Η κατασκευή του όρου «ελληνοκύπριος»


ΤΗΣ ΔΑΝΑΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ*

Σε μία σεμνή εκδήλωση που διοργανώθηκε στις 23 Νοεμβρίου στη Λευκωσία, έγινε παρουσίαση του έργου του κ. Ελλάδιου Χανδριώτη που αφορά την ελληνική γλώσσα.

Ο κ. Χανδριώτης, διδάκτωρ κλασικής φιλολογίας, αποτελεί πρότυπο ακάματου και ευσυνείδητου εργάτη της ελληνικής γλώσσας και των γραμμάτων. Υπηρέτησε την εκπαίδευση από διάφορα πόστα και προσέφερε πολλά στο θέατρο. Σημαντικό είναι και το επιστημονικό και συγγραφικό του έργο. Παραθέτουμε δύο αποσπάσματα από δημοσιεύματά του (2011, 2013):

1. «Ο κατοχικός ηγέτης Ντερβίς Έρογλου είπε πρόσφατα στο Ευρωκοινοβούλιο: “Οι μητρικές γλώσσες της Δημοκρατίας ήταν η τουρκική και η ελληνοκυπριακή, η δε κοινή γλώσσα ήταν η αγγλική…” Σύμφωνα με το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας (1960) “αι επίσημοι γλώσσαι της Δημοκρατίας είναι η ελληνική και η τουρκική” και “…επίσημα έγγραφα απευθυνόμενα εις Έλληνα ή Τούρκον συντάσσονται αντιστοίχως εις την ελληνικήν ή την τουρκικήν γλώσσαν”… Η χρήση του όρου “ελληνοκυπριακή γλώσσα” από τον κατοχικό ηγέτη μυρίζει επικίνδυνη σκοπιμότητα. Γιατί δεν αναφέρεται, χάριν συνέπειας, και όρος “τουρκοκυπριακή γλώσσα;”… Νομίζω ότι η προβολή του όρου, που και επιστημονικά είναι αυθαίρετος, αντιστοιχεί απόλυτα στην εθνική επιδίωξη της Τουρκίας, δηλαδή στη δημιουργία μιας αμιγώς τουρκικής οντότητας στο βορρά και μιας μικτής κρατικής οντότητας στο νότο (όπου θα διαμένουν Έλληνες, Τούρκοι, χριστιανοί, μουσουλμάνοι κ.ά).»

2. «Σπεύδω να επικαλεστώ το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας: “Την ελληνικήν κοινότητα αποτελούσιν άπαντες οι πολίται της Δημοκρατίας, οίτινες είναι ελληνικής καταγωγής και έχουσιν ως μητρικήν γλώσσαν την ελληνικήν ή μετέχουσι των ελληνικών πολιτιστικών παραδόσεων ή ανήκουσιν εις την Ελληνικήν Ορθόδοξον Εκκλησίαν.” …Στα θεμέλια της ίδρυσης και λειτουργίας της ανεξάρτητης κυπριακής πολιτείας ήταν (και θα είναι) ο απόλυτος σεβασμός της ταυτότητας καθεμιάς από τις δύο κοινότητές της, της ελληνικής και της τουρκικής.»

