Η διαφοροποίηση της διδασκαλίας απαραίτητη προϋπόθεση στο εξ αποστάσεως σύστημα της Κύπρου


ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ*

Από τα μέσα του Μάρτη (14/0/2020),  η Κύπρος και ο εκπαιδευτικός της κόσμος βρίσκονται αντιμέτωποι με πρωτόγνωρα δεδομένα. Η διακοπή των μαθημάτων και οι εντολές του ΥΠΠΑΝ  για συνέχιση της παιδαγωγικής υποστήριξης των μαθητών και μαθητριών (εγκύκλιος http://enimerosi.moec.gov.cy/archeia/1/ypp10556a ) έχουν φέρει στην επιφάνεια τα θέματα της ισότητας των ευκαιριών, της ετοιμότητάς μαθητών και εκπαιδευτικών για τέτοιου είδους εγχείρημα, της μη επαρκούς επιμόρφωσης τους. Της εφαρμογής μιας εξ αποστάσεως εκπαίδευσης με νέα δεδομένα και ερωτηματικά περί της εφαρμογής της ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΑ ΚΑΙ  ΙΣΟΤΙΜΑ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ  ανά βαθμίδα εκπαίδευσης και ανάλογα με τις ανάγκες και τα δεδομένα τους.

Μεγάλη μερίδα εκπαιδευτικών, οι οποίοι λόγω του ότι είναι οι πιο κοντινοί προς τα παιδιά, με την ευαισθησία και τον αλτρουισμό τους  έθεσαν στη διάθεση του ΥΠΠΑΝ, τα προσωπικά δεδομένα τους, επικοινωνώντας με τους γονείς για συμπλήρωση του ερωτηματολογίου καταγραφής ηλεκτρονικού υλικού των οικογενειών. Μια επικοινωνία που σε αρκετές περιπτώσεις και λόγω των διαταγμάτων έγινε μέσω των προσωπικών τους τηλεφώνων ή  και δημιουργώντας ομάδες στο viber για αποστολή του ερωτηματολογίου ή και  εκπαιδευτικού υλικού προς τους γονείς (προσωπικά δεδομένα των γονέων). 

Σε μετέπειτα εγκύκλιο του το ΥΠΠΑΝ, 16  Μαρτίου 2020,  (http://enimerosi.moec.gov.cy/archeia/1/ypp10564a), ζητεί την αποστολή σχεδίου δράσης το οποίο να περιλαμβάνει τους τρόπους με τους οποίους οι εκπαιδευτικοί θα επικοινωνούν και θα στηρίζουν παιδαγωγικά και δημιουργικά τα παιδιά. Παρόλο που δεν αναφέρεται στην εγκύκλιο, θεωρείται αυτονόητο πως οι εκπαιδευτικοί και οι σχολικές μονάδες θα λάβουν υπόψη τα δεδομένα των μαθητών τους τα οποία συνέλεξαν κατά την επικοινωνία και τη συμπλήρωση ερωτηματολογίων. Είναι επαγγελματίες επιστήμονες. Ο αριθμός των μαθητών τους ο οποίος θα έχει πρόσβαση σε διαδίκτυο, εκτυπωτή, γονέα για εκπαιδευτική υποστήριξη ήταν από τα πιο βασικά δεδομένα του δικού τους εκπαιδευτικού σχεδίου δράσης προς την τάξη τους και την οργάνωση του νέου τρόπου παιδαγωγικής υποστήριξης των μαθητών τους.  

Θεωρείται αυτονόητο πως οι εκπαιδευτικοί θα δράσουν και θα στηρίξουν τη μεθοδολογία της διδασκαλίας τους στα δεδομένα της τάξης τους. Θεωρείται αυτονόητο πως η κάθε σχολική μονάδα οφείλει να δημιουργήσει σχέδιο δράσης βασισμένο στις αρχές της ισότητας των μαθητών στην εκπαιδευτική διαδικασία καθώς και της ανάγκης της συμπερίληψης. Γνώμονας σε όλο αυτό ο κώδικας αντιρατσιστικής πολιτικής,  η δημοκρατικές αρχές, τα δικαιώματα των παιδιών στην εκπαίδευση. Για πρώτη ίσως φορά η διαφοροποίηση της διδασκαλίας είναι παράμετρος εκ των ουκ άνευ.

