Η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, πολιτικές αρρυθμίες και κοινωνική υποκρισία


ΤΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ*

Το Ανώτατο Δικαστήριο επιτέλους αποφάνθηκε για τη συνταγματικότητα των αποκοπών στο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων. Η απόφαση θεωρώ πως είναι πολιτικά ορθή, διότι «ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος». Κυρίες και κύριοι, υπάλληλοι του δημοσίου (πράγματι, ηχεί ως στίγμα): «Δυστυχώς, επτωχεύσαμεν!» Θα περιοριστώ  παρακάτω στις προβληματικές διαστάσεις του ζητήματος, οι οποίες καταδεικνύουν τις παθογένειες του πολιτικού συστήματος, ξεσκεπάζοντας ταυτόχρονα το φάσμα της κοινωνικής υποκρισίας, όπως αντανακλάται στον τύπο, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στις ανακοινώσεις των κομμάτων, ακόμη και των ίδιων των συντεχνιών. Για τη νομική ορθότητα της απόφασης του ΑΔ δεν μπορώ εκφέρω επιστημονική κρίση, αυτή είναι η δουλειά των συνταγματολόγων.

(Α) Περί της διάκρισης των εξουσιών. Δεν είναι μονάχα η χρονική στιγμή κατά την οποία εδέησε το ΑΔ να εκδώσει την απόφασή του, η οποία προφανώς διαβιβάζει τα δικά της πολιτικά μηνύματα, αλλά είναι κι αυτή η συναρπαστική «υποψία» ότι η δικαστική εξουσία δεν είναι εν τέλει τόσο ανεξάρτητη από την εκτελεστική - κι όπως γνωρίζει και ο πρωτοετής φοιτητής πολιτικής επιστήμης κράτος χωρίς διακριτές εξουσίες, είναι κράτος πολιτειακά νόθο, δημοκρατικά φατριατικό και ιδιόρρυθμο. Από τον τύπο μάθαμε ότι τις τελευταίες ημέρες (και υποθέτω εβδομάδες και μήνες) υπήρχε συνεχής επικοινωνία πολιτικών παραγόντων, ίσως και του προεδρικού, με τον Γενικό Εισαγγελέα.  Ο δε Πρόεδρος της Δημοκρατίας συνεχάρη αμέσως τον ΓΕ για τον «χειρισμό της υπόθεσης», εκθειάζοντας την «ανεξαρτησία, το ακέραιο» κ.λπ. της δικαστικής εξουσίας. Φραστικές περιπλοκάδες. Τα ερωτήματα που εγείρονται: θα τον συνέχαιρε αν η «ανεξάρτητη δικαστική εξουσία» αποφαινόταν διαφορετικά; Γιατί τα συγχαρητήρια; Μήπως, (α) επειδή εξέδωσε επιτέλους μία απόφαση; Ή (β) διότι ήταν η απόφαση που επιθυμούσε διακαώς το προεδρικό και τα πολιτικά κόμματα (διότι, ας μην ξεχνάμε, «είναι σεβαστές» οι αποφάσεις του ΑΔ, ωστόσο, την προκείμενη «δεν θα την εφαρμόσουμε αν είναι αυτή που δεν θέλουμε», όπως δήλωσε (παραφραστικά γράφω, αλλά επί της ουσίας) ο κ. Αβέρωφ Νεοφύτου. Άρα εφαρμόζουμε τη δικαιοσύνη επιλεκτικά. Εν ανάγκη «τροποποιούμε το Σύνταγμα» για να παρακάμψουμε τις αποφάσεις του ΑΔ.

(Β) Δεύτερο ζήτημα που αξίζει ιδιαίτερης προσοχής: Το όξος, το βδελυρό δηλητήριο, η δυσώδης εμπάθεια που μεταμορφώνεται σε ομοβροντία μίσους του συρμού, από ένα μεγάλο μέρος της κυπριακής κοινωνίας προς τους δημοσίους υπαλλήλους. Αν εξετάσουμε το ζήτημα προσεκτικά, κοινωνιολογικά, αν αναζητήσουμε τις αιτίες αυτής της γενικευμένης στάσης – θα συμπεράνουμε πως η κοινωνική υποκρισία βασιλεύει και μακροημερεύει. Γιατί, πόσοι ανάμεσα στους κανταδόρους «επικριτές» δεν απευθύνθηκαν ποτέ στο κόμμα τους, στον βουλευτή τους, για να ζητήσει, με αντάλλαγμα τη ψήφο του, οποιαδήποτε ευνοϊκή μεταχείριση; Μια θέση στο δημόσιο λόγου χάρη, έστω και ως συμβασιούχοι; Οι πελατειακές σχέσεις και οι νοοτροπίες αδιαφάνειας και νεποτισμού είναι οι παράγοντες που οδήγησαν σε ένα δημόσιο τομέα με χρόνιες παθολογίες και αναξιοκρατικές ανελίξεις –συντηρώντας ένα φεουδαρχικό κι αυθαίρετο κομματικό σύστημα αυλοκολάκων. Αυτοί που επικρίνουν με τόσο βιτριόλι και δόντια καρχαρία τη δημόσια υπηρεσία, δεν θα έχαναν ποτέ την ευκαιρία να βολευτούν ή να βολέψουν κάποιον οικείο στο «δημόσιο». Αυτή η δυσμενής, δυσοίωνη εικόνα είναι ο πραγματικός καθρέφτης της κοινωνίας μας. Οι βουλευτές, οι πολιτικοί, οι κομματάρχες ξέρουν πολύ καλά τι γίνεται, όπως γνωρίζουν και τον δικό τους ρόλο στη διαιώνιση της πανούκλας.