Τα πιο πάνω αποσπάσματα θέτουν εκ προοιμίου σε σωστή βάση το ζήτημα που προκύπτει από τις προσπάθειες που μεθοδεύονται τα τελευταία χρόνια, χωρίς δυστυχώς εμείς να το αντιλαμβανόμαστε, ώστε να μας αποδείξουν κάποιοι ότι δεν είμαστε Έλληνες αλλά κάτι άλλο. Στο πλαίσιο αυτό έχει κατασκευαστεί ο όρος ελληνοκύπριοι, ο οποίος έχει υποκαταστήσει το Έλληνες (που επανειλημμένα αναφέρεται ρητά στο Σύνταγμα του 1960) και έχει εμπεδωθεί πλήρως στη συνείδησή μας. Προέκταση της διαστρέβλωσης της ιστορίας αποτελεί  και η θέση ότι δεν μιλούμε, δήθεν, την ελληνική γλώσσα αλλά μια άλλη, την ελληνοκυπριακή. Το πλέον ανησυχητικό είναι ότι οι απόψεις αυτές εκπορεύονται από συγκεκριμένα ιδεολογήματα και υποστηρίζονται από πολιτικούς και από μερίδα πανεπιστημιακών καθηγητών γλωσσολογίας και ιστορίας, που συστρατεύονται για προώθησή τους. Ο λαός αποτελεί, ως επί το πλείστον εν αγνοία του, θύμα, το οποίο γίνεται σταδιακά όλο και πιο ανίκανο να αντιδράσει στις επιβουλές. Έτσι, ανύποπτος ο κόσμος απολαμβάνει τις ατέλειωτες τηλεοπτικές σειρές στην κυπριακή διάλεκτο και παρακολουθεί τους πολιτικούς και τους παρουσιαστές των ΜΜΕ που απροκάλυπτα όλο και περισσότερο μιλώντας υποκαθιστούν τη νεοελληνική με διαλεκτικά στοιχεία, τις πλείστες φορές μάλιστα επιτηδευμένα. Επιπλέον, τελευταία οι νέοι μας, και όχι μόνο, εντρυφούν στη γλώσσα των podcast, μία χαμηλής στάθμης εκδοχή της κυπριακής διαλέκτου (που απέχει πολύ από την υπέροχη διάλεκτο που ομιλείτο μέχρι πρότινος και που αποτυπώθηκε από μεγάλους διαλεκτικούς μας ποιητές), την οποία σταδιακά υιοθετούν και αρχίζουν να έχουν ως πρότυπο. Όλα αυτά συνοδεύονται πλέον και από συστηματική πλύση εγκεφάλου, καθώς οι κύκλοι αυτοί προσπαθούν να πείσουν και με «επιχειρήματα» τα παιδιά μας για την ελληνοκυπριακή ή και κυπριακή γλώσσα, και υποδεικνύουν μάλιστα ότι αυτή πρέπει να αποδίδεται όχι με το ελληνικό αλφάβητο αλλά με το λατινικό. Αν τώρα αυτά συνδυαστούν με παράγοντες που δυσκολεύουν ευρύτερα τους Έλληνες στην ορθή εκμάθηση και χρήση της γλώσσας μας -μεγάλη επαφή με την εικόνα, συνεχής χρήση tablets, έλλειψη οικειότητας με βιβλία, greeklish κ.λπ.- οδηγούν τα παιδιά μας σε απρόβλεπτες καταστάσεις ως προς τη γλωσσική τους ικανότητα και σε επικίνδυνες ατραπούς ως προς την εθνική τους συνείδηση.  

Οι ενέργειες αυτές έχουν προφανείς σκοπιμότητες. Εκείνο όμως που δεν κατανοούν όσοι τις προωθούν και νομίζουν ότι έτσι υποβοηθούν τις προσπάθειες επίλυσης του κυπριακού προβλήματος, είναι ότι οποιαδήποτε απόπειρα συνύπαρξής μας με το σύνοικο στοιχείο όχι μόνο δεν πρέπει να αντιστρατεύεται τις ιδιαιτερότητες των δύο λαών, αλλά πρέπει να στηρίζεται, όπως λέει και ο κ. Χανδριώτης, στον «απόλυτο σεβασμό της ταυτότητας καθεμιάς από τις δύο κοινότητες, της ελληνικής και της τουρκικής.» Όσοι δεν το κατανοούν, εξυπηρετούν τον τουρκικό επεκτατισμό.              

*Φιλόλογος Β.Δ.Α΄, Σύμβουλος Φιλολογικών Μαθημάτων στο ΥΠΑΝ, Μ.Α. στην Κλασική Φιλολογία – Αντιπρόεδρος Ινστιτούτου Ελληνικού Πολιτισμού




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










575