατρινός, Οικονομολόγος, επικεφαλής Εκπαίδευσης για την Ευρώπη και την Κεντρική Ασία της Παγκόσμιας Τράπεζας στην Washington, μίλησε για τις συνέπειες του νέου μοντέλου εκπαίδευσης που εφαρμόστηκε λόγω των περιοριστικών μέτρων, αναφέροντας τα πιθανά σενάρια απωλειών στις επιδόσεις των μαθητών με 1,5 δισεκατομμύριο παιδιά σε 175 χώρες εκτός σχολείων. Ο κ. Πατρινός υποστήριξε ότι ένα πιθανότατο σενάριο ήταν η επιπλέον πτώση των επιδόσεων των πιο αδύνατων μαθητών και η μεγιστοποίηση των αποτελεσμάτων των μαθητών της κορυφής. Κι αυτό γιατί η αύξηση της φτώχειας και της έλλειψης ευκαιριών για εργασία ήταν αναμενόμενο να φέρει σε πιο δυσχερή θέση τους οικονομικά πιο ευάλωτους κι αδύνατους μαθητές, που δεν είχαν τις ίδιες δυνατότητες πρόσβασης και παρακολούθησης των μαθημάτων. Τόνισε ότι η μαθησιακή κρίση δεν έχει δημιουργηθεί από την πανδημία ούτε βέβαια από την τηλεκπαίδευση, αλλά προϋπήρχε, και, ασφαλώς, μπορούμε να κάνουμε ενέργειες, για ν’ αλλάξουμε τα δεδομένα, δουλεύοντας για τη μεγιστοποίηση των μαθησιακών αποτελεσμάτων όλων των κατηγοριών των μαθητών κόντρα σε παράγοντες που τα επηρεάζουν πτωτικά, όπως είναι αυτές οι ανισότητες της ζωής…
  2. Οφείλουμε, ως εκ τούτου, να εργαζόμαστε πιο εντατικά για την ισότητα στην εκπαίδευση. Οι συγγραφείς Ben Williamson, Rebecca Eynon και John Potter έγραφαν στο περιοδικό «Learning, Media and Technology» τον Μάιο του 2020 ότι πρέπει να έχουμε υπ’ όψιν δύο πράγματα: ότι δεν μπορεί η τεχνολογία να διορθώσει την κοινωνική ανισότητα κι ότι οι δικές μας προσπάθειες για γεφύρωση του χάσματος δεν πρέπει να εξαντλούνται στην εξασφάλιση της πρόσβασης όλων των μαθητών στις εκπαιδευτικές πλατφόρμες. Επομένως ισότητα στην εκπαίδευση δεν είναι μόνον η πρόσβαση στην τεχνολογία, αλλά η παροχή (ολόχρονα) από την πλευρά μας ίσων ευκαιριών για εμπλοκή στη μάθηση και στην επικοινωνία είτε στην ψηφιακή τάξη που δημιουργείται είτε στην παραδοσιακή τάξη.
  3. Η επικοινωνία είναι το παν: Η ψηφιακή τάξη είναι ο χώρος εργασίας μας και μπορεί να έχει τις δυνατότητες επικοινωνίας μιας πραγματικής τάξης. Ο William G. Durden υποστηρίζει ότι όταν υπάρχει σύνδεση ανάμεσα στην ψηφιακή και την παραδοσιακή τάξη, όταν έχουν κοινά σημεία αναφοράς, τότε μπορούμε να μιλάμε για ένα βιώσιμο εκπαιδευτικό μοντέλο. Πόσο πιο αληθινή μπορεί να είναι, όμως, η σύνδεση, όταν οι βασικοί συντελεστές του επικοινωνιακού σχήματος (πομπός, δέκτης, μήνυμα) υπάρχουν και είναι διαθέσιμοι και στα δύο είδη τάξης, αλλά αλλάζουν μόνον οι συνθήκες και ο τρόπος της επικοινωνίας; Μήπως εν τέλει τα οποιαδήποτε προβλήματα αντιμετωπίζουμε οφείλονται στο επικοινωνιακό σχήμα και στην έλλειψη διάθεσης και προσπάθειας κι όχι στη μορφή της επικοινωνίας; Ο Τάσος Καφαντάρης, γράφοντας το 2011 στην εφημερίδα «Το Βήμα» τα συμπεράσματά του από το διεθνές συνέδριο και έκθεση Online Educa για την εκπαιδευτική τεχνολογία, που είχε διεξαχθεί στο Βερολίνο και είχε παρακολουθήσει, ανέφερε το παράδειγμα ενός βέλγου δασκάλου κι ερευνητή, του Pierre Dillenbourg, ο οποίος είχε αναφέρει ένα πείραμά του, για να επιτύχει τη συγγένεια της «απρόσωπης τάξης» με την πραγματική τάξη, να δημιουργήσει συνθήκες πραγματικής επικοινωνίας και να βελτιώσει την παρακολούθηση των μαθητών του. Ο δάσκαλος ανέφερε στο συνέδριο ότι δέκα λεπτά μετά την έναρξη του μαθήματος και του πειράματός του, «τα παιδιά άρχισαν να συζητούν τα δύο πιο σημαντικά θέματα της ζωής: έρωτα και ποδόσφαιρο». Αυτό όμως δεν συμβαίνει συχνά και στην παραδοσιακή τάξη;
  4. Διαχρονικές προκλήσεις: Επομένως σ’ όλες τις μορφές ζωντανής τάξης αναφύονται παρόμοια προβλήματα, όπως υπάρχουν και παρόμοιες προκλήσεις. Μία συνεχής πρόκληση για εμάς τους εκπαιδευτικούς, που δεν έχει αλλάξει με την τηλεκπαίδευση, είναι η προσέλκυση της προσοχής και του ενδιαφέροντος των μαθητών μας. Δεν είναι δηλαδή δεδομένο ότι οι μαθητές δεν προσέχουν στο μάθημα, επειδή βρίσκονται σε μια ψηφιακή τάξη και αυτό γίνεται διαδικτυακά. Όπως κατέληξε ο βέλγος δάσκαλος, δεν είναι το τεχνολογικό μέσο που φταίει και πρέπει ν’ αλλάξει, αλλά «το ίδιο το περιεχόμενο των όσων διδάσκουμε». Εγώ θα έλεγα όχι το περιεχόμενο, τι τους λέμε, αλλά ο τρόπος με τον οποίο το λέμε, ο βαθμός στον οποίο προσπαθούμε και στον οποίο αξιοποιούμε τον χρόνο που μας δίνεται.
  5. Ο χρόνος είναι πολύτιμος. Ο λιγότερος συγκριτικά διδακτικός χρόνος της τηλεκπαίδευσης μας ανάγκασε ν’ αναθεωρήσουμε μεθόδους, να οργανώσουμε καλύτερα τους τρόπους με τους οποίους δίνουμε στους μαθητές μας τη νέα γνώση και ν’ ανανεωθούμε εντάσσοντας στη διδασκαλία μας αποτελεσματικότερα εργαλεία. Σκεφτόμαστε πια όχι πώς εμείς διδάσκουμε καλύτερα, αλλά πώς οι μαθητές μας, που βρίσκονται μακριά, μαθαίνουν καλύτερα. Πίνακες, διαγράμματα, οπτικοποίηση, οτιδήποτε τους ενεργοποιεί και τους βοηθά να μάθουν, ν’ αφομοιώσουν.
  6. Οι μαθητές μας αφομοιώνουν, αλλά δεν αφομοιώνονται. Προσαρμόζονται, αλλά δεν συρρικνώνονται. Οι μαθητές μας είναι πολύτιμοι. Ο εγκλεισμός και οι συνθήκες της πανδημίας μας έφεραν προ ενός δεδομένου. Ότι η ίδια η ζωή είναι πολύτιμη κι ότι ως εκπαιδευτικοί δεν γίνεται ν’ ασχολούμαστε αποκλειστικά με τη διδακτέα ύλη, που είναι βεβαίως κύρια ευθύνη μας, αλλά και με πολλά άλλα, κι επιπρόσθετα με αυτό που η Anna Nordberg αποκαλεί «well being» και «mental health». Αυτό που εννοεί και που μεταφράζω ως ευημερία των μαθητών μας, «ψυχική ευημερία». Ίσως τώρα μας έχει δοθεί μια ευκαιρία να σκεφτούμε ποιες προσπάθειες κάνουμε είτε ως άτομα είτε ως σχολικές μονάδες και γι’ αυτό το ζητούμενο.

