Ακαδημαϊκοί του Παν. Κύπρου ανέλυσαν το θέμα της σεξουαλικής παρενόχλησης στην εκπομπή Λόγος και Αντίλογος


Με ένα πρωτότυπο τρόπο, αυτόν της συνδυαστικής συζήτησης, ακαδημαϊκοί του Πανεπιστημίου Κύπρου επέλεξαν να αναλύσουν το επίμαχο θέμα της σεξουαλικής παρενόχλησης στην εκπομπή «Λόγος και Αντίλογος», που πραγματοποιήθηκε στις 2 Μαρτίου 2021 στην Πανεπιστημιούπολη και μεταδόθηκε ζωντανά από το ΡΙΚ. Στην 3η κατά σειρά εκπομπή, η Επικεφαλής του Γραφείου Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων, κα Δόξα Κωμοδρόμου, με αφορμή τις δεκάδες καταγγελίες που είδαν το φως της δημοσιότητας, φιλοξένησε την Αναπληρώτρια Καθηγήτρια του Τμήματος Νομικής, Δρα Ελένη-Τατιανή Συνοδινού, τον Αναπληρωτή Καθηγητή Αναπτυξιακής Ψυχολογίας και Διευθυντή του Εργαστηρίου Αναπτυξιακής Ψυχοπαθολογίας, Δρα Κώστα Φάντη και τον Ομότιμο Καθηγητή στο Τμήμα Νομικής του Πανεπιστημίου Κύπρου, με ειδικότητα στην εγκληματολογία και στην δικανική ψυχολογία, Δρα Ανδρέα Καπαρδή για συζήτηση του πολύκροτου θέματος που μονοπωλεί την τελευταία περίοδο την επικαιρότητα.

Η κα Συνοδινού εστίασε στο γενικό πλαίσιο της νομικής αντιμετώπισης της σεξουαλικής παρενόχλησης και του σεξισμού, δίνοντας έμφαση στις συμπεριφορές που συνιστούν παρενόχληση και σεξισμό, όπως και στο θέμα προστασίας των θυμάτων. Ο κ. Φάντης ανέλυσε τις μορφές της σεξουαλικής κακοποίησης και τις διαστάσεις του φαινομένου σε παιδιά και έφηβους στην Κύπρο προβαίνοντας μάλιστα σε ανάλυση των χαρακτηριστικών των θυμάτων και των θυτών, εστιάζοντας στα δεδομένα από έρευνες του Πανεπιστημίου Κύπρου. Από την πλευρά του, ο κ. Καπαρδής αναφέρθηκε κυρίως στις εγκληματολογικές, αλλά και τις δικανικές ψυχολογικές πτυχές του φαινομένου. Δόθηκε ταυτόχρονα η ευκαιρία να ακουστούν οι θέσεις και απόψεις του κοινού μέσα από την ανοικτή γραμμή επικοινωνίας της εκπομπής.

Κατά τη διάρκεια του διαλόγου λέχθηκε ότι στην Κύπρο δεν υπάρχει νομοθεσία, δεν έχει ακόμα ενταχθεί στον ποινικό κώδικα για έγκυρη και έγκαιρη ουσιαστική στήριξη των θυμάτων, και δυστυχώς το θύμα είναι ο φτωχός συγγενής, καθώς ο εκσυγχρονισμός του δικαίου είναι μια διαδικασία που κινείται πολύ αργά. Το νομικό πλαίσιο χρειάζεται ενίσχυση για να προστατεύει πρώτιστα τα θύματα, αλλά ταυτόχρονα να αντανακλά την κυπριακή κοινωνία του 2021, όπου οι σχέσεις των δυο φύλων διαφέρουν πάρα πολύ από αυτό που γνωρίζαμε παλαιότερα. Στη σημερινή εποχή όμως, περισσότερα άτομα έχουν το θάρρος και το κουράγιο να αναφέρουν δημόσια φαινόμενα παρενόχλησης. Για την αναγκαία πρόληψη και την προστασία του θύματος δεν χρειάζεται μόνο το νομοθετικό πλαίσιο, αλλά και η συστηματική εκστρατεία ευαισθητοποίησης του κοινού.

Ποσοστό της τάξης του 86% δεν ζήτησε βοήθεια ή στήριξη, σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου Κύπρου που χρηματοδοτήθηκε από το Ίδρυμα Λεβέντη. Εννέα στα δέκα άτομα δεν αναφέρουν οτιδήποτε σε κανένα. Αυτό που παρατηρείται είναι ότι πολλά θύματα διστάζουν να αναφέρουν οτιδήποτε, γιατί τους το αποτρέπει το κοινωνικό στίγμα, το γεγονός ότι θα τους περιγελάσουν και το ότι πολλές φορές ο θύτης ίσως να εκβιάζει το θύμα. Άλλος λόγος είναι ότι δεν θεωρείται σημαντικό αδίκημα, ώστε να τεθεί σε λειτουργία η διαδικασία διερεύνησης και δίωξης. Σε άλλες χώρες όπως στο Ηνωμένο Βασίλειο, ΗΠΑ, Αυστραλία, Καναδά και στις Σκανδιναβικές χώρες, οι δομές που υπάρχουν είναι ανεπτυγμένες και στηρίζουν τα θύματα πολυδιάστατα και ποικιλοτρόπως. Τελευταίες έρευνες στην Κύπρο κατέγραψαν ότι οι περισσότεροι γονείς δεν ελέγχουν τον χρόνο που τα παιδιά τους περνούν στο διαδίκτυο, με ποιους μιλούν, ούτε ποιο το θέμα συζήτησης.

