Πειθώ: μια παλιά δευτερεύουσα θεότητα της «ανθοφορίας»


ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ Α. ΜΙΤΛΕΤΤΟΝ*

«Είναι ζωή.
Χρειάζεται πειθώ η ανθοφορία.»
Ελένη Βελέντζα

  Συζητώντας για τη σταθερή αξία της δημιουργίας ρουτινών και αναλύοντας τη δυναμική των ορίων που επιβάλλονται στους μαθητές διά της τήρησης κανονισμών, ήταν θέμα χρόνου ν’ αντιληφθώ (και γενικότερα ν’ αντιληφθεί κανείς) ότι υπάρχει και ένα δεύτερο επίπεδο, ήταν θέμα χρόνου να φτάσω σ’ ένα παχύτερο και λιγότερο ανθισμένο κλαδί του γενεαλογικού δένδρου των παιδαγωγικών μας θεοτήτων, τον κλάδο της Πειθούς. Εκεί είναι που γίνεται αισθητή η συνθετότητα και η δυσκολία του έργου που καλούμαστε να επιτελέσουμε οι εκπαιδευτικοί και έτσι εξηγείται είτε το ανασκούμπωμά μας για το «καινούργιο πάλεμα» είτε η επιστροφή μας σε πιο άμεσες και δοκιμασμένες πρακτικές. Δύο παλαιότερα άρθρα, το άρθρο της Ashley Berner "Persuasion in Education" και το άρθρο της Cyndie Hynd "Persuasion and Its Role in Meeting Educational Goals", που συνάντησα στο πλαίσιο ενός συνεχούς στοχασμού και αναστοχασμού, με έκαναν να ξανασκεφτώ σοβαρά τη σχέση της Πειθούς με ό,τι καλούμε «καθημερινότητά μας». Και πώς η Πειθώ, που δεν είναι μονάχα κοντινή ξαδέλφη της ρουτίνας, αλλά και κόρη του Ωκεανού ή της «Προμάθειας», συνοδός της Αφροδίτης και του Πόθου, συνδέεται με το «ποθούμενο» για κάθε εκπαιδευτικό: την επίτευξη  μαθησιακών στόχων.

    Μελετώντας τα σενάρια πειθούς που περιλαμβάνονται στο άρθρο της Hynd, μπορεί να καταλήξει κανείς σε συγκεκριμένες σκέψεις και προβληματισμούς:

α) Η πειθώ επιστρατεύεται συχνά συνειδητά και μεθοδευμένα αλλά μπορεί να επιστρατεύεται και αυθόρμητα τόσο για τη δημιουργία κλίματος ησυχίας όσο και ως τρόπος προσέγγισης του μαθητή, ώστε να είναι πιο δεκτικός, επομένως χρησιμοποιείται για να μας βοηθήσει να κάνουμε αυτό που λέμε «αποτελεσματική διδασκαλία».

β) Μολοντούτο στην πράξη η πειθώ κατέληξε να είναι ένα πιο δύσχρηστο εκπαιδευτικό εργαλείο σε σχέση με την άμεση επιβολή των κανονισμών και τούτο επειδή απαιτεί περισσότερο χρόνο, υπομονή και επιμονή. Ευκολότερα δημιουργεί κανείς ρουτίνες (σταθερά επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές) παρά κουλτούρα, βαθύτερη δηλαδή νοοτροπία, ενσυνείδητη και ελεύθερη στάση και ανταπόκριση.

γ) Ως εκ τούτου η πειθώ επιδιώκεται κατά κύριο λόγο ως ρητορική και κατ’ επέκτασιν κοινωνική δεξιότητα, δεξιότητα δηλαδή να μιλάει κανείς, και σχετίζεται με το γλωσσικό μάθημα και τη γενικότερη ικανότητα κριτικής σκέψης. Αλλά αμελείται ως δεξιότητα ν’ ακούει κανείς και να κατανοεί τη βαθύτερη ουσία των πραγμάτων: των ορίων, των κανονισμών. Αμελείται ως εργαλείο που κάνει τον άλλον πιο δεκτικό, ενεργητικά και θεληματικά δεκτικό, στη διδασκαλία.

δ) Συνεπώς μας αρκεί κάποτε ο παθητικός μαθητής, που κάνει ησυχία για να πούμε αυτά που πρέπει ν’ ακούσει και όχι για ν’ ακούσει αυτά που πρέπει να πούμε. Δεν περιμένουμε να μαθαίνει επειδή το θέλει, επειδή κατανοεί τη σημασία και την αξία της παιδευτικής διαδικασίας. Άλλωστε σωπαίνει. Κι αυτό μας αρκεί. Κλίμα ησυχίας, κλίμα διδασκαλίας. Και η μάθηση;

