Τέσσερα χρόνια από τον εγκλεισμό λόγω COVID-19: ερευνητικά αποτελέσματα για την πανεπιστημιακή κοινότητα


ΤΗΣ ΧΑΡΙΤΙΝΗΣ ΤΣΑΓKΑΡΗ*

Τέσσερα χρόνια έχουν περάσει από τον Μάρτιο του 2020, την έναρξη της πανδημίας COVID-19 στην Κύπρο. Καινούριες λέξεις μπήκαν τότε στο λεξιλόγιό μας, όταν, ανεξαρτήτως μόρφωσης ή ηλικίας, μιλούσαμε σε απλές, καθημερινές συζητήσεις για «εγκλεισμό/lockdown», «rapid test» και «δείκτες θετικότητας» (το «θετικό» απέκτησε αρνητική ιδιότητα), συγκρίναμε εμβόλια και ποσοστά αποτελεσματικότητας. Με τα πρώτα κρούσματα, τα Πανεπιστήμια σταμάτησαν την κανονική λειτουργία τους στις 13 Μαρτίου 2020, ενώ η χώρα μας είχε τον πρώτο πλήρη εγκλεισμό στις 23 Μαρτίου 2020. Τα Πανεπιστήμια κλήθηκαν μέσα σε λίγες μέρες να επενδύσουν στις πλατφόρμες για εξ’ αποστάσεως εκπαίδευση και να μετατρέψουν όλα τα προγράμματα τους σε διαδικτυακά, για να λειτουργήσουν χωρίς καμία διακοπή. Τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας ανταποκρίθηκαν άμεσα: οι ακαδημαϊκοί (ιδιαίτερα όσοι/ες δεν είχαν  εμπειρία από τα προγράμματα εξ’ αποστάσεως, που ήδη υπήρχαν σε κάποια Πανεπιστήμια) βίωσαν την απότομη αλλαγή, μετέτρεψαν άμεσα την ύλη σε διαδικτυακή και, μαζί με τους/τις φοιτητές/τριες, έκαναν όλα τα μαθήματα μπροστά από τον υπολογιστή, αντί στις οικείες αίθουσες διδασκαλίας.

Ποιες ήταν  οι επιπτώσεις του πρώτου εγκλεισμού στην ποιότητα ζωής της πανεπιστημιακής κοινότητας; Ποια μαθήματα μπορούμε να πάρουμε σήμερα από την εμπειρία αυτή; Η συγχρονική έρευνα που διεξήχθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας, δίνει πολλές απαντήσεις (Ερευνητική ομάδα: Χαριτίνη Τσαγκάρη, Χριστίνα Μιχαηλίδου, Λία Χαραλάμπους, Χριστίνα Κινγκ - Πανεπιστήμιο Λευκωσίας). Η έρευνα μας έγινε διαδικτυακά σε συνολικό δείγμα 308 ατόμων κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού (217 φοιτητές/τριες και 91 Ακαδημαϊκοί, 105 άντρες και 203 γυναίκες, με μέση ηλικία τα 28.8 χρόνια). Διάφοροι στατιστικοί έλεγχοι χρησιμοποιήθηκαν για την ανάλυση των δεδομένων. Με αφορμή τα τέσσερα χρόνια από τον πρώτο εγκλεισμό, παρουσιάζονται κάποια αποτελέσματα από την έρευνα αυτή, ως τροφή για σκέψη και προβληματισμό (Tsangari et al., 2022, 2023).