(Γ) Ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας σπεύδει να στηλιτεύσει τον δημόσιο τομέα με μια αξιοθαύμαστη ρομαντική διάθεση ανθρωποφαγικής ισοπέδωσης.  Όλοι αυτοί οι «χαραμοφάηδες» όμως, που μας ξεσκίζουν τις σάρκες, οι «βολεμένοι», οι «ακαμάτηδες», οι «αμοιβάδες», «η αργόσχολη αγέλη», «οι καφεντζούδες», είναι βεβαίως και οι νοσηλευτές σήμερα, και η αστυνομία, και η πυροσβεστική και όλες οι κρατικές υπηρεσίες που διατηρούν, ακόμη, το σύστημα ζωντανό. Κανείς δεν σχολιάζει την άκαιρη τοποθέτηση των χρυσοδάκτυλων φοροφυγάδων της ΟΕΒ, των διαπλεκόμενων με την πολιτική εξουσία, για αποκοπή μισθών του δημοσίου εν καιρώ πανδημίας (είμαι υπέρ της ελεύθερης αγοράς κι ενάντια στον κρατισμό, αν σας ενδιαφέρει να γνωρίζετε την ιδεολογία μου).

Ισοπέδωσης συνέχεια: Δεν θα αντισταθώ στον πειρασμό ν’ αναφερθώ και στο ζήτημα του ακαδημαϊκού επιδόματος, που έγινε βορά στο μένος του πανάθλιου πολιτικαντισμού, πυροδοτώντας παράλληλα ένα κλίμα κακοήθους έχθρας της κυπριακής κοινωνίας έναντι του Πανεπιστημίου Κύπρου το 2013. Τότε, με πρωτομάστορες ημιμαθείς και άξεστους βουλευτές, και σύσσωμη τη δημοσιογραφική ιντελιγκέντσια, εκφέρονταν πύρινοι λόγοι κατά των χαραμοφάηδων πανεπιστημιακών, των χρυσοπληρωμένων, που άξιζαν εξοστρακισμού διότι δεν προσέφεραν τίποτα στην κοινωνία, και στον διάβολο να πήγαιναν αν ήθελαν και παραπέρα, κι ας επέστρεφαν στα πανεπιστήμια που εργάζονταν (και πολλοί και άριστοι όντως επέστρεψαν). Τώρα όμως, κυρίες και κύριοι, κάθε βράδυ αναμένετε με αγωνία ν’ ακούσετε τα επιδημιολογικά νέα από έναν διαπρεπή συνάδελφο, την ίδια στιγμή που επιστημονικές ομάδες του ΠΚ εργάζονται ακατάπαυστα σε διάφορους τομείς της επιδημιολογίας, της βιολογίας, της ιατρικής, της ψυχολογίας. Το 2013 οι πανεπιστημιακοί, που ήρθαν στην Κύπρο μετά από δέκα-δώδεκα χρόνια σπουδών, ή από άλλα πανεπιστήμια στον κόσμο, δέχθηκαν σοκαριστική αποκοπή των απολαβών τους, παρά το γεγονός πως ήρθαν με τη σύναψη μιας έντιμης ρήτρας συμβολαιϊκής σχέσης κατά τη στιγμή της εργοδότησης βάσει νομοθεσίας. Με τη λογική της αναλογικότητας, την οποία επικαλείται ο έντιμος κύριος Εισαγγελέας, και της ίσης κατανομής βαρών, θα θέλαμε την άποψή του, κατά πόσον η απώλεια του 33% των απολαβών ενός εργαζομένου εν μία νυκτί αποτελεί αναλογικό βάρος ή σκανδαλώδη πολιτική πράξη;

Συμπερασματικά: Οι μειώσεις στο κρατικό μισθολόγιο το 2013 λόγω πτώχευσης ενός πολιτικά και ηθικά χρεωκοπημένου κράτους, στο οποίο συντελείτο συστηματικά ξέπλυμα βρώμικου χρήματος μέσω του υπερμεγέθους τραπεζικού τομέα, παρέχονταν αβέρτα βουλευτικά δάνεια από την αλήστου μνήμης Συνεργατική τράπεζα (δανεικά κι αγύριστα), με δεκάδες δικηγορικές εταιρίες εμπλεκόμενες σε σκάνδαλα, ήταν αναπόφευκτες. Η απόφαση του ΑΔ όμως εγείρει ζητήματα απροσχημάτιστης παρέμβασης και επηρεασμού της δικαστικής εξουσίας από την εκτελεστική. Επίσης, οι πολίτες οφείλουν να γνωρίζουν πως οι πελατειακές σχέσεις γεννούν τον φθόνο, το βόλεμα, την αναλγησία, διαιωνίζοντας μια κοινωνία σε μόνιμη αυτο-ύπνωση.

