ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΣΤΥΑΛΙΑΝΟΥ*
Ως «στρατηγικές μάθησης» ορίζονται από τους O’Malley και Chamot (1990: 1) οι «ιδιαίτερες σκέψεις και συμπεριφορές, που χρησιμοποιούν τα άτομα για να τους βοηθήσουν να καταλάβουν, να μάθουν ή να ανασύρουν νέες πληροφορίες». Η Oxford (1990: 8) ορίζει στο βασικό της εγχειρίδιο τις στρατηγικές μάθησης ως «τις συγκεκριμένες ενέργειες, που αναλαμβάνει ο μαθητής προκειμένου να κάνει τη μάθηση ευκολότερη, γρηγορότερη, πιο διασκεδαστική, πιο αυτόνομη, πιο αποτελεσματική και με περισσότερες δυνατότητες μεταφοράς σε νέες καταστάσεις». Και οι δύο ορισμοί αναφέρονται και εστιάζουν στο άτομο/ μαθητή. Ο μαθητής πρέπει να αναπτύξει τις δεξιότητες αυτές και ο εκπαιδευτικός είναι ο φάρος που θα τους δείξει το δρόμο. Θα λειτουργήσει ως ρυθμιστής του μαθησιακού περιβάλλοντος ώστε να δημιουργήσει τις απαραίτητες συνθήκες επίτευξης ων στρατηγικών αυτών.
Σε μια τεχνολογικά ανεπτυγμένη κοινωνία όπου η γνώση , τόσο η επιστημονικά ορθή όσο και η λανθάνουσα, μπορεί άμεσα να φτάσει στα άτομα με το πάτημα ενός κουμπιού ή το άγγιγμα μιας οθόνης, η εκπαίδευση των μαθητών μας σε διαφόρων ειδών στρατηγικές εκμάθησης γλώσσας είναι εκ των ουκ άνευ. Το παρόν άρθρο θα εστιαστεί στις στρατηγικές μάθησης της γλώσσας οι οποίες κατά την άποψη της αρθρογράφου στις πολυπολιτισμικές πλέον κυπριακές τάξεις είναι σημείο προτεραιότητας.
Σε αυτό το σημείο είναι σημαντικό να τονιστεί πως οι Cohen και Weaver (1998), κάνουν ένα σαφή διαχωρισμό μεταξύ των στρατηγικών μάθησης της γλώσσας και των στρατηγικών χρήσης της γλώσσας. Στην κατηγορία των στρατηγικών χρήσης της γλώσσας αναφέρονται σε τέσσερις υποκατηγορίες/στόχους χρήσης των συγκεκριμένων στρατηγικών: 1. Ανάκτηση/επανόρθωση, 2. Πρακτική εξάσκηση συγκεκριμένων γλωσσικών δομών, 3. Κάλυψη, με την έννοια ότι ο μαθητής προσπαθεί να δημιουργήσει την εντύπωση ότι έχει τον έλεγχο στην επικοινωνία ενώ δεν τον έχει, 4. Επικοινωνία.
Στην κατηγορία της μάθησης της γλώσσας εντάσσουν τον όρο μαθησιακές στρατηγικές δεύτερης γλώσσας (second language learner strategies) ο οποίος περιλαμβάνει και τις στρατηγικές μάθησης και τις στρατηγικές χρήσης της γλώσσας. Συναντάται συνήθως σε βιβλιογραφία που αναφέρεται στο πως οι μαθητές θα διδαχθούν μια νέα γλώσσα. Ένα φαινόμενο που ενώ παλαιότερα δεν έχρηζε τόσο άμεσης εστίασης καθώς οι κυπριακές τάξεις ήταν αμιγείς ελληνόφωνες στην πλειοψηφία τους, όσο περνούν τα χρόνια επιβάλλεται η υποστήριξή του. Η πολυπολιτισμικότητα της κυπριακής κοινωνίας είναι πλέον γεγονός και το γλωσσικό μάθημα θα ήταν καλό να εμπλουτιστεί και να εστιάσει ξανά ΚΑΙ στη ξεκάθαρη διδασκαλία των στρατηγικών εκμάθησης της γλώσσας.