1) Αλλαγές στην καθημερινή ρουτίνα

Πρώτα εξετάστηκαν οι αλλαγές στις καθημερινές συνήθειες. Υπήρξε μια στατιστικά σημαντική μείωση στην κατανάλωση αλκοόλ. Oι φοιτητές/τριες είχαν μεγαλύτερη μείωση της κατανάλωσης αλκοόλ, σε σχέση με τους/τις ακαδημαϊκούς. Πιθανή εξήγηση αποτελεί το ότι οι κοινωνικοί παράγοντες που σχετίζονται με την κατανάλωση ποτών έλειπαν κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού, ενώ τα μπαράκια και τα εστιατόρια ήταν κλειστά. Αντίθετα, υπήρξε μια γενική αύξηση στην κατανάλωση καφεΐνης, όπως και στο κάπνισμα, όπου το 45.1%  των καπνιστών/στριών αύξησε την ποσότητα καπνίσματος. Υπήρχε, επίσης, αύξηση στις ώρες ύπνου, ιδιαίτερα για τους/τις φοιτητές/τριες. Σημαντικά υψηλότερο ποσοστό ακαδημαϊκών (89%) σε σχέση με φοιτητές/τριες (75%) είχαν αλλαγές στην εργασιακή ρουτίνα: οι ακαδημαϊκοί, στη μετάβαση σε εξ’ αποστάσεως εκπαίδευση, εργάζονταν περισσότερες ώρες και είχαν λιγότερα διαλείμματα κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού σε σχέση με πριν από την πανδημία, ενώ αντίθετα οι φοιτητές/τριες αφιέρωναν λιγότερες ώρες και είχαν πιο συχνά διαλείμματα.

2) Σωματική υγεία

Ο εγκλεισμός επέβαλε έμμεσα στην πανεπιστημιακή κοινότητα μια καθιστική ζωή, παρατεταμένες ώρες μπροστά από τον υπολογιστή και μεγάλες περιόδους αδράνειας. Οι περισσότεροι/ες συμμετέχοντες/ουσες ανέφεραν δυσκαμψία, ειδικά μετά από πολλές ώρες στην καρέκλα, η οποία μειωνόταν στατιστικά σημαντικά με φυσικές δραστηριότητες, όπως περπάτημα ή τρέξιμο. Γύρω στο 46% του δείγματος ανέφερε ότι βίωνε κάποιο σωματικό πόνο, στη μέση, στον αυχένα ή σε μορφή πονοκεφάλου/ημικρανίας. Ο πόνος κυμάνθηκε σε χαμηλά με μέτρια επίπεδα στην κλίμακα μέτρησης (Short Form McGill Pain Questionnaire (SF-MPQ)), ήταν, όμως, στατιστικά μεγαλύτερος κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού, σε σχέση με πριν από την πανδημία.

3) Ψυχική υγεία

Όσον αφορά στην ψυχική υγεία κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού, τα επίπεδα κατάθλιψης και άγχους, που μετρήθηκαν με την κλίμακα Hospital Anxiety and Depression Scale (HADS), ήταν σχετικά χαμηλά: το μεγαλύτερο ποσοστό (66%) παρουσίασε κανονικά επίπεδα άγχους και το 60% κανονικά επίπεδα κατάθλιψης, αλλά ένα ποσοστό 17% κατατάσσεται στις «μη φυσιολογικές» περιπτώσεις στην κλίμακα μέτρησης.  Σημειώνεται ότι οι φοιτητές/τριες επηρεάστηκαν περισσότερο ψυχολογικά, σε σχέση με τους/τις ακαδημαϊκούς. Η απομόνωση και η μοναξιά στα φοιτητικά δωμάτια, χωρίς τη δυνατότητα να βλέπουν φίλους ή την οικογένειά τους, με περιορισμένες εξωτερικές δραστηριότητες φαίνεται ότι έπαιξε σημαντικό αρνητικό ρόλο. Παρόμοια, υπήρχαν διαφορές ανάμεσα στις νεαρότερες ηλικίες (κάτω των 30 ετών), σε σχέση με τις μεγαλύτερες ηλικίες.

4) Ποιότητα ζωής

Για την αξιολόγηση της ποιότητας ζωής χρησιμοποιήθηκε η κλίμακα EQ-5D-L. Τα αποτελέσματα έδειξαν γενικά ένα ικανοποιητικό επίπεδο ποιότητας ζωής κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού για την πανεπιστημιακή κοινότητα. Χαμηλότερη ποιότητα ζωής συσχετιζόταν με αυξημένα επίπεδα κατάθλιψης και άγχους, αλλά και με υψηλότερη ένταση πόνου, ενώ η σωματική άσκηση συνέτεινε σε μειωμένα επίπεδα άγχους και κατάθλιψης και καλύτερη ποιότητα ζωής. Η χαμηλότερη ποιότητα ζωής συνδέθηκε και με την αύξηση στο κάπνισμα. Οι φοιτητές/τριες είχαν στατιστικά χαμηλότερη ποιότητα ζωής σε σχέση με τους/τις ακαδημαϊκούς, αποτέλεσμα που συνάδει με την έλλειψη κοινωνικών συναναστροφών και την ψυχολογική επιβάρυνση των νεαρότερων ατόμων.