*Καθηγητής

Πανεπιστήμιο Κύπρου




Comments (3)

  1. Παναγιώτης Κληρίδης:
    Apr 14, 2020 at 01:11 PM

    Αγαπητέ κ. καθηγητά,
    Διάβασα με πολύ ενδιαφέρον το σημερινό σας άρθρο (14/04/2020) στο παιδεία.news και συμφωνώ με αρκετά θέματα που θίγετε. Θέλω όμως να αναφερθώ και να σχολιάσω κάποιες από τις απόψεις/θέσεις σας.
    Πρώτον, στην παράγραφο Α, έχετε συγχύσει τον ρόλο του Γενικού Εισαγγελέα με τον ρόλο των δικαστών του Ανωτάτου. Ο ΓΕ είναι ο νομικός σύμβουλος της κυβέρνησης και καλώς προσπάθησε να υποστηρίξει την υπόθεση υπέρ του κράτους. Επομένως δεν είναι ορθή η παρατήρησή σας ότι «ο ΓΕ εξέδωσε επί τέλους μια απόφαση». Δεν είναι ο ΓΕ που εξέδωσε την απόφαση αλλά το Ανώτατο.
    Δεύτερο, συμφωνώ μαζί σας ότι πολλοί που επικρίνουν με απόλυτο τρόπο τους Δημοσίους υπαλλήλους «δεν θα έχαναν ποτέ την ευκαιρία να βολευτούν ή να βολέψουν κάποιο οικείο στο δημόσιο». Αυτό όμως δεν δίνει συγχωροχάρτι σε αυτούς που «τα κατάφεραν», ούτε για τις αδυναμίες τους και τη νοοτροπία τους και την εν πολλοίς απαράδεκτη συμπεριφορά τους (δεν αναφέρομαι σε όλους) προς τους πολίτες που υποτίθεται εξυπηρετούν, (εξ ου και Δημόσια Υπηρεσία) , που δυστυχώς δεν ελέγχονται ούτε αυτοελέγχονται. Και μη μου πείτε ότι δεν φταίνε αυτοί (ακόμα και κατώτεροι υπάλληλοι) αλλά το σύστημα. Δεν έχουν το (μικρό ή μεγάλο) μερίδιο ευθύνης τους; Αυτά βέβαια χωρίς να θέλω να πω ότι δεν υπάρχουν πολλοί αξιόλογοι και ευσυνείδητοι δημόσιοι υπάλληλοι.
    Τρίτο, η αναφορά σας σε «χρυσοδάκτυλους φοροφυγάδες της ΟΕΒ» είναι μια απόλυτη και να μου επιτρέψετε να πω κακεντρεχής θέση, γιατί θα μπορούσατε κάλλιστα να μην το γενικεύατε.
    Τέταρτο, με κάποιους ακραίους και συναισθηματικούς χαρακτηρισμούς δείχνετε ότι ούτε σεις είστε αντικειμενικός, αλλά επηρεασμένος από την πικρία σας, παρόλο που συμφωνώ (ως τρίτος) για την απαράδεκτη στάση μεγάλης μερίδας υψηλά ισταμένων και άλλων κατά των πανεπιστημιακών το 2013 και όχι μόνο.
    Πέμπτο, η θέση σας ότι η απόφαση του Ανωτάτου εγείρει ζητήματα «απροσχημάτιστης παρέμβασης και επηρεασμού της δικαστικής εξουσίας» δίνει το δικαίωμα σε άλλους να ισχυριστούν ότι και η απόφαση της μειοψηφίας, αλλά και των κατωτέρων δικαστηρίων που είχαν αντίθετη άποψη, είναι εμποτισμένη από αλλότρια ή ίδια προσωπικά ή οικογενειακά συμφέροντα.

    Με εκτίμηση
    Παναγιώτης Κληρίδης

  2. Αντρέας Αργυρού:
    Apr 14, 2020 at 01:36 PM

    Εξαιρετικό άρθρο. Πικρές αλήθειες που το κατεστημένο δεν θέλει να ακούει.

  3. Ακης Ιωαννου :
    Apr 14, 2020 at 06:27 PM

    Αλήθειες !!
    Και οποίος θέλει να τις μειώσει, μειωμένος είναι ο ίδιος και μόνος.


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











2720