Μάλιστα σε συνδυασμό με τον όρο αυτορρύθμιση (self-regulation), που αναπτύχθηκε στο χώρο της εκπαιδευτικής ψυχολογίας, ως μια πιο δυναμική έννοια από τη «στρατηγική μάθησης» εννοώντας «το βαθμό στον οποίο τα άτομα είναι ενεργοί συμμετέχοντες στη δική τους μάθηση» (Dornyei και Skehan 2003: 610 και Dornyei, 2005) η ανάγκη εστιάζει περισσότερο στο βαθμό χρήσης των στρατηγικών από ότι στο είδος των στρατηγικών, που χρησιμοποιούνται από τους μαθητές. Κάθε μαθητής μαθαίνει χρησιμοποιώντας μια στρατηγική την οποία όμως πρώτα έχει διδαχθεί στο σχολείο του από τους εκπαιδευτικούς του. Έχει ανάγκη να λάβει μέρος στη μαθησιακή διαδικασία και όχι να δεχθεί έτοιμη τη διαδικασία, ώστε να φτάσει στο τέλος να μπορεί να τις αναγνωρίσει και να θεωρηθεί πως έχει αυτορρύθμιση στο θέμα.
Έχει ανάγκη να βιώσει τον τρόπο και τη στρατηγική μάθησης σε συνεργασία με τους συμμαθητές του, τον εκπαιδευτικό της τάξης και τον εαυτό του. Να πειραματιστεί, να ψάξει και να ενδιαφερθεί. Έχει ανάγκη από μιαν ενεργητική μάθηση η οποία θα του κινεί το ενδιαφέρον.
Στο πλαίσιο αυτής της φιλοσοφίας, οι δύο βασικές ταξινομήσεις, που υιοθετούνται στην έρευνα των στρατηγικών μάθησης είναι αυτές των: 1) Οxford (Μemory, Cognitive, Compensation, Metacognitive, Affective, Social Strategies) και 2) O’Malley και Chamot (Cognitive, Metacognitive and Social Strategies).
Η Oxford (1990: 16) πρότειναν έναν πρώτο διαχωρισμό σε άμεσες και έμμεσες στρατηγικές μάθησης, οι οποίες κατόπιν μπορούν να διαχωριστούν σε Μνημονικές, Γνωστικές και Επανορθωτικές στρατηγικές και Μεταγνωστικές, Κοινωνικές και Συναισθηματικές στρατηγικές αντίστοιχα. Από την άλλη οι O’Malley και Chamot (1990) πρότειναν μια ταξινόμηση των στρατηγικών σε τρεις τύπους και τις ενέταξαν σε μια προσέγγιση εκμάθησης των στρατηγικών (Cognitive Academic Language Learning Approach-CALLA).
Διάφοροι τρόποι ανίχνευσης και καταγραφής των στρατηγικών μάθησης και οι οποίοι θα μπορούσαν να συνοψιστούν στις παρακάτω κατηγορίες, έχουν διατυπωθεί: Παρατήρηση, λεκτικές αναφορές, συνεντεύξεις, ερωτηματολόγια/σχάρες.
