Τα αποτελέσματα της έρευνας TIMSS 2019 και η ανάγκη αξιοποίησής τους


ΤΗΣ ΕΛΕΝΑΣ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ*

Κάθε χρόνο κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, γίνεται τεράστια συζήτηση για τους μέσους όρους των Παγκύπριων Εξετάσεων, και ιδιαίτερα για το πώς συγκρίνονται με τους μέσους όρους σε προηγούμενα έτη. Μέσω αυτής της τάσης, φαίνεται να υπάρχει μια ανάγκη για τη διαπίστωση του πώς εξελίσσεται το εκπαιδευτικό μας σύστημα, ή για το πώς αυτή η εξέλιξη (ή μη) επηρεάζει τις επιδόσεις των μαθητών μας.

         Παρόλο που φαίνεται σχετικά εύκολο να γίνει σύγκριση των μέσων όρων των Παγκύπριων εξετάσεων από τη μια χρονιά στην άλλη, τα συμπεράσματα που βγαίνουν από τέτοιες συγκρίσεις δεν είναι πάντα επιστημονικά σωστά. Όταν γίνεται η σύγκριση μέσω όρων από εξετάσεις που δεν είναι σταθμισμένες, οι οποιεσδήποτε διαφορές που προκύπτουν από χρόνο σε χρόνο μπορεί να οφείλονται είτε στη διαφορά στον βαθμό δυσκολίας των γραπτών κάθε χρονιάς, είτε σε πραγματικές διαφορές στις επιδόσεις των μαθητών κάθε χρονιάς.  Κατά συνέπεια, λόγω του τρόπου με τον οποίο είναι δομημένες οι Παγκύπριες εξετάσεις, δεν μπορεί να γίνει πραγματική διάκριση του λόγου για τον οποίο προκύπτουν οι οποιεσδήποτε διαφορές από χρόνο σε χρόνο. Άρα οποιαδήποτε συμπεράσματα από τη σύγκριση των μέσων όρων από διαφορετικές χρονιές στις Παγκύπριες εξετάσεις δεν μπορούν να θεωρηθούν έγκυρα.

         Υπάρχει όμως μία έρευνα στην οποία λαμβάνουμε μέρος ως Κύπρος από το 1995, μέσω της οποίας μας δίνεται η δυνατότητα σύγκρισης των επιδόσεων των Κυπρίων μαθητών ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Αυτή είναι η έρευνα  Trends in International Mathematics and Science Study (TIMSS), που διενεργείται από τον διεθνή οργανισμό για την Αξιολόγηση των Εκπαιδευτικών Επιτευγμάτων (The International Association for the Evaluation of Educational Achievement, IEA), τα αποτελέσματα της οποία ανακοινώθηκαν σήμερα, 8 Δεκεμβρίου 2020.

        Θεωρώ άσκοπο σε αυτό το άρθρο να εμπλακώ στη σύγκριση των επιδόσεών των μαθητών της Κύπρου με άλλες χώρες γιατί τα διαφορετικά εκπαιδευτικά συστήματα δεν είναι άμεσα συγκρίσιμα, και η σύγκριση μέσων όρων δεν είναι αρκετή για να αντικατοπτρίσει όλες τις διαφορές που υπάρχουν μεταξύ χωρών. Όμως μέσω αυτής της έρευνας έχουμε πλέον μια πλούσια πηγή δεδομένων με βάση την οποία μπορούμε να προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε τις διαφοροποιήσεις στις επιδόσεις των μαθητών της Κύπρου και μεταξύ τους, αλλά και από την μία χορήγηση της TIMSS στην άλλη.

       Σε αυτά τα πλαίσια, η επίδοση των Κύπριων μαθητών στην έρευνα TIMSS 2019 ήταν ως εξής:

Μαθηματικά Δ’ δημοτικού: 532

Μαθηματικά Β’ γυμνασίου:   501

Επιστήμη Δ’ δημοτικού: 511

Επιστήμη Β’ γυμνασίου:   484

Για σκοπούς σύγκρισης, η επίδοση των Κυπρίων μαθητών την πρώτη φορά στην οποία λάβαμε μέρος στην έρευνα TIMSS 1995* ήταν ως εξής:

