«Καιρός να ξαναδώσουμε στο σχολείο τη χαμένη παιδαγωγική και μορφωτική του ταυτότητα»


ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΟΥ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ*

Ολοκληρώθηκε, μόλις πρόσφατα, η πρώτη φάση των Εξετάσεων Τετραμήνων στα Λύκεια και τις Τεχνικές Σχολές. Τώρα, λοιπόν, είναι ώρα για μια νηφάλια αποτίμηση αυτού του θεσμού, προκειμένου να διαφανεί σε ποιον βαθμό πέτυχε τους σκοπούς και τους στόχους, για τους οποίους θεσμοθετήθηκε.  

Βοηθητικό σε αυτή την προσπάθεια είναι το σκίτσο που ακολουθεί και το λεκτικό που το συνοδεύει. Λεκτικό, που αποδίδεται στον Albert Einstein (αν και δεν υπάρχει απόδειξη γι’ αυτό) και αποτυπώνει, κατά τη γνώμη μου, αυτό που πραγματικά συμβαίνει με τις Εξετάσεις Τετραμήνων, οι οποίες στην πραγματικότητα υπέταξαν το σύνολο της σχολικής ζωής και δράσης, καθώς όλα κινούνται στους ρυθμούς τους, από την πρώτη ημέρα έναρξης της σχολικής χρονιάς μέχρι και την τελευταία (βλ. πλαίσια μάθησης, εξεταστέα ύλη, αριθμός διαγωνισμάτων - μικρών και μεγαλύτερων, εξεταστικές περίοδοι, εξετάσεις για σκοπούς βελτίωσης βαθμού, επιτροπές εξετάσεων, Α΄, Β΄, Γ΄ σειρά εξετάσεων, ανεξετάσεις, βαθμολογήσεις, αναβαθμολογήσεις κ.λπ.).    

Έχοντας κατά νου το σκίτσο, ας αναλογιστεί ο καθένας μας τον Γιώργο, τη Μαρία, τον Αλμπέρτο και όλα τα άλλα παιδιά του Δημόσιου Σχολείου. Παιδιά άριστα, πολύ καλά ή μέτρια σε επίδοση, αλλά και παιδιά αναλφάβητα,  με μαθησιακές δυσκολίες, με φραγμούς στη μάθηση, παιδιά με μεταναστευτική βιογραφία, παιδιά των Λυκείων και Τεχνικών Σχολών, κι ας αναρωτηθεί: Το γεγονός ότι παρακάθισαν όλα αυτά τα παιδιά στο ίδιο γραπτό (και μάλιστα σε γραπτό υψηλών ή/και υπέρμετρων απαιτήσεων, όπως ήταν κάποια από αυτά των πρόσφατων Εξετάσεων Τετραμήνων), τι προσέφερε πρωτίστως στα ίδια τα παιδιά ή τους δασκάλους τους;  Τι πραγματικά μεγάλο και ξεχωριστό επιτεύχθηκε μέσα από αυτή τη δαιδαλώδη διαδικασία, ώστε να αξίζει τον κόπο να θυσιαστούν όσα θυσιάστηκαν στον βωμό αυτών των εξετάσεων;

Είτε το παραδέχονται κάποιοι είτε όχι:

