Τι μας έμαθε η Louise Rosenblatt (Ο πόνος και το ψωμί)


Στους διαχρονικούς αγώνες του σχολείου μου…

ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΜΙΤΛΕΤΤΟΝ*

  Τώρα που φτάνει στο τέλος της κι ετούτη η σχολική χρονιά, ολοκληρώνοντας κι ένα κύκλο αναγνωστικών εμπειριών και δράσεων, που έγιναν στο πλαίσιο της υλοποίησης του στόχου της ενίσχυσης της φιλαναγνωσίας, δεν μπορώ παρά να σκέφτομαι πόσα πολλά έχουμε καταφέρει και πόσα έχουμε ακόμα μπροστά μας. Δεν μπορώ παρά να σκέφτομαι και ν’ ανατρέχω και σε μια γυναίκα – είδωλο και στο πόσο αυτή εξακολουθεί τελικά να μας εμπνέει τόσα χρόνια μετά τον θάνατό της, ακόμα κι αν δεν την έχουμε γνωρίσει. Τι μας έμαθε η Louise Rosenblatt και πώς μπορεί να ενδυναμώσει το έργο μας και την προσήλωσή μας στους ίδιους ωραίους στόχους με το άνοιγμα του νέου σχολικού κύκλου; Θα προσπαθήσω ν’ απαντήσω με τα δικά της λόγια (με τη δική μου φτωχή μετάφραση) κι ας κινδυνεύσει να γίνει κι αυτό άλλο ένα κείμενο in memoriam.

  «Ο εκπαιδευτικός χρειάζεται να βοηθά συγκεκριμένα ανθρώπινα όντα – κι όχι μια γενική έννοια που ονομάζεται μαθητής- ν’ ανακαλύψουν τις χαρές και τις απολαύσεις της λογοτεχνίας». Τούτα τα συγκεκριμένα ανθρώπινα όντα, που προέρχονται κάθε φορά από διαφορετικά περιβάλλοντα κι υπόβαθρα, είναι οι αναγνώστες που επιθυμούμε να φτιάξουμε, ακόμα κι από το μηδέν, και, καθώς δεν αποτελούν αφηρημένες και γενικευμένες έννοιες, αλλά ανθρώπους με συναισθήματα, επιθυμίες κι αντιδράσεις, είναι σημαντικό στην εκπαιδευτική πράξη να τα υπολογίζουμε. Ακριβώς επειδή, υπολογίζοντάς τα, επικεντρωνόμαστε στην ουσία της αποστολής μας ως μεσαζόντων, ώστε να φτάσει το αγαθό της λογοτεχνίας σε αυτά κι αυτά στο αγαθό της λογοτεχνίας. Οφείλουμε ως εκ τούτου να τους προσφέρουμε γνήσιες λογοτεχνικές εμπειρίες, ακριβώς επειδή κι αυτά τα ανθρώπινα όντα είναι αυθεντικά και ξεχωριστά.