  Για να μπορέσει όμως η περίοδος αυτή που περάσαμε να μας ανανεώσει πραγματικά ως εκπαιδευτικούς, πρέπει πρωτίστως να είμαστε εμείς αισιόδοξοι και να πιστεύουμε ότι μπορούμε ν’ ανανεωθούμε, να μάθουμε, να εξελιχθούμε, πρέπει να πιστεύουμε στην εξελιξιμότητά μας. Γιατί η εξέλιξη ως αποτέλεσμα προϋποθέτει την εξελιξιμότητα ως δυνατότητα και θέληση. Πρέπει να μπορέσουμε να δούμε την εκπαιδευτική τεχνολογία ως υποκατάστατο μεν, χρήσιμο δε εργαλείο για τη δουλειά μας. Πρέπει να θεωρήσουμε ως περιέχον όλον, που μπορεί να επιβιώσει στο τέλος της ημέρας, την εκπαίδευση κι όχι την κρίση. Όταν κοιτάζουμε όσα πραγματοποιήσαμε στη σχολική μας μονάδα, τις δράσεις, τις δημιουργικές κι ερευνητικές εργασίες μας, ομαδική δουλειά, χώρους έκφρασης, συμμετοχές, επιτυχίες, τότε διαπιστώνουμε ότι βρίσκουμε τρόπους να μην αναιρούμαστε μέσα στη δίνη της οποιασδήποτε κρίσης ή να συνθλιβόμαστε από ένα μέσο. Ας αποδεχτούμε κι ας θυμόμαστε ότι τα σκοτάδια πάντα υπήρχαν και πάντα θα υπάρχουν: «λιμοί, σεισμοί, καταποντισμοί», ανισότητες, καταρρεύσεις και διαψεύσεις. Αλλά πάντα υπάρχουν κι οι πυρσοί για να τα διαλύουν. Αρκεί να πιστέψουμε ότι σε κάθε χωριό υπάρχει έστω και ένας.

*Φιλόλογος

Έρευνα: Μαρία Μίτλεττον, Τροοδία Πίτρου

Λύκειο Αγίου Νεοφύτου Πάφου

 




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










1196