  • Οι τελικές εξετάσεις έχουν υποτάξει και παραλύσει κάθε άλλη διαδικασία εντός των σχολείων και των αιθουσών διδασκαλίας. Έγνοια όλων είναι αυτές οι τελικές εξετάσεις και όχι το ταξίδι για τη μάθηση.
  • Η «έμφαση στις πολλαπλές μορφές αξιολόγησης», έμεινε ένα απλό σλόγκαν, με δεδομένη την ασφυκτική πίεση του χρόνου.  
  • Κάθε άλλο παρά καταξιώθηκε «ο σχολικός χρόνος στη συνείδηση των μαθητών/μαθητριών», αφού οι μαθητές/-τριες άφησαν ουσιαστικά τα θρανία από τις 22 Δεκεμβρίου και επέστρεψαν κανονικά σε αυτά για την έναρξη των μαθημάτων του Β΄ Τετραμήνου στις 7 Φεβρουαρίου. Επιπρόσθετα, για μια βδομάδα προ της εξεταστικής περιόδου η πλειονότητα των μαθητών/-τριών απείχε από τα μαθήματα, μένοντας στο σπίτι, για σκοπούς προετοιμασίας (το γνωστό φαινόμενο που παρουσιαζόταν για χρόνια προ των Παγκυπρίων Εξετάσεων και το οποίο τώρα θα αναβιώνει δύο φορές κάθε σχολική χρονιά).
    Το σημαντικότερο, όμως, όλων είναι ότι ο πραγματικά διαθέσιμος διδακτικός χρόνος έχει περιοριστεί δραστικά, με το πρόβλημα να γίνεται ακόμα εντονότερο στο Β΄ Τετράμηνο. Ο περιορισμός των λεγόμενων Δεικτών Επιτυχίας και Επάρκειας δεν είναι η λύση του προβλήματος, καθώς ο συνεχής περιορισμός τους θα οδηγήσει σε άλλου είδους προβλήματα, που σχετίζονται πρωτίστως, με το επαρκές και συνεκτικό σώμα γνώσεων και δεξιοτήτων που πρέπει να κατακτήσουν/αναπτύξουν οι μαθητές/-τριες, σε όλο το εύρος των εγκύκλιών τους σπουδών. Η απώλεια διδακτικού χρόνου λειτουργεί ακόμα σε βάρος των μαθητών/-τριών και σε άλλους τομείς, καθώς η διδασκαλία μετατοπίζεται σε πιο δασκαλοκεντρικά μοντέλα, ενώ θα έπρεπε να κινείται προς πιο μαθητοκεντρικά, με απότοκο αγκυλώσεις σε ζητήματα παιδαγωγικής αυτονομίας των εκπαιδευτικών.
  • Κάθε άλλο παρά ουσιαστική ανατροφοδότηση δόθηκε στα παιδιά, αν λάβει κανείς υπόψη του ότι οι μαθητές/-τριες δεν είχαν μπροστά τους τα γραπτά τους για δουν τι έγραψαν, τι παρέλειψαν, πώς βαθμολογήθηκαν κ.λπ., ενώ την ίδια στιγμή μια μικρότερη ομάδα παιδιών απουσίαζε από τις σχολικές αίθουσες, καθώς έδινε εξετάσεις είτε Β΄ είτε Γ΄ σειράς, με ανατροφοδότηση που δεν θα λάβει ποτέ.
  • Δεν μειώθηκε το άγχος της εξέτασης από το μοίρασμα της εξεταστέας ύλης. Η εξέταση είναι εξέταση και το άγχος αναπόφευκτο και ψυχοφθόρο λόγω του διακυβεύματος (βαθμολογίας).
  • Μετά τις Εξετάσεις Τετραμήνων φάνηκε τα παιδιά να χάνουν κάθε ενδιαφέρον αλλά και διάθεση για μάθημα. Αυτά τα παιδιά που έτρεχαν κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων σε φροντιστήρια και μια άλλη ομάδα παιδιών, που ως λιγότερο ενδιαφερόμενα, δεν ασχολήθηκαν με τις εξετάσεις και απλώς «απολάμβαναν» διακοπές σαράντα ημερών, εμφανίζονται για διαφορετικούς λόγους χωρίς διάθεση.  
  • Δεν αυξήθηκε «ο προσωπικός ελεύθερος χρόνος των μαθητών/-τριών», όπως διατεινόταν το ΥΠΠΑΝ. Πέρα από τις αυξημένες ροές μαθητών/-τριών στα Φροντιστήρια, αυτό που διαπιστώνεται γενικώς είναι ότι όταν ζητείται από τα παιδιά να λάβουν μέρος σε σχολικούς διαγωνισμούς ή σε άλλες δράσεις, το ενδιαφέρον τους είναι από ελάχιστο έως μηδαμινό, σε σύγκριση πάντοτε με παλαιότερες σχολικές χρονιές. 
  • Δεν μειώθηκε το άγχος κάλυψης των διδακτέων από πλευράς εκπαιδευτικών.
  • Όλη αυτή η διαδικασία οδήγησε σε τεράστια κατασπατάληση ενέργειας των ανθρώπινων πόρων των σχολικών μονάδων, για έναν θεσμό που φαίνεται εκ των πραγμάτων να δημιουργεί περισσότερα προβλήματα, ακόμα και λειτουργικά, από όσα φιλοδοξούσε να λύσει.
  • Είναι ανησυχητική η απαξίωση των μη εξεταζόμενων μαθημάτων, δηλαδή εκείνων των μαθημάτων που βοηθούν τους/τις μαθητές/-τριες να αναπτύξουν την προσωπικότητά τους, προσφέροντάς τους γενική παιδεία, αγωγή και μόρφωση.
  • Το σχολείο έχει «στεγνώσει» από εξωδιδακτικές δραστηριότητες, οι οποίες προσφέρουν σημαντικότατες εμπειρίες στα παιδιά, καθώς όλα είναι προσανατολισμένα στη γραπτή τελική εξέταση, η οποία έχει αναδειχθεί ως η κορωνίδα του «νέου» σχολείου.