  «Δεν υπάρχει ο αναγνώστης εν γένει ή το λογοτεχνικό έργο γενικά. Υπάρχουν τα εκατομμύρια ιδιαίτερων αναγνωστών των εκατομμυρίων ιδιαίτερων λογοτεχνικών έργων. Ένα μυθιστόρημα ή ένα ποίημα παραμένει κηλίδες μελανιού στο χαρτί, μέχρι ο αναγνώστης να τις μεταμορφώσει σε σημαντικά σύμβολα… ο αναγνώστης διοχετεύει πνευματικά και συναισθηματικά νοήματα στα λεκτικά σύμβολα κι αυτά γίνονται φορείς των σκέψεων και των συναισθημάτων του. Δεν θέλουμε να σκεφτόμαστε τον αναγνώστη σαν μια στατική οντότητα και το κείμενο σαν κάτι που έχει διαμορφώσει ήδη το εγγενές νόημά του. Η ανάγνωση είναι αλληλεπίδραση, μέσα στην οποία ο ένας δίνει συνεχώς στον άλλον». Για όλα τούτα τα σημαντικά, που μπορεί να φέρει στο κείμενο και να πάρει από το κάθε κείμενο ο κάθε αναγνώστης, είναι σημαντικό εμείς να τον φροντίζουμε. Να μην υποτιμούμε την πρόσληψή του, πέρα από το σταθερό σημείο αναφοράς, που είναι το κείμενο και ό,τι αντικειμενικά «λέει», να επιτρέπουμε στο λογοτεχνικό κείμενο να του μιλήσει και να τον διαμορφώσει. Ν’ αντιλαμβανόμαστε τη δυναμική των λέξεων που μεταφέρονται σε αυτόν, κι ας δέχεται ταυτόχρονα ως επίδραση στη ζωή του κι άλλες δυναμικές. Επιτρέπουμε λοιπόν στους μαθητές να έρχονται σ’ επαφή με τα κείμενα, να δίνουν και να παίρνουν από αυτά, να μιλούν γι’ αυτά και για το πώς συνδέονται με αυτά, δεν εκβιάζουμε έναν ορισμένο τρόπο σύνδεσής τους με τα λογοτεχνικά προϊόντα, βοηθούμε την επενέργεια των κειμένων στις ζωές τους, που συνεχίζεται και εκτός διδακτικού χρόνου. Ο χρόνος άλλωστε δεν είναι μόνο ποσότητα αλλά και ποιότητα, ποιότητα, που μεταφέρεται και διατηρείται, αν καταφέρουμε να μετατρέψουμε σε διδακτικό κάθε χρόνο επαφής τους με τη λογοτεχνία. Εν τέλει το να διευκολύνουμε τούτη τη μαγική ανταλλαγή ανάμεσα σε αναγνώστη και κείμενο είναι μια σπουδαία συνεισφορά μας στη δημοκρατία.

  «-Ως μια από τις πιο σημαντικές φυσιογνωμίες στον τομέα της λογοτεχνίας, ποια πιστεύετε ότι είναι η πιο διαχρονική σας συνεισφορά; Για ποιο πράγμα θα θέλατε να σας θυμούνται περισσότερο;

- Για το ότι έγραψα για τη δημοκρατία. Είπα νωρίτερα ότι πίστευα ότι η δημοκρατία ήταν σε κίνδυνο, όταν έγραφα το “Η λογοτεχνία ως εξερεύνηση”. Πιστεύω ότι τώρα η δημοκρατία βρίσκεται σε ακόμα μεγαλύτερο κίνδυνο. Οι αισθητικές εμπειρίες που αποκομίζει όμως κανείς από τη μελέτη των λογοτεχνικών κειμένων ενδυναμώνουν αυτό το είδος της φαντασίας που χρειάζεται στη δημοκρατία – την ικανότητα να συμμετέχουμε στις ανάγκες και τα ιδανικά άλλων προσώπων και να σκεφτόμαστε τον αντίκτυπο των ενεργειών μας στις δικές τους ζωές».

Το να έχουμε συνειδητοποιήσει τούτο το σπουδαίο, που επισημαίνει η Rosenblatt, τη σχέση δηλαδή ανάμεσα στη λογοτεχνία και τη δημοκρατία, δεν οδηγεί πάντα σε θεωρητικές διατυπώσεις και διακηρύξεις, αλλά κυρίως στο να μην αποθαρρύνουμε την ταύτιση των μαθητών μας με τους λογοτεχνικούς ήρωες. Το να μιλούν γι’ αυτούς. Να μπαίνουν στη θέση τους. Γιατί έτσι αναπτύσσουμε την «ενσυναίσθηση» και, όπως το έθεσε κι η Rosenblatt, αυτή θα αποτελεί πάντα προϋπόθεση για την καλλιέργεια του σεβασμού στις δημοκρατικές αρχές και τις αξίες, όπως είναι η αλληλεγγύη, η συνεργασία κλπ. Περισσότερο θα ήθελα να επεκτείνω αυτή τη διασύνδεση δημοκρατίας και λογοτεχνίας και σε κάτι άλλο. Αυτό που πιστεύω ότι μας θυμίζει επιπλέον η Louise Rosenblatt με την αναφορά της στη δημοκρατία είναι όχι μόνο να μυούμε τους μαθητές στη δημοκρατία και την αληθινή ζωή και μέσω της λογοτεχνίας, αλλά προπάντων να είμαστε δημοκρατικοί με αυτούς. Να διευκολύνουμε δηλαδή την πρόσβασή τους στα λογοτεχνικά κείμενα ή, καλύτερα, να διευκολύνουμε την πρόσβαση των λογοτεχνικών κειμένων σε αυτούς (άλλωστε κάποτε είναι ευκολότερο να φέρεις το κείμενο κοντά στον αναγνώστη παρά τον αναγνώστη κοντά στο κείμενο). Γιατί τα κείμενα φτιάχτηκαν για να καταλήγουν σε αναγνώστες κι όχι για να μένουν σε ράφια και πάγκους. Φτιάχτηκαν για να συνομιλούν με αναγνώστες, να τους διαμορφώνουν και να διαμορφώνονται από αυτούς, που θα γίνονται οι νέοι φορείς των μηνυμάτων τους και θα ταξιδεύουν μαζί και μέσα από τις δικές τους εμπειρίες και προσλήψεις. Κι οι προσλήψεις μπορούν χωρίς αμφιβολία να είναι πολλές και διαφορετικές.