Δεδομένου πως η διαφοροποίηση ορίζεται συνήθως ως η διαδικασία κατά την οποία τα γνωστικά αντικείμενα, οι διδακτικές μέθοδοι, οι πηγές και οι μαθησιακές δραστηριότητες σχεδιάζονται με τέτοιο τρόπο ώστε να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των μαθητών (Bearne, 1996), δεν αφήνει περιθώρια παράλειψης. Αυτή τη δεδομένη στιγμή, τα δεδομένα και οι ανάγκες των μαθητών σε τεχνολογική υποστήριξη αλλά και τρόπους μαθησιακής διαδικασίας ΔΕΝ  είναι τα ίδια. Σαν εκπαιδευτικοί και σχολικές μονάδες ο φόρτος εργασίας είναι περισσότερος και η ανάγκη για ευελιξία στη διδακτική πράξη και μεθοδολογία  είναι εμφανέστερη.  Πιθανόν και η παραγωγή διαδραστικού ηλεκτρονικού υλικού προς τα παιδιά να αντικαταστήσει τα συμβατικά μέσα.

Ας μη ξεχνάμε πως ο περί της Συμβάσεως περί των Δικαιωμάτων του Παιδιού (Κυρωτικός) Νόμος του 1990 (Ν.243/1990), (http://www.childcom.org.cy/ccr/ccr.nsf/All/2046A2379F8FBFE5C22582FE00432588?OpenDocument) , στο άρθρο 28 του, αναφέρει πως: «1. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη αναγνωρίζουν το δικαίωμα του παιδιού στην εκπαίδευση και, ιδιαίτερα, για να επιτευχθεί η άσκηση του δικαιώματος αυτού προοδευτικά και στη βάση της ισότητας των ευκαιριών:
α. Καθιστούν τη στοιχειώδη εκπαίδευση υποχρεωτική και δωρεάν για όλους.

β. Ενθαρρύνουν την ανάπτυξη διαφόρων μορφών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, τόσο γενικής όσο και επαγγελματικής, τις καθιστούν ανοιχτές και προσιτές σε κάθε παιδί, και παίρνουν κατάλληλα μέτρα, όπως η θέσπιση της δωρεάν εκπαίδευσης και της προσφοράς χρηματικής βοήθειας σε περίπτωση ανάγκης.

γ. Εξασφαλίζουν σε όλους την πρόσβαση στην ανώτατη παιδεία με όλα τα κατάλληλα μέσα, σε συνάρτηση με τις ικανότητες του καθενός.
δ. Καθιστούν ανοιχτές και προσιτές σε κάθε παιδί τη σχολική και την επαγγελματική ενημέρωση και τον προσανατολισμό.
ε. Παίρνουν μέτρα για να ενθαρρύνουν την τακτική σχολική φοίτηση και τη μείωση του ποσοστού εγκατάλειψης των σχολικών σπουδών».

Ο  νόμος λοιπόν από μόνος του αναγκάζει τους εκπαιδευτικούς να εφαρμόσουν στην πράξη τη θεωρία της διαφοροποίησης της διδασκαλίας και να δίνουν υλικό αλλά και οδηγίες που να μπορούν να εφαρμοστούν από ΟΛΑ τα παιδιά της τάξης τους ανάλογα με τα δεδομένα και τις ικανότητές τους. 

Η παιδαγωγική αυτονομία που δόθηκε από το ΥΠΠΑΝ στον  εκπαιδευτικό  δεν τον απαλλάσσει από το να θέτει εργασίες στις οποίες όλα τα παιδιά του μπορούν να συμμετέχουν ή να στηρίξει προσωπικά και με άλλο τρόπο έναν/μια μαθητή/μαθήτρια ο/η οποίος/α δεν έχει εκτυπωτή ή δεν μπορεί να διαχειριστεί ο γονέας τα προγράμματα εξ αποστάσεως εκπαίδευσης.

