Tα μέλη τoυ διδακτικού προσωπικού του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου εκφράζουν τη θλίψη τους και καταδικάζουν απερίφραστα την κατεδάφιση τεσσάρων διατηρητέων κτισμάτων δίπλα στον υπό ανέγερση καθεδρικό ναό στην εντός των τειχών Λευκωσία, σε ένα τμήμα της πόλης με ιδιαίτερη ιστορική και αρχιτεκτονική σημασία και συμβολισμούς για την Κύπρο.
Οι ιστορικοί και αρχαιολόγοι καθηγητές και καθηγήτριες του Τμήματος, που διδάσκουν τους φοιτητές και τις φοιτήτριές τους ότι πρέπει να σέβονται όλα ανεξαιρέτως τα μνημεία του τόπου μας, ανεξαρτήτως εποχής και θρησκευτικής προέλευσης, θεωρούν ότι η Εκκλησία της Κύπρου, και ειδικά ο προκαθήμενός της, έχουν χρέος να προστατεύουν τα μνημεία που εγνωσμένα ανήκουν στην πολιτιστική κληρονομιά της Κύπρου, αντί να τα καταστρέφουν, καταπατώντας τους νόμους και κάθε έννοια σεβασμού και συλλογικής ευαισθησίας απέναντι σε ό,τι μας έχει κληροδοτηθεί.
Θεωρούν επίσης ότι η Πολιτεία πρέπει να επέμβει άμεσα, τόσο για να διαφυλάξει το κύρος της όσο και για να περισώσει ότι έμεινε να περισωθεί, και να επιβάλει στον εντολέα και τον ανάδοχο του έργου, που προχώρησε και στην κατεδάφιση, την επανακατασκευή των τεσσάρων διατηρητέων κτισμάτων, όπως άλλωστε προνοεί ο νόμος. Το ίδιο ισχύει και για τις Δημοτικές Αρχές της Λευκωσίας, οι οποίες εδρεύουν στην ίδια περιοχή (και σε μικρή απόσταση), και όφειλαν να επαγρυπνούν για να προλαβαίνουν τέτοιες καταστροφές. Είναι απαραίτητο να δοθεί το μήνυμα ότι κανείς δεν είναι υπεράνω του νόμου, και ότι όλοι φέρουμε την ίδια ευθύνη να διαφυλάξουμε τη μνήμη και τα μνημεία του τόπου. Όσα τουλάχιστον έχουν απομείνει.