  «Το ίδιο πράγμα συμβαίνει ανάμεσα στον αναγνώστη και σ’ εκείνα τα σημαδάκια, που αποτελούν το κείμενο… Δανείζομαι από τον Peirce τη ρήση ότι δεν υπάρχει απλώς ένα σημαίνον κι ένα σημαινόμενο, αλλά πρέπει να υπάρχει και κάτι άλλο, κάτι που να τα συνδέει. Για παράδειγμα, στην ανάγνωση του «pain», ένας Γάλλος θα συνδέσει τη λέξη με την έννοια του ψωμιού, ενώ ένας Άγγλος με την έννοια του σωματικού ή ψυχικού πόνου. Υπάρχουν λοιπόν δύο ερμηνείες». Η ανάγνωση λογοτεχνικών κειμένων μπορεί να οδηγήσει τον καθένα σε διαφορετικά μονοπάτια. Άλλον μπορεί να τον συγκλονίσει, άλλον μπορεί απλώς να τον συγκινήσει, αλλά κάθε λογοτεχνικό κείμενο, με όλα τα βάθη και τις προεκτάσεις του, μπορεί να πάρει μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά και τη ζωή του καθενός, ακριβώς επειδή θα έχει συνδεθεί με ιδιαίτερα σημεία του κόσμου του, επιθυμίες, κενά, ανάγκες, ευαισθησίες. Όμως τούτο δεν είναι κακό. Αρκεί να μην θεωρούμε τους εαυτούς μας αυθεντίες και να επιτρέπουμε στους αναγνώστες να υπάρξουν μέσω των κειμένων και να συνδεθούν με αυτά. Αρκεί να έχουμε αναγνωρίσει ότι ο πόνος και το ψωμί είναι μεν δύο διαφορετικές λέξεις, προϋποθέτουν όμως η μία την άλλη. Για να φτιάξεις το γλυκό ψωμί της ανάγνωσης, για να φτιάξεις ενεργητικούς αναγνώστες και δημοκρατικούς και φιλελεύθερους ανθρώπους, χρειάζεται οπωσδήποτε να κοπιάσεις, να έχεις υπομονή κι αγάπη, να δίνεις χώρο κι ελευθερία παράλληλα με την καθοδήγηση, να ξέρεις πού να μιλάς και πού να σωπαίνεις, να μην παρακωλύεις τη διαδικασία της μαγικής ανταλλαγής. Προπάντων όμως εσύ ν’ αποτελείς το παράδειγμα.

