Με επιτυχία ολοκληρώθηκε τον Μάιο 2024 το έργο EVOLHAB: «Μια γονιδιωματική προσέγγιση για την αξιολόγηση των επιπτώσεων της αστάθειας των ενδιαιτημάτων στην εξέλιξη των νησιωτικών οργανισμών» που συγχρηματοδοτήθηκε από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και την Κυπριακή Δημοκρατία μέσω του Ιδρύματος Έρευνας και Καινοτομίας, στο πλαίσιο του προγράμματος «Νησίδες Αριστείας». Στο έργο αυτό συμμετείχαν ερευνητές/ριες και φοιτητές/ριες του Εργαστηρίου Μοριακής Οικολογίας και Εξέλιξης του Τμήματος Βιολογικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κύπρου με υπεύθυνη την Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Άννα Παπαδοπούλου.
Το έργο EVOLHAB εστίασε στην οικολογία και την εξέλιξη της εδαφοπανίδας των αμμοθινών, δηλαδή των αμμόλοφων που σχηματίζονται λόγω της δράσης του ανέμου και του κύματος και συγκρατούνται με τη βοήθεια ειδικά προσαρμοσμένων φυτών. Τα ιδιαίτερα αυτά παράκτια οικοσυστήματα προσφέρουν φυσική προστασία των ακτών από τη διάβρωση, ενώ ταυτόχρονα δεσμεύουν άνθρακα βοηθώντας με τον τρόπο αυτό στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής. Τα φυτά που σταθεροποιούν τις αμμοθίνες υποστηρίζονται από μία πλούσια εδαφοπανίδα (κυρίως σκαθάρια και άλλα ασπόνδυλα είδη), η οποία βοηθάει στην ανακύκλωση των θρεπτικών συστατικών και είναι απαραίτητη για την εύρυθμη λειτουργία των οικοσυστημάτων αυτών. Οι αμμοθίνες θεωρούνται πολύ δυναμικά και ασταθή οικοσυστήματα καθώς βρίσκονται κάτω από τη συνεχή επίδραση των κυμάτων, του αέρα και των αλλαγών της στάθμης της θάλασσας. Το έργο EVOLHAB μελέτησε το πώς επηρεάζει αυτή η αστάθεια την εξέλιξη των σκαθαριών που είναι προσαρμοσμένα να ζουν μέσα στην άμμο αυτών των παράκτιων οικοσυστημάτων.
Η έρευνα διεξήχθη στα αμμοθινικά οικοσυστήματα της Κύπρου και των νησιών του Αιγαίου και χρησιμοποίησε μεθόδους βασισμένες στην αλληλούχιση του DNA. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι τα αμμόφιλα είδη σκαθαριών, δηλαδή αυτά που είναι προσαρμοσμένα να ζουν αποκλειστικά σε παράκτια αμμώδη οικοσυστήματα, έχουν πολύ χαμηλή γενετική ποικιλότητα σε σχέση με συγγενικά τους είδη που έχουν τη δυνατότητα να επιβιώσουν και σε εσωτερικά οικοσυστήματα με συμπαγές χώμα. Μέσω προσομοιώσεων φάνηκε ότι η χαμηλή γενετική ποικιλότητα που παρουσιάζουν οφείλεται σε συχνές δραστικές μειώσεις ή και τοπικές εξαφανίσεις των πληθυσμών τους λόγω των έντονων περιβαλλοντικών πιέσεων που δέχονται. Πολλά είδη αμμόφιλων σκαθαριών έχουν χάσει την ικανότητα να πετούν (αφού η πτήση τα εκθέτει σε κίνδυνο, λόγω της πιθανότητας να παρασυρθούν από τον αέρα και να πνιγούν στη θάλασσα) και για αυτό η διασπορά τους από τη μία παραλία στην άλλη είναι σχετικά σπάνια. Η χαμηλή γενετική τους ποικιλότητα και η μικρή ικανότητά τους για διασπορά τα καθιστά πολύ ευάλωτα στις σύγχρονες συνθήκες της ταχείας κλιματικής αλλαγής και της ανόδου της στάθμης της θάλασσας.
Αριστερά: Αμμοθινικό οικοσύστημα στην περιοχή των Αλυκών Λάρνακας, που προστατεύεται από το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Natura 2000. Φωτογραφία: Εύα Πίττα. Δεξιά: Τα αμμόφιλα σκαθάρια Catomus consentaneus και Phaleria provincialis cypria που ζουν στις αμμοθίνες της Κύπρου.
Το έργο EVOLHAB μελέτησε δέκα αμμοθινικά οικοσυστήματα κατά μήκος της ακτής της Κυπριακής Δημοκρατίας και κατέγραψε μία πλούσια πανίδα που αποτελείται από τουλάχιστον 290 διαφορετικά είδη σκαθαριών. Ο μεγαλύτερος αριθμός ειδών (95 είδη) καταγράφηκε στην περιοχή Μανδριά της Πάφου, ενώ ο μικρότερος (45 είδη) στην περιοχή της Πόλης Χρυσοχούς αλλά και στην περιοχή των Αλυκών Λάρνακας, που προστατεύεται στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Δικτύου Natura 2000. Ένας παράγοντας που φάνηκε να επηρεάζει τον πλούτο των ειδών ανά περιοχή ήταν η σύσταση της άμμου, με τη μεγαλύτερη ανομοιομορφία στο μέγεθος των κόκκων της άμμου να ευνοεί τον μεγαλύτερο αριθμό ειδών. Οι ανατολικές αμμοθίνες (στις περιοχές Ζιάτσι, Ορμήδεια και Αλυκές Λάρνακας) παρουσίασαν συνολικά μικρότερους πληθυσμούς των ειδών που καταγράφηκαν, ενώ κάποια αποκλειστικά αμμόφιλα είδη φάνηκαν να μην προτιμούν τις περιοχές αυτές, γεγονός που θα μπορούσε να αποδοθεί στις έντονες ανθρωπογενείς επιδράσεις που υφίστανται οι νοτιοανατολικές παραλίες νησιού εδώ και δεκαετίες, λόγω της τουριστικής ανάπτυξης. Η δημιουργία τουριστικών υποδομών αλλά και η κίνηση των οχημάτων στην παράκτια ζώνη, θεωρούνται σημαντικές αιτίες διατάραξης των αμμοθινικών οικοσυστημάτων.
Μέσα από την έρευνα αυτή υπογραμμίζεται η σημασία των αμμοθινικών οικοσυστημάτων της Κύπρου, τα οποία προστατεύουν τις ακτές του νησιού από τη διάβρωση, αλλά κινδυνεύουν έντονα από τις ανθρωπογενείς επιδράσεις και την άνοδο της στάθμης της θάλασσας. Ενώ σε παλαιότερες περιόδους ανόδου της στάθμης της θάλασσας οι αμμόλοφοι είχαν τη δυνατότητα να μεταναστεύσουν προς το εσωτερικό του νησιού, η κατασκευή δρόμων και τουριστικών υποδομών εμποδίζει σήμερα μία τέτοια μετανάστευση και θα οδηγήσει αναπόφευκτα στη μείωση της χωρικής έκτασης των σημαντικών αυτών οικοσυστημάτων και πιθανόν στην εξαφάνιση πολλών αμμόφιλων ειδών.
Πληροφορίες: https://meelab.weebly.com/evolhab.html
Πληροφορίες για το Εργαστήριο Μοριακής οικολογίας και Εξέλιξης: https://meelab.weebly.com
Πληροφορίες για το Τμήμα Βιολογικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κύπρου: https://www.ucy.ac.cy/biol/