ΤΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ*
Είναι κατανοητή η προσπάθεια των Πανεπιστημίων να επιστρέψουν στη λεγόμενη κανονικότητα, στην πλήρη επαναλειτουργία των ιδρυμάτων σε όλα τα επίπεδα. Αυτή νοείται ότι συμπεριλαμβάνει τη διδασκαλία εντός των αιθουσών, τις συνεδρίες όλων των συλλογικών οργάνων διά ζώσης, και άλλες συναφείς δραστηριότητες μιας ακαδημαϊκής οντότητας.
Ως μέλος του διδακτικού προσωπικού του Πανεπιστημίου Κύπρου θα εκθέσω κάποιους προβληματισμούς, τους οποίους γνωρίζω πως συμμερίζονται και πολλοί άλλοι συνάδελφοι, με μοναδικό στόχο τη συμβολή στη συζήτηση που διεξάγεται λίγο πριν τη λήψη της οριστικής απόφασης.
(α) Η ανοσία των εμβολιασμένων φθίνει με την πάροδο του χρόνου, αλλά επίσης και η αποτελεσματικότητα του εμβολίου έναντι της μετάλλαξης Δέλτα έχει σημαντικά μειωθεί. Το πιο κοντινό μας παράδειγμα είναι το γειτονικό Ισραήλ που προγραμμάτισε ήδη ενισχυτικές δόσεις των εμβολίων κάτω από την πίεση της εξάπλωσης των λοιμώξεων.
(β) Η μετάλλαξη Δέλτα είναι υπερ-μεταδοτική, πολλοί ασθενούν κάθε μέρα ενώ έχουν πλήρως εμβολιαστεί, κι ένα ποσοστό από αυτούς καταλήγει στις ΜΕΘ (αυτή τη στιγμή, περίπου ένας στους πέντε βαριά ασθενείς είναι εμβολιασμένος και η τάση είναι αυξητική). Συνεπώς όχι μόνο οι εμβολιασμένοι είναι δυνητικά διασπορείς του ιού, αλλά κινδυνεύουν να νοσήσουν και οι ίδιοι από μη εμβολιασμένους.
(γ) Ο έλεγχος ταχείας ανίχνευσης αντιγόνου μπορεί να είναι παραπλανητικός, όπως αποδεικνύει η καθημερινή εμπειρία.
(δ) Όσοι μολύνονται με τη μετάλλαξη Δέλτα φέρουν μεγαλύτερο ιικό φορτίο, ενώ καθυστερούν να εκδηλώσουν συμπτώματα με αποτέλεσμα να διασπείρουν τον ιό SARS -CoV-2 δίχως να αισθάνονται οποιαδήποτε ενόχληση ή να εκδηλώνουν συμπτώματα.
(ε) Η μετάλλαξη Δέλτα μοιάζει να εξελίσσεται σ’ ένα οιονεί νέο πανδημικό κύμα, με σοβαρές λοιμώξεις και σε νεότερα άτομα.
Οι Κύπριοι φοιτητές ξένων πανεπιστημίων εμβολιάσθηκαν πριν αναχωρήσουν για τον προορισμό τους. Ουσιαστικά γι’ αυτούς ο εμβολιασμός είναι υποχρεωτικός, είτε γιατί δεν θα μπορούσαν να ταξιδέψουν στον προορισμό τους είτε γιατί ήταν απαίτηση των πανεπιστημίων τους. Οι φοιτητές των δημοσίων πανεπιστημίων είναι ενήλικα άτομα, και θα ανέμενε κάποιος πως θα εκδήλωναν την ανάλογη ωριμότητα και κοινωνική ευθύνη. Αυτό δεν συνέβη. Οι λόγοι της αποχής των φοιτητών από τον εμβολιασμό θα πρέπει να διερευνηθούν, αλλά προς το παρόν μπροστά μας έχουμε μια πραγματολογική εικόνα και καλούμαστε να τη διαχειριστούμε.
Καταληκτικά: Η πανδημία δεν έχει τελειώσει. Διεθνώς οι επιδημιολόγοι προειδοποιούν για επιδείνωση της κατάστασης το φθινόπωρο και τον χειμώνα. (Από του Κύπριους επιδημιολόγους και ιολόγους έχουμε συνηθίσει να προσλαμβάνουμε αντικρουόμενες τοποθετήσεις με αποτέλεσμα να τρωθεί η αξιοπιστία του λόγου τους.) Κάτω από αυτές τις συνθήκες τα πανεπιστήμια δεν χρειάζεται να επιδείξουν ζήλο για την επιστροφή στην ομαλότητα. Η βιασύνη θα αποβεί εις βάρος της ακαδημαϊκής κοινότητας και της κοινωνίας ευρύτερα. Μια πιθανή λύση είναι να λειτουργήσουν δια ζώσης μόνο με τους πλήρως εμβολιασμένους φοιτητές. Για τους υπόλοιπους ας προκρίνει το κάθε ίδρυμα τη μέθοδο διδασκαλίας. Πάνω από όλα προέχει η υγεία της ακαδημαϊκής κοινότητας στο σύνολο της.
Οποιαδήποτε απόφαση ληφθεί, η οποία θα προνοεί την επιστροφή στη διά ζώσης διδασκαλία, πρέπει να είναι τεκμηριωμένη, στη βάση διεθνών επιδημιολογικών και ιατρικών δεδομένων και προβλέψεων. Οι πρυτανικές αρχές των πανεπιστημίων και τα συγκλητικά σώματα θα φέρουν ακέραια την ευθύνη για όποια προβλήματα προκύψουν, ειδικά στον τομέα της διασφάλισης της υγείας της ακαδημαϊκής κοινότητας στο σύνολό της, είτε γιατί θα έχουν υποβαθμίσει τους κινδύνους ή υπερεκτιμήσει τις δυνατότητες του συστήματος να υπερβεί τα πρακτικά ζητήματα που θ’ ανακύψουν, είτε, ακόμα, λόγω πλημμελούς εφαρμογής έγκυρων υγειονομικών πρωτοκόλλων.
*Καθηγητής
Πανεπιστήμιο Κύπρου