Η ακουστική ομοιότητα μεταξύ Γ1 και Γ2 ήχων προβλέπει την αντίληψη των Γ2 ήχων - Παιδαγωγικές προεκτάσεις


ΤΟΥ ΔΡΟΣ ΓΙΩΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ*

Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι η ακουστική ομοιότητα μεταξύ των ήχων (φθόγγων) της πρώτης γλώσσας (Γ1) και της δεύτερης γλώσσας (Γ2) μπορεί να προβλέψει το πώς θα ταξινομηθούν οι ήχοι της Γ2 σε σχέση με ήχους της Γ1. Για παράδειγμα, εάν πάρουμε τα αγγλικά φωνήεντα /iː/ («seat») και /ɪ/ («sit»), παρατηρούμε ότι ακουστικά είναι κοντά στο ελληνικό φωνήεν /i/ («πεις»). Αυτό σημαίνει ότι μπορούμε να προβλέψουμε ότι τα δύο αγγλικά φωνήεντα θα εξομοιωθούν με τo ελληνικό /i/. Κάτι τέτοιο φυσικά δημιουργεί δυσκολίες, εφόσον οι ελληνόφωνοι δεν μπορούν να διαχωρίσουν με ευκολία τα δύο αγγλικά φωνήεντα.

Η παρούσα μελέτη που δημοσιεύτηκε από τον γραφόντα στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό Canadian Journal of Linguistics (Cambridge University Press) διερευνά περαιτέρω το παραπάνω εύρημα, εξετάζοντας τον τρόπο με τον οποίο οι ομιλητές μιας γλώσσας που δεν έχει ερευνηθεί επαρκώς, δηλαδή της κυπριακής ελληνικής, ταξινομούν τα φωνήεντα της αγγλικής ως Γ2 σε σχέση με τις κατηγορίες της Γ1 τους και αν αυτή η ταξινόμηση μπορεί να προβλεφθεί με ακρίβεια από αλγόριθμους μηχανικής μάθησης.

Το πειραματικό πρωτόκολλο βασίστηκε σε μια μελέτη αντίληψης και μια μελέτη παραγωγής. Για τη μελέτη παραγωγής, χρησιμοποιήθηκαν δύο μηχανικά μοντέλα γραμμικής διακριτικής ανάλυσης (ΓΔΑ), ένα με εισαγόμενο τις τιμές των διαμορφωτών (θέση και ύψος γλώσσας κατά την παραγωγή των φωνηέντων) και τις τιμές της διάρκειας των φωνηέντων, και ένα με εισαγόμενο μόνο τις τιμές των διαμορφωτών. Για την πρόβλεψη της ταξινόμησης, τα μοντέλα περιλάμβαναν δεδομένα από ομιλητές τόσο της αγγλικής όσο και της κυπριακής ελληνικής. Η μελέτη αντίληψης περιλάμβανε ένα τεστ ταξινόμησης στο οποίο συμμετείχαν ενήλικες φυσικοί ομιλητές της κυπριακής ελληνικής που μιλούσαν την αγγλική ως Γ2 σε προχωρημένο επίπεδο. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η ακουστική ομοιότητα ήταν ένας σχετικά καλός προγνωστικός παράγοντας των προτύπων ταξινόμησης των ήχων, καθώς η πλειοψηφία των φωνηέντων της Γ2 προβλέφθηκε με επιτυχία από τα μοντέλα μηχανικής μάθησης. Επιπλέον, το μοντέλο διαμορφωτών ήταν καλύτερο από το μοντέλο διαμορφωτών και διάρκειας στην πρόβλεψη ολόκληρου του φάσματος της ταξινόμησης. Αυτό δείχνει ότι για να αντιληφθούν τους ήχους της αγγλικής, οι ομιλητές της κυπριακής ελληνικής βασίζονται περισσότερο σε ακουστικά χαρακτηριστικά που σχετίζονται με το ύψος και τη θέση της γλώσσας παρά με τη διάρκεια των φωνηέντων.

Γιατί αυτή η διερεύνηση είναι σημαντική; Διότι μπορούμε να συγκρίνουμε βάσει των ακουστικών τους χαρακτηριστικών ήχους από διάφορες γλώσσες και να προβλέψουμε τη δυσκολία κατάκτησής τους από άτομα που μαθαίνουν μία από αυτές. Αυτό δίνει τη δυνατότητα στους διδάσκοντες ξένων γλωσσών να εστιάσουν σε συγκριμένους προβληματικούς ήχους κατά τη διδασκαλία της προφοράς. Επίσης, με το να γνωρίζουμε τα ακουστικά σήματα στα οποία στηρίζονται οι ομιλητές για να αντιληφθούν τους ήχους μιας Γ2 (π.χ. διαμορφωτές, διάρκεια ήχων), η διδασκαλία μπορεί να εστιάσει σε αυτά για αποτελεσματικότερη εκμάθηση της γλώσσας.

Η δημοσίευση:

https://www.researchgate.net/publication/378514609_Classification_of_English_vowels_in_terms_of_Cypriot_Greek_categories_The_role_of_acoustic_similarity_between_L1_and_L2_sounds

https://www.cambridge.org/core/journals/canadian-journal-of-linguistics-revue-canadienne-de-linguistique/article/classification-of-english-vowels-in-terms-of-cypriot-greek-categories-the-role-of-acoustic-similarity-between-l1-and-l2-sounds/9FD8BC88BF0EA50655974240941E8C56?fbclid=IwAR3zHVohJURxtM6nk3YM3oCVopMDWl5-FZF-aaKs-UO7bo_290SMhBZ1KSc#article

*Επίκουρος Καθηγητής Γλωσσολογίας

Διευθυντής του Φωνητικού Εργαστηρίου Πανεπιστημίου Λευκωσίας

georgiou.georg@unic.ac.cy

 

 




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










431