«Η Επιτροπή Παιδείας της Βουλής να επιστρέψει το Νομοσχέδιο με στόχο να υπάρξει θεσμικός, ουσιαστικός και συμμετοχικός διάλογος, να απαλειφθούν οι αδυναμίες και οι όποιες στρεβλώσεις».
Με ανακοίνωση της η Νέα Κίνηση Καθηγητών αναφέρει:
«Η έναρξη του διαλόγου για το Νέο Σχέδιο Αξιολόγησης έφερε αισιοδοξία και ελπίδα στην Εκπαιδευτική κοινότητα αφού ο εκσυγχρονισμός του συστήματος αξιολόγησης των εκπαιδευτικών ήταν κοινή προσδοκία των μελών της. Οι εκπαιδευτικοί θεώρησαν ότι ένα σχέδιο που θα συντασσόταν μετά από πολλά χρόνια συζητήσεων και καταγραφής των προβλημάτων του υφιστάμενου απαρχαιωμένου συστήματος αξιολόγησης θα μπορούσε να ανταποκριθεί στις προσδοκίες τους και να είναι εργαλείο διαμορφωτικής αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου ώστε το δημόσιο σχολείο να βελτιώνεται και να αναβαθμίζεται ποιοτικά ενώ ταυτόχρονα η ανάγκη για συγκριτική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών θα γινόταν πλέον με κριτήρια μετρήσιμα και διαδικασίες διαφανείς. Δυστυχώς όμως, τις προσδοκίες διαδέχθηκε αίσθημα έντονης απογοήτευσης αφού το προτεινόμενο από το ΥΠΑΝ σχέδιο είναι δομημένο με πολλές ασάφειες, κενά και παραλείψεις που η υιοθέτηση του θα συνιστούσε θεσμοθέτηση των αδυναμιών του υφιστάμενου συστήματος, για το οποίο όλες οι πλευρές συμφωνούν ότι χρειάζεται αναθεώρηση, ώστε αυτές ακριβώς οι αδυναμίες και οι όποιες στρεβλώσεις να απαλειφθούν.
Για τη σύνταξη του προτεινόμενου σχεδίου θα έπρεπε να προηγηθεί ένας διάλογος για τις αρχές στις οποίες θα εδράζεται και αφού όλοι οι εμπλεκόμενοι συμφωνήσουν σε αυτές να ξεκινήσει ο διάλογος για τις πρόνοιες του ώστε να μπορεί να ελέγχεται η συνέπεια του με τις συμφωνημένες αρχές. Τα ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα τα τελεσίγραφα και η απροθυμία για ένα ουσιαστικό διάλογο είναι πασιφανές ότι έδρασαν εις βάρους του κοινού στόχου που είναι η διαμόρφωση ενός σχεδίου αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου που θα είχε διαμορφωτικό χαρακτήρα όπως απαιτείται σε ένα σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα και επίσης θα κέρδιζε την εμπιστοσύνη των εκπαιδευτικών όσον αφορά στη συγκριτική αξιολόγησή τους. Το ΥΠΑΝ δεν έλαβε υπόψη τις ανησυχίες των εκπαιδευτικών και βιάστηκε να παρουσιάσει το νέο σχέδιο στο Υπουργικό Συμβούλιο, επικαλούμενο το οικονομικό κίνητρο των διαρθρωτικών ταμείων. Το σχέδιο όπως κατατέθηκε αφορά κυρίως την αριθμητική (συγκριτική) αξιολόγηση των εκπαιδευτικών η οποία όμως βασίζεται σε υποκειμενικά και μη μετρήσιμα κριτήρια και αδιαφανείς διαδικασίες χαρακτηριστικά τα οποία αποτελούν το κύριο πρόβλημα του υφιστάμενου σχεδίου αξιολόγησης. Ακόμα, ενισχύει τον επιθεωρητισμό, αφού το μεγαλύτερο μερίδιο της οικονομικής μελέτης αφορά νέες θέσεις επιθεωρητών, ενώ θα μπορούσαν να διοχετευτούν πόροι σε προγράμματα τα οποία θα ενίσχυαν τη δράση του Δημοσίου Σχολείου έξω από το στενό πλαίσιο των αναλυτικών προγραμμάτων και των αιθουσών διδασκαλίας. Επίσης, στο σχέδιο αυτό περιλαμβάνονται πρόνοιες οι οποίες επιβαρύνουν το υφιστάμενο προσωπικό των σχολικών μονάδων με γραφειοκρατικές διαδικασίες και επιπρόσθετο διοικητικό φόρτο εργασίας έτσι ώστε η εφαρμογή του να πλήξει αντί να ενισχύσει την παραγωγικότητα των σχολικών μονάδων.
Είναι καταγεγραμμένο ότι στα σημεία όπου υπήρξε σοβαρός, ειλικρινής και θεσμικός διάλογος, είχε ως αποτέλεσμα να γίνουν αποδεκτά από όλα τα μέρη κάποια θετικά στοιχεία. Αντιθέτως, εκεί που δεν υπήρξε διάλογος εμφανίζονται στρεβλώσεις, με αποτέλεσμα την εισαγωγή προνοιών που καθιστούν το σύστημα δυσλειτουργικό, αδύναμο να ξεπεράσει τις αδυναμίες του υφιστάμενου, γεγονός που στρέφεται ενάντια στο καλό της Δημόσιας Παιδείας. Αδυνατούμε να αντιληφθούμε το λόγο που εισήγηση για ένα ανεξάρτητο δευτεροβάθμιο σώμα ενστάσεων δεν υιοθετήθηκε, εναντιωνόμαστε στην έμμεση κατάργηση της μονιμότητας μέσω του προγράμματος στήριξης για το οποίο και πάλι δεν διατυπώνεται ξεκάθαρο πλαίσιο εφαρμογής, θεωρούμε υπερβολή την ύπαρξη δύο προγραμμάτων που αφορούν στην ένταξη των νεών εκπαιδευτικών στην υπηρεσία.
Για τους λόγους αυτούς και διότι δεν πρέπει να χαθεί η ευκαιρία για τη διαμόρφωση ενός συστήματος αξιολόγησης που θα αναβαθμίζει ποιοτικά το δημόσιο σχολείο μέσω διαμορφωτικών μηχανισμών και για ένα σύστημα το οποίο θα εμπιστευτούν οι εκπαιδευτικοί ως δίκαιο και αξιοκρατικό, η ΝΕΑ ΚΙΝΗΣΗ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ ΔΙΑΦΩΝΕΙ με την πρόταση που κατέθεσε το ΥΠΑΝ. Καλεί όλους τους εμπλεκόμενους πίσω στο τραπέζι για ένα εποικοδομητικό διάλογο προς την επίτευξη τους στόχου ενώ σε περίπτωση επιμονής της Κυβέρνησης για μονομερή εφαρμογή του σχεδίου καλεί την Επιτροπή Παιδείας της Βουλής σύμφωνα με τις δυνατότητες της να επιστρέψει το Νομοσχέδιο με στόχο να υπάρξει θεσμικός, ουσιαστικός και συμμετοχικός διάλογος για ένα δίκαιο και σύγχρονο σύστημα αξιολόγησης για το καλό του Δημόσιου Σχολείου».