ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΛΟΖΟΥ*
Έχω ξανά κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου σε σχέση με την πρόταση του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού για την αξιολόγηση του μαθητή-μαθήτριας
(βλέπε προηγούμενο άρθρο με τίτλο Η αξιολόγηση του μαθητή – Πρέπει η Προσχολική Εκπαίδευση να ανησυχεί; Λοΐζου, 2018). Φαίνεται ότι τελικά το νηπιαγωγείο πρέπει να ανησυχεί βλέποντας τα επόμενα βήματα που γίνονται στον τομέα της αξιολόγησης.
Αυτή τη φορά αναφέρομαι στο «Διαγνωστικό Εργαλείο για το γνωστικό αντικείμενο της Γλωσσικής Αγωγής στη βάση των Επιδιώξεων του Αναλυτικού Προγράμματος Προσχολικής Εκπαίδευσης (3 χρόνων- Προδημοτική)» το οποίο ετοιμάστηκε σε συνεργασία με το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και στάλθηκε σε όλα τα νηπιαγωγεία με την αντίστοιχη εγκύκλιο από τη Διεύθυνση Δημοτικής Εκπαίδευσης (11.5.21).
Έχω συγκεκριμένες πεποιθήσεις για την παιδαγωγική της προσχολικής εκπαίδευσης και αυτές φαίνονται στο Αναλυτικό Πρόγραμμα Προσχολικής Εκπαίδευσης (ΑΠΠΕ) του οποίου υπήρξα επιστημονική υπεύθυνη αλλά και μια από τους συγγραφείς του. Υποστηρίζω ότι το κάθε παιδί έχει παρελθόν, παρόν και μέλλον, και ότι το νηπιαγωγείο πρέπει να δίνει ευκαιρίες στα παιδιά να φανερώνουν τις ικανότητες τους και να αποκτούν πολλαπλές εμπειρίες ώστε να μετακινηθούν, αναπτυξιακά και μαθησιακά, στην προσωπική τους Ζώνη Επικείμενης Ανάπτυξης.
Αναφέρομαι λοιπόν στο συγκεκριμένο εργαλείο επειδή θεωρώ την τεκμηρίωση και αξιολόγηση των παιδιών στο νηπιαγωγείο πολύ σημαντικές. Ουσιαστικές για την στήριξη των παιδιών να αναπτυχθούν και να μάθουν, για την ανατροφοδότηση και τον αναστοχασμό της νηπιαγωγού για τις πρακτικές της, για την ενημέρωση των γονιών, για την έρευνα και την πράξη κ.ά. Όμως η προσπάθεια εφαρμογής της τεκμηρίωσης και αξιολόγησης εκτός πλαισίου της καθημερινότητας των παιδιών και του προγράμματος του νηπιαγωγείου (π.χ. με βάση το project, το παιχνίδι) μπορεί να αποβεί μοιραία για το εκπαιδευτικό μέλλον του κάθε παιδιού. Τα παιδιά ανταποκρίνονται καλύτερα και μας δείχνουν τις ικανότητες τους μέσα από δραστηριότητες που έχουν νόημα για τα ίδια και όχι αποσπασματικά και αποκομμένα.
Θέλω να θέσω κάποια ερωτήματα που αναδεικνύουν τους περιορισμούς και τους κινδύνους ενός τέτοιου διαγνωστικού εργαλείου τόσο για τα παιδιά όσο και για τις νηπιαγωγούς:
Μήπως θεωρούμε ότι απλά η χρήση του περιεχόμενου της Γλωσσικής Αγωγής αποτελεί τη σύνδεση με τις αρχές και τη φιλοσοφία του ΑΠΠΕ;
Οι νηπιαγωγοί γνωρίζουν τις παιδαγωγικές αρχές και τη φιλοσοφία του ΑΠΠΕ. Γνωρίζουν ότι η ανάπτυξη και η μάθηση στηρίζεται στις σχέσεις. Ότι όλα τα παιδιά έχουν δυνατότητες, ότι το καθένα έχει το δικό του ρυθμό και επίπεδο ετοιμότητας με βάση τα ατομικά του χαρακτηριστικά (π.χ. παιδιά με μεταναστευτική βιογραφία που τα Ελληνικά δεν είναι η μητρική τους γλώσσα ή κάποια παιδιά με νοητικές ή άλλες αναπηρίες). Και ότι το παιχνίδι ως μορφή οργάνωσης της μάθησης χρειάζεται πλαίσιο που να έχει νόημα για τα παιδιά. Έτσι μπορούν να διαμορφώσουν τα κατάλληλα εργαλεία για να τεκμηριώσουν και να αξιολογήσουν τις ικανότητες των παιδιών σε όλους τους τομείς ανάπτυξης αλλά και σε όλα τα γνωστικά αντικείμενα όπως αναφέρονται στο ΑΠΠΕ.
Η ΣΕΠ και τα αποτελέσματα ενός διαγνωστικού δοκιμίου δεν είναι ο τρόπος να υποδεχτεί το Δημοτικό Σχολείο τα παιδιά της Προδημοτικής! Το Δημοτικό Σχολείο θα πρέπει να είναι «έτοιμο» να υποδεχθεί το κάθε παιδί ξεχωριστά και να το στηρίξει στη βάση των ικανοτήτων του, των ενδιαφερόντων του και των αναγκών του δίνοντας έμφαση στο Παρόν του.
*Καθηγήτρια, Τμήμα ΕΠΑ, Πανεπιστήμιο Κύπρου