  «Ο πατέρας μου ασχολούνταν περισσότερο με τις κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές σχέσεις και τη δεινή κατάσταση των φτωχών ανθρώπων. Αυτό είναι το κλίμα στο οποίο μεγάλωσα. Δεν είχαμε πολλά βιβλία, αλλά υπήρχαν βιβλία, και βιβλία που ήταν σημαντικά για εμένα, επειδή ο πατέρας μου μού μιλούσε γι’ αυτά». Ως εκπαιδευτικοί λοιπόν πάντα θυμόμαστε ότι συχνά έχουμε να παλέψουμε με την κουλτούρα της κοινωνίας, το οικογενειακό περιβάλλον, την έλλειψη χρόνου κι άλλους ανασταλτικούς παράγοντες. Πολλές φορές αισθανόμαστε να μας πολεμούν στο έργο μας κι ίσως χρειάζεται, όπως ανέφερε η Rosenblatt, ως εκπαιδευτικοί να εξηγήσουμε στους γονείς και προπάντων στην κοινή γνώμη τι είναι αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε με τα παιδιά τους. Αλλά δεν παύουμε να θυμόμαστε ότι το παράδειγμα είναι μια από τις αρχαιότερες κι αποτελεσματικότερες μεθόδους. Αν  εμείς αγαπάμε τα βιβλία (θα έλεγα και τους δημιουργούς τους), αν εμείς τα διαβάζουμε, τότε τα φέρνουμε κοντά στους νέους ανθρώπους, τους παρακινούμε και τους εμπνέουμε να διαβάσουν και μόνοι τους, διατηρούμε το πάθος και τον ενθουσιασμό, αντί ν’ αναλωνόμαστε στη γκρίνια για τα κακώς έχοντα. Θυμόμαστε άλλωστε πάντα ότι οι ενεργητικοί αναγνώστες, που επιθυμούμε να φτιάξουμε, είναι αυτοί που έχουν τη δύναμη ν’ αλλάξουν τις κουλτούρες, τα κακώς έχοντα, τον κόσμο.

  Η Rosenblatt μας έδωσε κι άλλα πολλά. Πολλά, που τα είπε με το δικό της παράδειγμα, όπως ότι η θεωρία είναι πάντα συνδεδεμένη με την πράξη, προκύπτει από την πράξη κι εφαρμόζεται στην πράξη κι ότι η διδακτική δεν είναι ένα σύνολο από στατικά θεωρήματα και κανόνες. Μας δίδαξε επίσης το σφρίγος και τη ζωτικότητα, την ανάγκη να μην χάνουμε τη νεανικότητα και τον ενθουσιασμό, εκείνη, γηραιά κι αγέραστη. Άλλωστε σωστά γράφτηκε πως ακόμα και «στα 100 χρόνια ζωής της, οι ιδέες κι οι πεποιθήσεις της ήταν το ίδιο καινούργιες κι απελευθερωτικές και τόσο σχετικές με τις προκλήσεις που οι εκπαιδευτικοί έχουν ν’ αντιμετωπίσουν σήμερα…»[i]. Προπάντων όμως και σ’ ένα σχολείο που κλείνει σύντομα μισόν αιώνα ζωής και που ετοιμάζεται να διανύσει άλλα πενήντα χρόνια με τους ίδιους υψηλούς στόχους κι οράματα, η Rosenblatt έχει να πει ότι η παιδεία (μαζί κι η λογοτεχνική) είναι δόσιμο κι ότι το δόσιμο είναι βίωμα κι ιδρώτας, απόσταγμα ψυχής. Η Rosenblatt μας δίνει κουράγιο να συνεχίσουμε με τους νέους κύκλους διακηρύττοντας μαζί μας ότι η παιδεία είναι αγάπη και πάθος κι αισιοδοξία και πίστη. Γιατί όσοι ταχθήκαμε να υπηρετούμε τούτο το επάγγελμα, πρέπει τελικά να είμαστε φύσει αισιόδοξοι, με πηγαία αγάπη τόσο για το ψωμί όσο και για τον πόνο ως προϋπόθεσή του, με αγάπη για το φως και για την ομορφιά του ανθρώπου.


[i] Devitt, J. (2005). “Louise Rosenblatt, Pioneer in Reading Theory and the Teaching of Literature, Dies at 100” Voices from the Middle 12 (3):1-2, reprinted with permission from the New York University website, February 15, 2005.

*Φιλόλογος

Λύκειο Αγίου Νεοφύτου




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











1077