ΤΗΣ ΔΑΝΑΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ*
Στους καταλόγους που σώθηκαν από την αρχαιότητα με τα έργα του μεγάλου Έλληνα φιλοσόφου του 4ου αιώνα π.Χ. Αριστοτέλη, τα ηθικά έργα είναι τοποθετημένα πριν από τα πολιτικά (Ηθικά Ευδήμεια, Ηθικά μεγάλα, Ηθικά Νικομάχεια – και αμέσως μετά: Πολιτικά, Αθηναίων Πολιτεία, Οικονομικά). Όχι τυχαία, ασφαλώς.
Ηθική και πολιτική συνιστούν, για τον μεγάλο Μακεδόνα, έννοιες αλληλένδετες και αποτελούν τα δύο σκέλη της «περί τα ανθρώπεια» φιλοσοφίας του. Η ηθική του κάθε ανθρώπου αποσκοπεί στην κατάκτηση της αρετής και μέσω αυτής στην κατάκτηση του τέλους -του σκοπού, δηλαδή- της ευδαιμονίας. Η ευδαιμονία αποτελεί το ύψιστο αγαθό και η επίτευξή του τον λόγο ύπαρξης του ανθρώπου. Οι προσπάθειες, όμως, για επίτευξη της ευδαιμονίας σε προσωπικό επίπεδο πρέπει να ταυτίζονται με τις προσπάθειες όλων για επίτευξή της και σε συλλογικό επίπεδο. «Δεν είναι καθόλου λίγο», υποστηρίζει ο Αριστοτέλης στην αρχή ενός από τα τρία ηθικά του έργα[1], «να το επιδιώξει και να το καταφέρει και ένα μόνο άτομο· για ένα ολόκληρο όμως έθνος και για ολόκληρες πόλεις το πράγμα είναι πιο ωραίο και πιο θεάρεστο», συνεχίζει. «Γι’ αυτό και η ηθική του Αριστοτέλη είναι κοινωνική ηθική, φιλοσοφία της ανθρώπινης συμβίωσης. Σε κανένα από τα έργα του δεν υπάρχει έστω ένας υπαινιγμός ότι διέκρινε την ηθική (ως ατομική ηθική) από την πολιτική (ως κοινωνική ηθική)», διαπιστώνει ο μεγάλος μελετητής του Αριστοτέλη Ingemar Düring[2].
Αυτή η αδιάσπαστη ενότητα ατομικής και κοινωνικής /πολιτικής ηθικής αποτελούσε αξίωμα και εκ των ων ουκ άνευ θεμέλιο στο πλαίσιο της αρχαίας ελληνικής πόλης-κράτους. Αυτή η ίδια, όμως, στην εποχή μας φαίνεται ότι δεν είναι πια καθόλου αυτονόητη. Βιώνουμε καθημερινά όλοι μέσα από τη συνύπαρξή μας τον τρόπο με τον οποίο ο καθένας, σε προσωπικό επίπεδο και με μέσα ηθικά αλλά και μη ηθικά, επιδιώκει την αναγνώριση, τον πλουτισμό, την κοινωνική και πολιτική επιβολή, αδιαφορώντας ταυτόχρονα για τη ζημιά την οποία η συμπεριφορά του ενδέχεται να προκαλεί στο πλαίσιο της κοινωνίας. Αυτή η απουσία συλλογικής ηθικής έχει ως προφανές αποτέλεσμα τον κλονισμό παραδοσιακών θεσμών και την καταρράκωση αξιών που για αιώνες συνείχαν τον κοινωνικό ιστό και συνιστούσαν τις βάσεις της συμβίωσης των ανθρώπων και τις αρχές που διέπουν την πολιτική και κοινωνική ζωή. Το φαινόμενο αυτό, δυστυχώς, παρουσιάζεται έντονο σε Ελλάδα και Κύπρο τα τελευταία χρόνια, διασαλεύοντας τις συνήθειες αιώνων και θέτοντας σε κίνδυνο τη φυσική και εθνική μας επιβίωση.
Η ευθύνη όλων μας -ατόμων, φορέων, πολιτείας- για βελτίωση της κατάστασης είναι μεγάλη. Τα δικαιώματά μας σταματούν εκεί που αρχίζουν τα δικαιώματα των άλλων και, πάνω απ’ όλα, το καλώς νοούμενο συμφέρον του συνόλου. Με αυτό ως γνώμονα έχουμε υποχρέωση να προβληματιστούμε για τα κακώς κείμενα στον πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό και πνευματικό μας βίο, και να εγκύψουμε με ενδιαφέρον και συνείδηση συλλογική σε αυτά, με σκοπό την αντιμετώπισή τους.
Πολλές εκατοντάδες χρόνια μετά τον Αριστοτέλη, αλλά στο ίδιο πλαίσιο σκέψης και ηθικής με αυτόν, ο στρατηγός Μακρυγιάννης νουθετεί:
«…Τούτην την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί κι αμαθείς και πλούσιοι και φτωχοί και πολιτικοί και στρατιωτικοί και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι… Δουλέψαμεν όλοι μαζί, να την φυλάμεν… και να μην λέγει ούτε ο δυνατός «εγώ» ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς «εγώ»; Όταν αγωνιστεί μόνος του και φκιάσει ή χαλάσει, να λέγει «εγώ»· όταν όμως αγωνίζονται πολλοί και φκιάνουν, τότε να λένε «εμείς». Είμαστε εις το «εμείς» κι όχι εις το «εγώ». Και εις το εξής να μάθομεν γνώση, αν θέλομεν να φκιάσομεν χωριόν, να ζήσομεν όλοι μαζί.»
*Φιλόλογος Β.Δ.Α΄, Σύμβουλος Φιλολογικών Μαθημάτων στο ΥΠΑΝ, Μ.Α. στην Κλασική Φιλολογία – Αντιπρόεδρος Ινστιτούτου Ελληνικού Πολιτισμού