Τι εκπαιδευτικούς θέλουμε τελικά σε περιόδους κρίσης;


ΤΗΣ ΔΡΟΣ ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ ΧΑΤΖΗΣΩΤΗΡΙΟΥ*

Η παγκοσμιοποίηση, η οικονομική κρίση, καθώς και η υγεινομική κρίση του κορονοϊού, επέφεραν ποικίλες προκλήσεις στην εκπαίδευση, αλλάζοντας κατ’ επέκταση τον ρόλο των εκπαιδευτικών. Από τη μια μεριά, ακούγεται συχνά το επιχείρημα ότι για τη βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης σε περιόδους κρίσης θέλουμε εκπαιδευτικούς αποκλειστικά «στρατευμένους» στην αποτελεσματικότητα. Δομικά στοιχεία αυτής της τάξης πραγμάτων είναι ο στενός καθορισμός των προτύπων της εκπαίδευσης, των στόχων και των δεικτών εκπαιδευτικής επιτυχίας, αλλά και των τρόπων αξιολόγησης των εκπαιδευτικών στα μέτρα και τις ανάγκες της αγοράς. Από την άλλη μεριά, όμως θα πρέπει να θέσουμε κι ένα άλλο ερώτημα: Ποιο είναι το όραμά μας για το δημόσιο σχολείο; Η απάντηση δίνεται στα Αναλυτικά Προγράμματα της χώρας μας τα οποία υπερτονίζουν ότι το ζητούμενο μας είναι η δημιουργία του «δημοκρατικού» και «ανθρώπινου» σχολείου. Το όραμα της πολιτείας, συνεπώς, είναι ένα σχολείο στο οποίο όλα τα παιδιά βιώνουν την παιδική ηλικία ως μια από τις πιο δημιουργικές και ευτυχισμένες περιόδους της ανθρώπινης ζωής. Πώς λοιπόν οι εκπαιδευτικοί μπορούν να λειτουργήσουν ως πρεσβευτές του «ανθρώπινου» και «δημιουργικού» σχολείου όταν οι μετρήσεις της αγοράς σε περιόδους κρίσης τους δεσμεύουν σ’ έναν στείρο τεχνοκρατισμό;

Δυστυχώς, η προτυποποίηση της εκπαίδευσης αποκλειστικά στις ανάγκες της αγοράς επιφέρει έναν στείρο επαγγελματικό ανταγωνισμό, με αποκλειστικό κριτήριο την επιτυχία των εκπαιδευτικών ως καλλιεργητών των απαραίτητων δεξιοτήτων της αγοράς στους μαθητές τους. Ταυτοχρόνως, λόγω της παρούσας κρίσης, οι εκπαιδευτικοί καλούνται να λειτουργήσουν μέσα και έξω από την τάξη ως εκτελεστές προκαθορισμένων διαδικασιών, δηλαδή ως «τεχνικοί», των οποίων η ποιότητα καθορίζεται από την εκτέλεση του διαδικαστικού, αντί του παιδαγωγικού τους ρόλου. Μέσω διαφόρων μηχανισμών «ποσοτικής λογοδοσίας» και όχι «ποιοτικής αξιολόγησης», οι εκπαιδευτικοί αναγκάζονται να μετατραπούν σε «παροχείς» των γνώσεων και των δεξιοτήτων της αγοράς, εφαρμόζοντας τυποποιημένες στρατηγικές και μεθοδολογίες διδασκαλίας, και συνδυάζοντας τη μάθηση με την εμπειρία της αγοράς.

Σε ένα τέτοιο προκαθορισμένο με βάση τις ανάγκες της αγοράς πλαίσιο δράσης, πώς οι εκπαιδευτικοί μπορούν να γίνουν φορείς του οράματος που έχει θέσει η πολιτεία για το «ανθρώπινο» και «δημοκρατικό» σχολείο; Προκειμένου να μπορέσουν να καταπολεμήσουν την εκπαιδευτική περιθωριοποίηση και την ανισότητα, αλλά και να βοηθήσουν τους μαθητές τους να «μάθουν» πέραν από την οικονομία της γνώσης, οι εκπαιδευτικοί θα πρέπει να μπορούν να διατηρούν την ευελιξία τους. Μόνο έτσι θα προωθούν την κριτική σκέψη, τη δημιουργικότητα, και την κοινωνική αλληλεπίδραση ως μέρος της διδακτικής διαδικασίας. Προφανώς και το εκπαιδευτικό σύστημα, και κατ’ επέκταση, το σχολείο και οι εκπαιδευτικοί πρέπει να αφουγκράζονται τις ανάγκες της αγοράς. Σαφέστατα, όμως, το εκπαιδευτικό σύστημα, το σχολείο, και οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να ανταποκρίνονται, ακόμη περισσότερο, στις διαφοροποιημένες ανάγκες της κοινωνίας και, κυρίως, των παιδιών. Προφανώς και οι μηχανισμοί αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου πρέπει να υπάρχουν. Σαφέστατα όμως, οι μηχανισμοί αξιολόγησης δεν πρέπει να έχουν τον ασφυκτικό χαρακτήρα των «μηχανισμών λογοδοσίας» προσμετρώντας νούμερα και θέσεις σε διεθνείς κατατάξεις.

Εν κατακλείδι, σε περιόδους κρίσης, ο προσανατολισμός στην αποτελεσματικότητα είναι απαραίτητος για την ανάπτυξη των οργανωτικών δεξιοτήτων των εκπαιδευτικών προκειμένου να επενεργούν επιτυχώς διαμέσου διάφορων ρόλων και καταστάσεων. Πέραν τούτου, όμως, ζητούμενο είναι και ο προσανατολισμός στο ήθος και την παιδαγωγικότητα. Ο προσανατολισμός στο ήθος επιφέρει την καλλιέργεια των διαπροσωπικών στάσεων, δεξιοτήτων, και αξιών που ενδυναμώνουν τους εκπαιδευτικούς στο να προσδώσουν μετασχηματιστικό, δημοκρατικό, και κριτικό χαρακτήρα στην εκπαίδευση. Ο προσανατολισμός στην παιδαγωγικότητα είναι καθόλα απαραίτητος για την ανάπτυξη των κατάλληλων παιδαγωγικών δεξιοτήτων και στιλ διδασκαλίας που επιτρέπουν στους εκπαιδευτικούς να ανταποκριθούν στις εξατομικευμένες ανάγκες των μαθητών τους με γνώμονα τη δημοκρατικότητα, την κοινωνική δικαιοσύνη και τη συμπερίληψη.

*Aναπληρώτρια Καθηγήτρια στη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση, Πανεπιστήμιο Λευκωσίας

Αριστίνδην υποψήφια βουλεύτρια για τον Δημοκρατικό Συναγερμό στην Επαρχία Αμμοχώστου




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










1892