Μαθηματικά Δ’ δημοτικού: 502

Μαθηματικά Β’ γυμνασίου:   474

Επιστήμη Δ’ δημοτικού: 475

Επιστήμη Β’ γυμνασίου:   463

Με αυτά τα αποτελέσματα, φαίνεται μία ξεκάθαρη βελτίωση στις επιδόσεις μας και στα μαθηματικά και στην επιστήμη από το 1995. Αλλά και πάλι, ενώ είναι ευχάριστα αυτά τα αποτελέσματα, από μόνα τους δεν μας δίνουν ικανοποιητική πληροφόρηση για πολλά πράγματα. Μπορούμε όμως να μελετήσουμε σε μεγαλύτερο βάθος τα δεδομένα ώστε να εξετάσουμε αυτές τις διαφοροποιήσεις σε συνάρτηση με τις αλλαγές που είχαν γίνει στο εκπαιδευτικό μας σύστημα σε αυτό το διάστημα. Μπορούμε ταυτόχρονα, να εξετάσουμε το κάθε αποτέλεσμα σε συνάρτηση με δεδομένα που συλλέχθηκαν από τους γονείς/κηδεμόνες των μαθητών, τους εκπαιδευτικούς τους, και τους διευθυντές τους.

Τα δεδομένα από αυτή την έρευνα είναι άμεσα διαθέσιμα για όποιον ενδιαφέρεται να τα αναλύσει και να πάρει απαντήσεις για ερωτήματα που συνεχώς απασχολούν τους εκπαιδευτικούς γενικότερα. Για παράδειγμα, οι τάξεις στην Κύπρο με μικρότερους αριθμούς παιδιών είχαν πράγματι καλύτερα αποτελέσματα στη TIMSS;  Οι εκπαιδευτικοί που δίδασκαν λιγότερες ώρες τη βδομάδα είχαν μαθητές με καλύτερα αποτελέσματα στα μαθηματικά και την επιστήμη; Οι εκπαιδευτικοί με περισσότερη επιστημονική κατάρτιση είχαν μαθητές με καλύτερα αποτελέσματα στην έρευνα; Είμαι σίγουρη ότι αν αξιοποιηθούν σωστά αυτά τα δεδομένα, οι οποιεσδήποτε εισηγήσεις προς το υπουργείο θα έχουν πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα λόγω του ότι θα τεκμηριώνονται με επιστημονικά δεδομένα που έχουν συλλεχθεί σε Παγκύπρια βάση από αντιπροσωπευτικό δείγμα μαθητών και σχολείων. Άρα ας μην εστιαστούμε στην απλοϊκή συζήτηση της κατάταξης της Κύπρου σε σύγκριση με άλλες χώρες, ή στην προσπάθεια διάψευσης του βαθμού εγκυρότητας της έρευνας. Ας εστιαστούμε στα δεδομένα που είναι χρήσιμα για μας, ώστε με τις σωστές αναλύσεις από άτομα που έχουν βαθιά γνώση του εκπαιδευτικού μας συστήματος, να προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε τις αδυναμίες μας για να τις βελτιώσουμε, καθώς και τα δυνατά μας σημεία ώστε να τα ενδυναμώσουμε.

*Τα αποτελέσματα της TIMSS που παρουσιάζονται για τo έτος 1995 αφορούν μόνο τα αποτελέσματα της Δ΄ τάξης δημοτικού, και όχι τα μικτά αποτελέσματα της Γ’ και της Δ’ δημοτικού.

*Κοσμήτορας της Σχολής Επιστημών Αγωγής, Πανεπιστήμιο Λευκωσίας

Μέλος της Γενικής Συνέλευσης του οργανισμού ΙΕΑ




Comments (1)

  1. Παναγιώτης Παναγίδης:
    Dec 09, 2020 at 07:54 AM

    Πολύ ωραία τα εξηγεί η κυρία Παπαναστασίου. Επιστημονικός λόγος με απλά λόγια για να μπορέσουν να καταλάβουν, και πιο σημαντικό να πάρουν το μήνυμα, στο Υπουργείο Παιδείας για το πως ακριβώς πρέπει να αξιοποιούνται τα αποτελέσματα τέτοιων ερευνών. Επιτέλους ας αξιοποιηθούν οι τόσοι επιστήμονες για σωστή ανάλυση των δεδομένων που θα οδηγήσουν σε σωστά συμπεράσματα, σωστές αποφάσεις και σημαντικες βελτιώσεις.


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










1883