Τα αποτελέσματα της έρευνας υποδεικνύουν την ανάγκη για πρόληψη και ενημέρωση των παιδιών, των εφήβων και της οικογένειας. Θέματα σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης θα πρέπει να ενταχθούν στο σχολείο πάραυτα. Η εκπαίδευση πρέπει να ξεκινά, ίσως και από την προδημοτική. Δυστυχώς, όπως λέχθηκε, βλέποντας τη διδακτέα ύλη των σχολείων, διαπιστώνει κάποιος ότι πρόκειται για κονσερβατοποιημένη παιδεία που δεν αγγίζει κοινωνικά προβλήματα. Η ανάγκη εισαγωγής μαθημάτων κοινωνικών σπουδών, όπως κοινωνιολογία, ψυχολογία, νομική, είναι αναγκαία, ώστε οι έφηβοι να γνωρίζουν περισσότερα για να αμύνονται καλύτερα. Αναλύθηκε επίσης η διαφορά στους όρους της σεξουαλικής παρενόχλησης, εκμετάλλευσης και κακοποίησης κάτω από την ομπρέλα της ψυχολογίας και της νομικής πτυχής. Αναφέρθηκε και η ανάγκη ύπαρξης Κώδικα αντιμετώπισης και χειρισμού μέσα από κατάλληλους μηχανισμούς, ο οποίος θα πρέπει να συνοδεύεται από εκπαίδευση των προσώπων που θα χειριστούν τις υποθέσεις αυτές, στην αποφυγή θυματοποίησης του καταγγέλλοντος και στην Πολιτική και Κώδικα της πρακτικής για την καταπολέμηση της παρενόχλησης και της σεξουαλικής παρενόχλησης.

Ένα άλλο σημαντικό ερώτημα αφορούσε το ρόλο των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης στη διαιώνιση των στερεότυπων σεξισμού και κατά πόσο σήμερα γίνεται σωστή διαχείριση του κινήματος «#metoo». Οι ακαδημαϊκοί τόνισαν ότι συνήθως τα ΜΜΕ έχουν την τάση να αναφέρουν ασυνήθιστα γεγονότα με ένα στερεοτυπικό τρόπο, ωσάν να συμβαίνουν συνέχεια. Ταυτόχρονα όμως έχουν τη δύναμη να κατασκευάζουν καινούργιες πραγματικότητες, κι αυτό είναι δίκοπο μαχαίρι. Ο τρόπος που προσεγγίζει ένα μέσο το όλο ζήτημα έχει μεγάλη σημασία, γι’ αυτό πρέπει να ρυθμίζεται με τον κώδικα δεοντολογίας που δεν είναι άλλος από τον ευαίσθητο χειρισμό των αποκαλύψεων, με υπευθυνότητα και σεβασμό του θύτη, δηλαδή του φερόμενου ως δράστη, με το λεγόμενο τεκμήριο της αθωότητας. Δεν πρέπει να αποκαλύπτονται αχρείαστα τα προσωπικά δεδομένα, δεν θα πρέπει να παρουσιάζεται η είδηση με προσβλητικό ή δυσφημιστικό τρόπο, αλλά να τηρείται η αντικειμενικότητα. Το μεγαλύτερο πρόβλημα που παρουσιάζεται αφορά στα σύγχρονα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που έχουν κυριαρχήσει σε μεγάλο βαθμό στο δημόσιο διάλογο.

Πολλά ήταν άλλα ερωτήματα και ως προς το κατά πόσο καλλιεργείται ο σεβασμός των δικαιωμάτων μεταξύ των δύο φύλων, ποιοι είναι οι θύτες και ποια τα θύματα, σε ποιους χώρους κυρίως εντοπίζεται το πρόβλημα της λεκτικής ή και της σωματικής σεξουαλικής βίας και για ποιο λόγο κάποια από τα θύματα σπάνε τη σιωπή τους μετά από ολόκληρα χρόνια. Οι τρεις ακαδημαϊκοί δεν παρέλειψαν να αναφερθούν και στο εάν ισχύει «καθεστώς» ατιμωρησίας ή μήπως τελικά η τιμωρία επιβάλλεται, αν γίνεται κατάχρηση στο δυνατό «όπλο» της εκμυστήρευσης ενός συμβάντος, αν υπάρχουν ασφαλιστικές δικλείδες ή ακόμα αν ελλοχεύει ο κίνδυνος να ανατραπεί η όποια διαδικασία.  Στην εκπομπή καταγράφηκαν και πολλές εισηγήσεις για τα κατάλληλα προληπτικά μέτρα πολιτείας και θεσμών για την προστασία των εν δυνάμει θυμάτων.




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











1041