Το πιο ευρέως διαδεδομένο όμως είναι το ερωτηματολόγιο Strategy Inventory for Language Learning (SILL) της Oxford (1990). Βασίστηκε στην ταξινόμηση της Oxford και συνεπώς αποτελείται από έξι κλίμακες: 1. Πιο αποτελεσματική επαναφορά στη μνήμη (μνημονικές στρατηγικές) 2. Χρήση εσωτερικών διαδικασιών (γνωστικές στρατηγικές) 3. Επανόρθωση κενών στη γνώση (Επανορθωτικές στρατηγικές) 4. Οργάνωση και αξιολόγηση της μάθησης (Μεταγνωστικές στρατηγικές) 5. Διαχείριση συναισθημάτων (Συναισθηματικές στρατηγικές) και 6. Μάθηση μαζί με άλλους (Κοινωνικές στρατηγικές). Με τις μνημονικές στρατηγικές εννοούνται η βοήθεια στη δημιουργία νοηματικού /εννοιολογικού χάρτη στο μυαλό των μαθητών και η σύνδεση μιας λέξης με τις ιδιότητες της π.χ τράπεζα, τραπεζικός λογαριασμός, κατάθεση, ανάληψη, πιστωτική κάρτα κλπ.
1) Γνωστικές Στρατηγικές (Cognitive Strategies), οι οποίες περιλαμβάνουν τη διαχείριση και το μετασχηματισμό του μαθησιακού υλικού, π.χ α) μια γρήγορη ανάγνωση κειμένου και εντοπισμός της βασικής πληροφορίας β) τη χρήση ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΜΕΝΩΝ πηγών όπως λεξικού για έλεγχο της ορθογραφίας ή της ερμηνείας μιας λέξης ή την ταύτισή της με μιαν εικόνα, γ) τον μορφολογικό τεμαχισμό της ώστε να μπορούν να βρουν είτε το νόημα είτε τη σωστή ορθογραφία της,
2) Οι στρατηγικές αναπλήρωσης ή επανορθωτικές στρατηγικές που συνιστώνται σε μεγαλύτερους μαθητές και οι οποίες αναφέρονται στο ότι χτίζεται η ερμηνεία μιας λέξης σύμφωνα με τα συμφραζόμενά της.
3) Μεταγνωστικές Στρατηγικές (MetacognitiveStrategies), οι οποίες περιλαμβάνουν την ανάλυση, την παρακολούθηση, την αξιολόγηση, το σχεδιασμό και την οργάνωση της μαθησιακής διαδικασίας, π.χ της αυτοαξιολόγησης των λεξιλογικών των ασκήσεων ή των συμμαθητών τους,
4) Συναισθηματικές Στρατηγικές (Affective Strategies), οι οποίες περιλαμβάνουν τον έλεγχο των συναισθηματικών συνθηκών και εμπειριών, που μπορεί να διαμορφώσουν τη μάθηση όπως π.χ την ακρόαση ενός τραγουδιού, την παρακολούθηση ενός σχετικού βίντεο,
5) Κοινωνικές Στρατηγικές (SocialStrategies), οι οποίες περιλαμβάνουν διαπροσωπική συμπεριφορά με στόχο την αύξηση της επικοινωνίας στη δεύτερη γλώσσα και την εξάσκηση, π.χ συνεργασία με τους συμμαθητές τους για συνομιλία, δημιουργία διαλόγων κειμένων προφορικών ή γραπτών.
Σε αυτό βασίζονται και τα μαθήματα τα οποία διδάσκονται σε μαθητές με μεταναστευτική βιογραφία και τους βοηθούν να κατακτήσουν τη νέα τους γλώσσα, τα ελληνικά. Οι τάξεις μας είναι πλέον πολυπολιτισμικές. Ας βοηθήσουμε όλα τα παιδιά να κατακτήσουν τη γλώσσα χρησιμοποιώντας τις κατάλληλες στρατηγικές προσαρμόζοντας τη διδασκαλία μας ανάλογα. Ας γίνουμε ένα λιθαράκι ώστε να φτάσουν τη δική τους αυτογνωσία.
*Εκπαιδευτικός
MBA – Διοίκηση Ανθρώπινου Δυναμικού / Εργασιακές Σχέσεις
Γιάννης Χριστόπουλος :
Feb 06, 2020 at 03:05 AM
Οι παραπομπές είναι ακατανόητες, επειδή δεν δίνετε πίνακα βιβλιογραφίας.