5) Διαφορές μεταξύ αντρών και γυναικών

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι ο εγκλεισμός επηρέασε πιο αρνητικά τις γυναίκες, και σωματικά και ψυχικά. Oι γυναίκες είχαν μεγαλύτερη ένταση πόνου, σε σχέση με τους άντρες, και σχεδόν το 50% ανέφερε μείωση της ενέργειας (σε αντίθεση με 33% των αντρών). Επίσης, οι γυναίκες είχαν  υψηλότερα επίπεδα άγχους και κατάθλιψης και σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα ποιότητας ζωής σε σχέση με τους άντρες, κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού. Η μεγαλύτερη ψυχολογική επιβάρυνση των γυναικών μπορεί να εξηγηθεί από την προσπάθειά τους να ανταποκριθούν στους πολλαπλούς ρόλους τους κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού. Για παράδειγμα, συνέπεια ίσως και των στερεοτύπων που υπάρχουν ακόμη, είχαν την κύρια φροντίδα των παιδιών, που ήταν στο σπίτι αντί στο σχολείο, ήταν (ως επί το πλείστον) υπεύθυνες για τις οικιακές δουλειές, ενώ παράλληλα εργάζονταν εξ’ αποστάσεως και είχαν περιορισμένες εξωτερικές, κοινωνικές δραστηριότητες.

Σήμερα η άγνοια και ο φόβος για τη νόσο φαίνονται ως μακρινό παρελθόν, η COVID-19 έχει γίνει πια μέρος της ζωής μας και σε γενικές γραμμές αντιμετωπίζεται με ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Κρατάμε ως θετικό το ότι η πανδημία είχε ως συνέπεια η τηλεργασία να γίνει αποδεκτή και να αναγνωριστεί ως αποδοτική, ενώ και τα εξ’ αποστάσεως προγράμματα, οι διαδικτυακές συναντήσεις ή συνεδρίες συνεχίζουν να υφίστανται. Παρόλα αυτά, κάποιες από τις αρνητικές επιπτώσεις του εγκλεισμού στην ψυχική ή σωματική υγεία έχουν γίνει μακροχρόνιες, με τα επηρεαζόμενα άτομα να χρειάζονται φροντίδα και προσοχή. Η έρευνα μας υπέδειξε συγκεκριμένες ομάδες κινδύνου στην πανεπιστημιακή κοινότητα: οι φοιτητές/τριες επηρεάστηκαν περισσότερο ψυχολογικά, οι ακαδημαϊκοί είχαν μεγαλύτερη σωματική επιβάρυνση, οι γυναίκες  είχαν πιο  αρνητική επίδραση και σωματικά και ψυχικά σε σχέση με τους άντρες. Παρεμβατικές στρατηγικές και έμφαση στην εργασιακή υγεία μπορούν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση οποιωνδήποτε παρόμοιων καταστάσεων, στην πρόληψη και προστασία και γενικότερα στη βελτίωση της ποιότητας ζωής.

Βιβλιογραφία

Tsangari, H., Michailidou, C., Charalambous, L. and King, C. (2022), “Online education during lockdowns: comparing its impact on physical and psychological well-being, in University faculty and students”, Cyprus Review, Vol. 34, No. 2, pp. 71-90.

Tsangari, H., Michailidou, C., Charalambous, L. and King, C. (2023), “The impact of lockdown on mental health and quality of life in the university community in Greece and Cyprus”, Archives of Hellenic Medicine, Vol. 40, No. 4, pp. 492-499.

*Καθηγήτρια,
Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων
Πανεπιστήμιο Λευκωσίας

 




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










3685