Η παιδαγωγική αυτονομία των σχολικών μονάδων δεν αναιρεί το δικαίωμα ΟΛΩΝ των παιδιών  να έχουν πρόσβαση στη μάθηση και την υποχρέωση να περιληφθεί στο σχέδιο δράσης του σχολείου ο τρόπος με τον οποίο υποβοηθούνται και στηρίζονται τα παιδιά και οι γονείς αυτών που δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στα διαδικτυακά νέα δεδομένα.   

Κάθε σχέδιο δράσης το οποίο εφαρμόζεται πρέπει να έχει στο πίσω μέρος του μυαλού του τις αρχές της δημοκρατίας, της παροχής ίσων ευκαιριών προς ΟΛΟΥΣ τους μαθητές καθώς και την προσφορά εξ ατομικευμένης διδασκαλίας. Τώρα περισσότερο παρά άλλοτε η διαφοροποίηση της διδασκαλίας είναι  ΕΠΙΤΑΚΤΙΚΉ  ανάγκη αφού η εξ αποστάσεως εκπαίδευση και διδασκαλία δεν έχει τα πλεονεκτήματα της συμβατικής- προσωπικής.

Η επικινδυνότητα ανάπτυξης άγχους τόσο στα παιδιά όσο και στους γονείς  τους αυτές τις δύσκολες μέρες της ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ, δεν πρέπει να ξεχνιούνται από κανέναν εκπαιδευτικό.

Ένα λοιπόν το σχέδιο δράσης κάθε σχολικής μονάδας και άλλο το σχέδιο δράσης του εκπαιδευτικού της τάξης ο οποίος είναι και ο κατεξοχήν υπεύθυνος να  συμπεριφερθεί με τον ανάλογο σεβασμό, κατανόηση και ενσυναίσθηση απέναντι στους μαθητές του. Ο κίνδυνος να συμπεριφερθεί άθελά του κάποιος είτε ρατσιστικά είτε αντιδημοκρατικά είτε πάλι «α-συναισθηματικά» είναι πολύ μεγάλος σε περιπτώσεις εκτάκτου ανάγκης όπου τα ένστικτα και τα παρορμητικά συναισθήματα είναι στην πρώτη γραμμή.

Γι’ αυτό λοιπόν, ο ρόλος τόσο των εκπαιδευτικών όσο και των διευθυντικών ομάδων στα σχολεία είναι καθοριστικός.  Η ανάγκη να  επιδείξουν τα σχολεία και το προσωπικό τους για άλλη μια φορά την αξία και τον επαγγελματισμό τους είναι πρώτιστης σημασίας. Μόνο επιλέγοντας τις καλύτερες για τους μαθητές τους μεθόδους αλλά και τους καλύτερους για τους εκπαιδευτικούς τους τρόπους διδασκαλίας, διότι και αυτοί δεν παύουν να είναι άνθρωποι και να κινδυνεύουν με ψυχολογική κατάρρευση από το άγχος, αυτό το εγχείρημα θα έχει επιτυχία.  

ΠΑΝΩ ΑΠ’ ΟΛΑ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Ο ΣΕΒΑΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΟΝΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ.  ΟΧΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΥΣ. ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΤΡΟΠΟΙ.

*MBA – Διοίκηση Ανθρώπινου Δυναμικού/ Εργασιακές Σχέσεις

Λειτουργός Ομάδας Άμεσης Παρέμβασης Πάφου 




Share on Facebook


Comments (1)

  1. Μιχάλης Α. Πόλης:
    Apr 05, 2020 at 01:57 PM

    Αυτή τη στιγμή το διακύβευμα είναι η επιβίωση. Η μάθηση έπεται. Ας επεκταθεί το σχολικό έτος για να καλυφθούν τα κενά. Μήπως δεν είναι απαραίτητη η προσωπική επαφή, η ζώσα εκπαιδευτική πραγματικότητα, (Face to Face) για τη μάθηση; Να υποθέσουμε ότι τώρα είναι εργάσιμη περίοδος; Αφού η απάντηση είναι προφανώς θετική αυτό σημαίνει ότι δεν θα επεκταθεί το σχολικό έτος το καλοκαίρι; Ή μήπως θα επεκταθεί έτσι και αλλιώς;


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











1159