   Σε μια εποχή κατά την οποία επιμένουμε να δίνουμε έμφαση και να μιλάμε για «μαθησιακά» και όχι «εκπαιδευτικά» αποτελέσματα και δεξιότητες και δεν επιδιώκουμε τη μονομέρεια και την προσωπική μας μόνο εξέλιξη, πρέπει να ξανασυστηθούμε με την πειθώ. Πρέπει ν’ αποδεχτούμε ότι γι’ αυτά που θέτουμε ως στόχους χρειάζεται να κολυμπήσουμε κάποια στιγμή σε βαθύτερα και πιο ταραγμένα νερά (δεδομένης και της αντιδραστικότητας και της απείθειας ως χαρακτηριστικού της εφηβείας). Αλλά χρειάζεται να ξανασυστηθούμε με την πειθώ και για έναν άλλο λόγο: γιατί μένοντας μόνο στη ρουτίνα, ερχόμαστε αντιμέτωποι με άλλα ζητήματα:

Τι γίνεται όταν σε μία τάξη χρειάζεται να δημιουργήσουμε διαφορετικές ρουτίνες σε διαφορετικές ομάδες μαθητών; Τι γίνεται όταν σε μία ομάδα μαθητών χρειάζεται να δημιουργήσουμε την ίδια ρουτίνα αλλά με διαφορετικό για τον καθένα τρόπο, καθώς ο καθένας φέρει ένα διαφορετικό φορτίο εμπειριών και δυνατοτήτων; Τι γίνεται όταν τη μία φορά η ίδια τακτική δημιουργίας ρουτίνας πετυχαίνει και την άλλη αποτυγχάνει;

   Κάπως έτσι καταλαβαίνουμε ότι δεν πρέπει να αρκούμαστε και να εξαντλούμε την παιδαγωγική μας φαρέτρα στα όρια, τη συμμόρφωση και την προσωρινή ευκολία αλλά και ότι πρέπει να πηγαίνουμε παρακάτω, πιο πέρα, πιο βαθιά, σ’ εκείνο το δεύτερο επίπεδο που λέγαμε. Από τη ρουτίνα στην κουλτούρα και με μέσο την πειθώ.

Μεταφράζω από το άρθρο της Berner: «Ίσως η πιο δύσκολη πλευρά της πειθούς στην εκπαίδευση να μην αφορά σε δεξιότητες και ευαισθησίες των μαθητών παρά περισσότερο σε αυτό: επειδή η εκπαίδευση έχει εν γένει ηθικό χαρακτήρα, έχει να κάνει συνεχώς με το να πείθουμε για τον σκοπό της ίδιας της εκπαίδευσης, για τη φύση της ανθρωπότητάς μας και για το ίδιο το νόημα της ζωής».

    Εκεί όπου μπορεί να ζαλιστούμε από το ύψος και το βάθος των ηθικών μας «πρέπει», όπου μπορεί και να προχωρήσουμε σε μετακύλιση ευθυνών (δεν είμαστε γονείς, για να είμαστε υπεύθυνοι για τη διαμόρφωση συμπεριφορών), εκεί μας αποκαλύπτει το αινιγματικό της μειδίαμα η κρυμμένη θεότητα. Η Πειθώ, ως δευτερεύουσα θεότητα ήδη από τη μυθολογία, ερχόταν ως ακόλουθος ή συνοδός άλλων θεοτήτων που εξασφάλιζαν τη συμφωνία και την αρμονία, τη συμβίωση. Κι αν ως θυγατέρα μειζόνων θεοτήτων η Πειθώ-Σουαδέλα (παρά τη συσχέτισή της και με τη σαγήνη) παρέμεινε τώρα πια στο περιθώριο, δεν παύει να ικανοποιεί μιαν αρχέγονη ανάγκη μας να συνυπάρξουμε σ’ ένα έδαφος πρόσφορο όπου μπορούμε ν’ αλληλεπιδράσουμε με τρόπο γόνιμο και ζωοποιό.

    Χρειαζόμαστε λοιπόν αμφότεροι, διδάσκοντες και διδασκόμενοι, εκείνο το σημείο συνάντησης όπου οι πύλες μας είναι ανοιχτές και μπορούμε να δώσουμε ο ένας στον άλλον. Αλλά τούτο πρέπει πρώτα να το αποδεκτούμε. Όπως και ότι συνοδεύεται από άλματα και πτώσεις, νίκες και ήττες, αδιάκοπο κι επίμοχθο αγώνα, επιμονή, χρόνο και πόθο.

Ναι, πόθο. Αφού τελικά δεν είναι μόνον η πειθώ που οδηγεί στην ανθοφορία (να κάνουμε το λουλούδι να πιστεύει ότι θ’ ανθίσει για να δέχεται πρόθυμα τη φροντίδα μας και το νερό) μα και η ανθοφορία οδηγεί αναπόφευκτα στην πειθώ. Γιατί αν εμείς δεν πιστεύουμε στην ανθοφορία ως ευκταίο και επιτεύξιμο αποτέλεσμα, αν εμείς δεν πιστεύουμε ότι μπορούμε έστω και λίγο όχι μόνο να συμμορφώνουμε αλλά και να (δια)μορφώνουμε, ότι μπορούμε έστω και λίγο όχι μόνο να είμαστε εκπαιδευτικοί αλλά και παιδαγωγοί, τότε δεν μπορούμε να πείσουμε ποτέ και κανέναν άλλον, ούτε καν τον εαυτό μας.

*Φιλόλογος, Λύκειο Αγίου Νεοφύτου

Στη μνήμη του Ανδρέα Παπαμηνά, ενός δασκάλου της πειθούς και της αγάπης...




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










797