ΤΗΣ ΜΑΙΡΗΣ ΙΑΩΝΝΙΔΟΥ- ΚΟΥΤΣΕΛΙΝΗ*
Άρχισε και πάλι ο κλαυθμός και οδυρμός για τα χάλια της εκπαίδευσης , αμέσως μετά την ανακοίνωση των θλιβερών, όντως, αποτελεσμάτων σε ευρωπαϊκή έρευνα.
Όλοι, επαΐοντες και μη, βρήκαν ακόμη μια ευκαιρία για φουτουριστικές αναλύσεις περί αιτίων και αιτιατών. Με περίσσια υπομονή ακούσαμε και ακούμε αναλύσεις, γεμάτες σύγχυση, από ποικίλες οπτικές γωνίες, λες και περιμέναμε καλύτερα αποτελέσματα: φταίει το πρόγραμμα, η μεθοδολογία, η μη διδασκαλία δεξιοτήτων, οι εξετάσεις, η αδιαφορία των μαθητών, η παραβατικότητα …και χίλια δυο άλλα θέματα, σχετικά μεν αλλά παρεπόμενα της ουσιαστικής παράλυσης του δημόσιου σχολείου.
Πρέπει να πούμε εξ αρχής ότι για μια δεκαπενταετία, τουλάχιστον, η εκπαιδευτική πολιτική για το δημόσιο σχολείο είναι ο αποτελεσματικότερος χρηματοδότης της ιδιωτικής εκπαίδευσης, ελληνόφωνης και ξενόγλωσσης. Γιατί άραγε; Η απάντηση είναι πολύ απλή: κανένα αναλυτικό πρόγραμμα και καμιά αποδοτική και σύγχρονη μεθοδολογία δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην πλειονότητα των δημόσιων σχολείων, λόγω της εκπαιδευτικής πολιτικής που εφαρμόζεται, δεκαετίες τώρα, για τα παιδιά με μεταναστευτική βιογραφία. Μια πολιτική, η οποία αδικεί και δημιουργεί αξεπέραστα προβλήματα για όλους, μαθητές και εκπαιδευτικούς, και σύμφωνα με την οποία τα παιδιά με μεταναστευτική βιογραφία φοιτούν στην τάξη στην οποία ηλικιακά ανήκουν, χωρίς να γνωρίζουν την ελληνική γλώσσα, για να μπορούν να μαθαίνουν!
Τι σημαίνει αυτό; Τα παιδιά αυτά αποκτούν πολύ χαμηλή εικόνα στα μάτια των συμμαθητών τους, γίνονται αντικείμενο χλευασμού και ρατσιστικής συμπεριφοράς- ήδη τα μέσα μαζικής επικοινωνίας την αναφέρουν καθημερινά ως παραβατική συμπεριφορά εναντίον τους. Έρευνα σε σχολεία, την ώρα διεξαγωγής μαθήματος, έδειξε ότι σε αρκετά σχολεία η συμπεριφορά αυτή είναι σε έξαρση εντός της τάξης και ακόμη ότι ο/η εκπαιδευτικός δεν μπορεί να κάνει μάθημα, παρά μόνο προσπαθεί να κρατήσει την τάξη ή να «καλύψει την ύλη» με ανταπόκριση 2-3 μαθητών. Για ποια μεθοδολογία, λοιπόν να μιλήσουμε και για ποια σύγχρονα προγράμματα;
Αφήνουμε εκτός συζήτησης τη διασπάθιση του δημοσίου χρήματος με τα λεγόμενα «προγράμματα απόσυρσης από την τάξη» (pull out programs), των παιδιών με μεταναστευτική βιογραφία, για κάποιες περιόδους την ημέρα, για να μάθουν ελληνικά! Ή ακόμα για τα προγράμματα στήριξης των αδύνατων μαθητών, όπου μπαίνουν τα παιδιά και ποτέ δεν βγαίνουν, διότι καθόλου δεν βελτιώνονται.
Για να σταματήσουμε, επομένως να ομφαλοσκοπούμε αναζητώντας τα αίτια της αποτυχίας σε εκπαιδευτικούς και μεθοδολογίες, ας παραδεχθούμε, επιτέλους, ότι ή πολιτική ένταξης των παιδιών αυτών στο δημόσιο σχολείο, χωρίς προηγούμενη εκμάθηση της γλώσσας διδασκαλίας του σχολείου, ούτως ώστε να μπορούν να ενταχθούν και να μάθουν, θα φέρνει τα ίδια και χειρότερα αποτελέσματα και θα χρηματοδοτεί την ιδιωτική εκπαίδευση, ωραιοποιώντας την. Επιπρόσθετα, θα εξάρει την παραβατικότητα και δεν θα προσφέρει ουσιαστική εκπαίδευση ούτε στα παιδιά με μεταναστευτική βιογραφία, αλλά ούτε και στα παιδιά γηγενούς πληθυσμού.
Βέβαια, για να μην υπάρξει παρανόηση των γραφομένων, πρέπει να τονίσουμε ότι για τα αποτελέσματα της έρευνας δεν ευθύνονται οι μαθητές με μεταναστευτική βιογραφία, διότι πολύ απλά τα αποτελέσματα των δύο διαφορετικών πληθυσμών αναλύονται ξεχωριστά. Μιλούμε για την πολιτική, η οποία καταστρέφει το δημόσιο σχολείο, χρηματοδοτεί την ιδιωτική εκπαίδευση και αδικεί όλους τους μαθητές.
Δεν είναι η πρώτη φορά που επισημάνθηκε το πρόβλημα της ένταξης των παιδιών με μεταναστευτική βιογραφία στις τάξεις, χωρίς να γνωρίζουν ελληνικά, και των αρνητικών επιπτώσεων στη διδασκαλία και στην επίδοση όλων των παιδιών, μαζί με έρευνες που το υποστηρίζουν.
‘Όμως, περί άλλων τυρβάζουμε.
*Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Κύπρου