Απ’ όσα έχουν αναφερθεί, αυτός ο θεσμός, κατά τη γνώμη μου, δεν μπορεί να λειτουργήσει και σίγουρα είναι πολύ ανησυχητική η προοπτική επέκτασής του, την επόμενη σχολική χρονιά και στα Γυμνάσια. Ναι στην αξιολόγηση των μαθητών/-τριών και δη στον διαμορφωτικό της χαρακτήρα. Ναι στις πολλαπλές μορφές αξιολόγησης. Ναι στην αυθεντική μάθηση και αξιολόγηση. Αλλά όχι σε αυτό που βίωσαν φέτος χιλιάδες παιδιά, εκπαιδευτικοί και γονείς.

Το Τμήμα Επιστημών της Αγωγής του Πανεπιστημίου Κύπρου, με πρόσφατη ανακοίνωσή του, δείχνει το δρόμο που πρέπει να ακολουθηθεί καταθέτοντας στον δημόσιο διάλογο μια σειρά διαπιστώσεων και προβληματισμών. Δηλώνει μάλιστα έτοιμο να προσφέρει τις υπηρεσίες του, εφόσον του ζητηθεί, στο πλαίσιο ενός καλά δομημένου και εποικοδομητικού διαλόγου, που μπορεί να δώσει διέξοδο στα σημερινά αδιέξοδα.

Το να αναγνωρίζεις ένα λάθος δεν είναι ντροπή,  αλλά προτέρημα. «Ένα λάθος γίνεται σφάλμα μόνο όταν προτιμήσουμε να μην το διορθώσουμε», είπε κάποτε ο John Kennedy. Εδώ ακριβώς βρίσκεται και η τεράστια ευθύνη του ΥΠΠΑΝ, ως προς τη διαχείριση αυτού του ζητήματος.  

Συνεπώς, αυτό που επιβάλλεται να γίνει το συντομότερο, μετά και από αυτήν την εμπειρία, είναι μια σοβαρή και αδιάβλητη επιστημονική αξιολόγηση όλων των πτυχών αυτού του θεσμού και ένας εποικοδομητικός διάλογος, για διαμόρφωση ενός νέου συστήματος αξιολόγησης των μαθητών/-τριών. Ιδέες και σκέψεις πάντα υπάρχουν και η σύνθεση μπορεί να γίνει στη βάση της επιστημονικής γνώσης, των παιδαγωγικών κριτηρίων και ασφαλώς των εκπαιδευτικών και άλλων πραγματικοτήτων.  Σε αυτή τη συζήτηση επιβάλλεται θα τεθούν και άλλα ευρύτερα θέματα που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με την αξιολόγηση των μαθητών/-τριών, όπως η κατάργηση της στασιμότητας (υπό προϋποθέσεις), οι ιδιαιτερότητες διαφόρων τύπων σχολείων (βλ. Τεχνικές Σχολές, Εσπερινά Γυμνάσια/Λύκεια/Τεχνικές, Μουσικά και Αθλητικά Σχολεία), οι άλλοι τύποι εξετάσεων (κατατακτήριες, ανεξετάσεις, απολυτήριες κ.λπ.), ο χρόνος διεξαγωγής τους, τα Αναλυτικά Προγράμματα, ο πραγματικά διαθέσιμος διδακτικός χρόνος των Τετραμήνων, οι εξωδιδακτικές δράσεις κ.ά.

Κλείνοντας και αντί επιλόγου, παραθέτω για προβληματισμό τα λόγια ενός σπουδαίου πανεπιστημιακού δασκάλου, του Σήφη Μπουζάκη,  ο οποίος υπήρξε μέλος της Επιτροπής των επτά σοφών, που η Κυπριακή Δημοκρατία κάλεσε το 2003 για να αξιολογήσουν το Εκπαιδευτικό μας Σύστημα και να καταθέσουν εισηγήσεις για βελτίωσή του: 

«Τα σχολεία είναι θεσμοί που έχουν οικοδομηθεί πάνω στις ιδέες της ποιοτικής δημοκρατίας, της κοινωνικής ευημερίας, της ανθρώπινης αλληλεγγύης και του αγώνα για την ανακάλυψη της αλήθειας και του νοήματος της ζωής. Οφείλουμε να ξαναδώσουμε στο σχολείο τη χαμένη του παιδαγωγική και μορφωτική ταυτότητα. Τότε θα μπορούμε να ελπίζουμε ότι διαμορφώνουμε, διαπαιδαγωγούμε τον πολίτη για την πολιτική κοινωνία, γιατί «μέγιστον δε πάντων […] προς το διαμένειν τας πολιτείας […] το παιδεύεσθαι προς τα πολιτείας» (Αριστοτέλης: Πολιτικά, 1295 β40)».

*Πρώην Πρόεδρος ΟΕΛΜΕΚ




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










2689