Εφαρμογή ερευνητικού - ψυχοεκπαιδευτικού προγράμματος “Ψυχική Ευημερία και Ανθεκτικότητα Παιδιών”


Σε δημόσια δημοτικά σχολεία της Κύπρου

Η πανδημία του Covid-19 έχει κυριαρχήσει στη ζωή και την καθημερινότητα των ατόμων τα τελευταία 3 χρόνια, με συνέπειες στην ψυχική υγεία τόσο των ενηλίκων όσο και των παιδιών και εφήβων. Ένα γεγονός τόσο ανατρεπτικό για τις ζωές όλων, καταδεικνύει την ανάγκη για  προώθηση και καλλιέργεια της ψυχικής ανθεκτικότητας των παιδιών και εφήβων ως αντίβαρο σε παρελθόντα, παρόντα και μελλοντικά δυσάρεστα και τραυματικά γεγονότα.

Η έννοια της ανθεκτικότητας αναφέρεται σε μια δυναμική διαδικασία που βοηθά τα άτομα στην εκδήλωση προσαρμοστικών συμπεριφορών κατά την αντιμετώπιση δυσκολιών, τραυματικών γεγονότων, απειλών ή έντονων αγχογόνων ερεθισμάτων και καταστάσεων (Luthar et al., 2000). Αντίξοες καταστάσεις μπορεί να είναι ένα γεγονός τόσο ασυνήθιστο, όπως είναι η πανδημία, αλλά και συνηθισμένες και συχνές μεταβατικές καταστάσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν τα παιδιά, όπως είναι η μετάβαση σε ένα νέο στάδιο ανάπτυξης (π.χ., εφηβεία), η αλλαγή σχολείου, η αποτυχία σε ένα διαγώνισμα, ο τσακωμός με ένα φίλο, η απώλεια ενός προσφιλούς προσώπου, το πένθος, και το διαζύγιο των γονιών.

Η ψυχική ανθεκτικότητα έχει συνδεθεί με ορισμένους προστατευτικούς παράγοντες, οι οποίοι βοηθούν στην προσαρμογή και στη διαμόρφωση θετικών στάσεων απέναντι στη ζωή μετά από αντίξοες και αγχογόνες καταστάσεις (Zolkoski & Bullock, 2012). Η Garmezy (1991) κατέταξε τους προστατευτικούς παράγοντες στις εξής κατηγορίες: 1) χαρακτηριστικά της προσωπικότητας, όπως η αυτοεκτίμηση, 2) συνοχή της οικογένειας και έλλειψη συγκρούσεων, και 3) διαθεσιμότητα εξωτερικών υποστηρικτικών συστημάτων, τα οποία ενθαρρύνουν και ενισχύουν τις προσπάθειες του παιδιού να διαχειριστεί τις αντιξοότητες.

Η καλλιέργεια της ψυχικής ανθεκτικότητας στην παιδική ηλικία είναι πολύ σημαντική αφού αυτή την περίοδο δημιουργούνται σημαντικές ικανότητες και δεξιότητες στα παιδιά και αναδύονται τα πιο σημαντικά προστατευτικά συστήματα της ανθρώπινης ανάπτυξης (Masten & Gewirtz, 2006).

Η ψυχική ανθεκτικότητα μπορεί να προωθηθεί και ενισχυθεί στα παιδιά μέσα από προληπτικά παρεμβατικά προγράμματα τα οποία μπορούν να εφαρμοστούν στο πλαίσιο του σχολείου και να εμπλέξουν τόσο τα παιδιά όσο και τα συστήματα που τα περιβάλλουν, όπως είναι το σχολείο, οι γονείς, και η ευρύτερη κοινότητα. Σε τέτοιου είδους προγράμματα, οι ειδικοί ψυχικής υγείας έχουν κεντρικό ρόλο στην εκπαίδευση των γονέων και εκπαιδευτικών έτσι ώστε τα συστήματα της οικογένειας και του σχολείου να μπορέσουν να υποστηρίξουν την υγιή ανάπτυξη των παιδιών και να προάγουν τις ικανότητες που ενισχύουν την ψυχική ανθεκτικότητά τους (Masten & Barnes, 2018). Τα σχολεία έχουν τη δυνατότητα να προσφέρουν στα παιδιά υποστηρικτικές σχέσεις και να τα βοηθήσουν στην  ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων, κάτι που οδηγεί σε ένα υγιές και θετικό σχολικό κλίμα.  Στις προσπάθειές τους αυτές μπορούν να εμπλέξουν τους γονείς ως συνεργάτες, μια προσέγγιση η οποία οδηγεί σε πολύ θετικά αποτελέσματα (Brooks, 2006).

Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω, εφαρμόζεται την τρέχουσα σχολική χρονιά σε παιδιά ηλικίας 9 με 12 ετών το ερευνητικό και ψυχοεκπαιδευτικό πρόγραμμα πρωτογενούς πρόληψης, “Ψυχική Ευημερία και Ανθεκτικότητα Παιδιών”. Επιστημονικά υπεύθυνη και συντονίστρια του προγράμματος είναι η Δρ Λουΐζα Ιωαννίδου, Εγγεγραμμένη Σχολική Ψυχολόγος και Λέκτορας στο Τμήμα Ψυχολογίας και Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Frederick. Επίσης, την εποπτεία και συντονισμό των δράσεων στις σχολικές μονάδες έχει αναλάβει η Δρ Κατερίνα Μιχαήλ, μόνιμη εκπαιδευτικός,  ψυχολόγος/ψυχοθεραπεύτρια, και Συνεργαζόμενο Εκπαιδευτικό Προσωπικό στο Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Frederick. Το πρόγραμμα έχει αναπτυχθεί από κοινού από τις Δρ Ιωαννίδου και Δρ Μιχαήλ και υπάγεται στα ερευνητικά προγράμματα του Τμήματος Ψυχολογίας και Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Frederick.

Βασικός στόχος του προγράμματος είναι η ανάπτυξη της ψυχικής ανθεκτικότητας και ευημερίας των παιδιών, όπως επίσης η ανάπτυξη της αυτοεκτίμησης και αυτοαποτελεσματικότητάς τους. Το πρόγραμμα προσανατολίζεται σε πέντε βασικούς παράγοντες οι οποίοι είναι η προσωπική ενδυνάμωση, οι κοινωνικές ικανότητες, η αυτορρύθμιση, οι καλοί δεσμοί με το σχολείο και η θετική γονική εμπλοκή.

Το πρόγραμμα αποτελείται από δέκα συναντήσεις με τα παιδιά οι οποίες εφαρμόζονται στα πλαίσια του μαθήματος της Αγωγής Υγείας και τρεις συναντήσεις με τους γονείς/κηδεμόνες των παιδιών, παρέχοντας τους ομαδική, συμπεριφορική ψυχοεκπαίδευση. Επίσης, στα πλαίσια του προγράμματος υλοποιούνται επιμορφώσεις και συναντήσεις με τους εκπαιδευτικούς των συμμετεχόντων σχολείων. Στόχος είναι η υιοθέτηση μιας ολιστικής/οικολογικής προσέγγισης η οποία εμπλέκει όλα τα υποστηρικτικά συστήματα στα οποία ανήκουν τα παιδιά.

Το πρόγραμμα έχει λάβει όλες τις απαραίτητες εγκρίσεις από την Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής Κύπρου, το Υπουργείο Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας, τις Διευθύνσεις των σχολείων, όπως και τις γραπτές συγκαταθέσεις των γονέων.

Στο πρόγραμμα συμμετέχουν κατά την τρέχουσα σχολική χρονιά 2022-2023 πέντε δημοτικά σχολεία από την πόλη της Λεμεσού. Οι συναντήσεις με τα παιδιά έχουν ήδη ξεκινήσει από τον Οκτώβριο με μεγάλη και θετική ανταπόκριση από όλα τα παιδιά. Επίσης, στις 19 Νοεμβρίου 2022, πραγματοποιήθηκε στις εγκαταστάσεις του Πανεπιστημίου Frederick στη Λεμεσό το πρώτο εργαστήριο ψυχοεκπαίδευσης προς τους γονείς, με στόχο την ανάπτυξη αποτελεσματικών γονικών δεξιοτήτων και καλύτερης σχέσης/συνεργασίας μεταξύ σχολείου-οικογένειας.

Τα αποτελέσματα του προγράμματος αναμένεται να ανακοινωθούν μετά το τέλος της παρούσας σχολικής χρονιάς με δημοσιεύσεις σε τοπικά περιοδικά/εφημερίδες και διεθνή επιστημονικά περιοδικά και παρουσιάσεις σε συνέδρια.

Βιβλιογραφία

Brooks, J. E. (2006). Strengthening resilience in children and youths: Maximizing opportunities in the schools. Children and Schools, 28(2), 69-76.

Garmezy, N. (1991). Resilience in children's adaptation to negative life events and stressed environments. Pediatrics, 2, 459-466.

Luthar, S. S., Ciccheti, D., & Becker, B. (2000). The construct of resilience: A critical evaluation and guidelines for future work. Child Development, 71(3), 543-562.

Masten, A. S. & Gewirtz, A. H. (2006). Vulnerability and resilience in early child development. (22-43) in K. McCartney and D. A. Phillips, editors. Handbook of early childhood development. Blackwell, Malden, Massachusetts, USA.

Masten, A. S. & Barnes, A. J. (2018). Resilience in children: Developmental perspectives. Children, 5(7), 98.

Zolkoski, S. M. & Bullock, L. M. (2012). Resilience in children and youth: A review. Children and Υouth Services Review, 34(12), 2295-2303.

Δρ Λουΐζα Ιωαννίδου και Δρ Κατερίνα Μιχαήλ




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










980