ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΛΕΚΚΟΥ*
Ένας τομέας που γονείς αλλά και εκπαιδευτικοί αισθανόμαστε αδύναμοι να βοηθήσουμε τα παιδιά είναι οι φοβίες τους. Ίσως και αυτός να είναι ένας από τους πιο σημαντικούς λόγους που ενστικτωδώς προσπαθούμε να αποτρέψουμε την επαφή των παιδιών με καταστάσεις δυνητικά μπορούν να τις προκαλέσουν ή με καταστάσεις που ήταν πηγές φόβου για εμάς όταν ήμαστε εμείς παιδιά. Τα σημερινά όμως παιδιά έχουν το δυσάρεστο προνόμιο βρίσκονται σε πιο δύσκολη θέση αυτές τις μέρες. Ο όγκος των ημερών του περιορισμού αλλά και η αβεβαιότητα της χρονικής διάρκειας της μεταβατικής περιόδου, σε συνδυασμό με την κριτική της διαχείρισης της πανδημίας από τους δημόσιους φορείς και την κάλυψή της από τα ΜΜΕ και τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, έχουν δημιουργήσει το κατάλληλο έδαφος για την ανάπτυξη φοβικών καταστάσεων.
Τα παιδιά, που έτσι κι αλλιώς έρχονται σε επαφή με τον θάνατο, τις καταστροφές και την ευαλωτότητα από νωρίς λόγω της ευκολίας διακίνησης της πληροφορίας. Δυστυχώς μέσα στο συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο που διανύουμε έρχονται σε ακόμα στενότερη επαφή με την απειλή του θανάτου ή της σοβαρής νόσησης οικείων ατόμων τους.
Φοβίες αλλά και άγχος εκρήγνυνται μέσα στην παιδική ψυχή. Κάποιος μπορεί να πει ότι θα βάλει φραγή στην πρόσληψη των πληροφοριών που αναστατώνουν το παιδί του. Η πλήρης απαγόρευση της ενημέρωσης για την πανδημία και τις συνέπειές της ίσως φαντάζει η μόνη αποτελεσματική λύση. Κάτι τέτοιο είναι πραγματικά και πρακτικά ανέφικτο και θα μεγαλώσει το βάρος των απαγορεύσεων που ήδη κουβαλά κάθε παιδί.
Μπορούμε, γονείς και εκπαιδευτικοί, ως κυρίαρχοι ενήλικες στις ζωές των παιδιών, να τους δείξουμε τρόπους να χειριστούν και να αντιμετωπίσουν τους φόβους τους. Καταρχήν πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι κάθε παιδί εισπράττει αλλά και εκφράζει τις φοβίες του με διαφορετικό τρόπο και σε διαφορετικό βαθμό. Για να τα ανακαλύψουμε αυτά πρέπει να τα εμπιστευτούμε και να είμαστε παρατηρητικοί για τους μηχανισμούς που έχουν να αντιμετωπίζουν τις φοβίες τους.
Το παιχνίδι είναι μια δραστηριότητα με την οποία τα παιδιά συγχρονίζουν την ταλάντωση συναισθήματος και κατάστασης που το προκαλεί. Μπορούν να υποδυθούν ρόλους για να εκφράσουν, να ελέγξουν αλλά και να εκλογικεύσουν τις φοβίες τους. Να ζήσουν δηλαδή μέσα σε ασφαλείς συνθήκες τους φόβους τους. Έτσι κι αλλιώς τα παιδιά μέσα από το παιχνίδι βρίσκουν την δύναμη να αντιμετωπίσουν την καθημερινότητα τους και να τοποθετήσουν στις συναισθηματικές αποθήκες ανάπτυξης τους θετικές και αρνητικές εμπειρίες και μνήμες. Ο ενήλικος λοιπόν, πρέπει να είναι διαθέσιμος και ουσιαστικά παρών όταν συμβαίνει αυτό.
Σίγουρα ένα παιδί, πολύ συχνά, δεν τα καταφέρνει να απαλλαγεί μόνο του από τις φοβίες του. Δεν είναι λίγες οι φορές που κάποιος ενήλικας έχει εμφυσήσει στο παιδί ότι ο φόβος είναι κάτι κακό ή ότι δείχνει αδυναμία εκεί που απαιτείται δύναμη. Κάποιος άλλος ανασταλτικός παράγοντας για την απαλλαγή μπορεί να είναι και η γνωστική ικανότητα του παιδιού ή οι προσλαμβάνουσες που είχε.
Ενθαρρύνουμε το παιδί με διακριτικό τρόπο να παίξει με τους φόβους του. Αν ένα παιδί, για παράδειγμα, φοβάται τις σκιές, δεν χρειάζεται να αποφεύγουμε τον φωτισμό που τις δημιουργεί. Αν θελήσει να τις πατήσει ή να αλλάζει θέσεις σώματος παρατηρώντας τες το ενθαρρύνουμε να μιλήσει γι’ αυτό αλλά και να το κάνει. Αν θελήσει να πετάξει κάτι στο «τέρας που κρύβεται κάτω απ’ το κρεβάτι» δεν του λέμε ότι είναι ανόητο αυτό που κάνει ούτε το εμποδίζουμε. Αντίθετα προσπαθούμε σιγά σιγά, να σταθούμε δίπλα του και να έρθει σε επαφή με τη φοβογόνο αιτία.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μια πολύ συνηθισμένη αιτία των παιδικών φόβων είναι η παρατήρηση των μεγάλων σε φοβικές συνθήκες και στη συνέχεια η μίμηση της συμπεριφοράς τους. Στις ιδιαίτερες συνθήκες που βρισκόμαστε όλοι, συνθήκες ανασφάλειας, θυμού, φόβου, άγχους κι απελπισίας επί πραγματικού ή επερχόμενου γεγονότος είναι κεφαλαιώδες να είμαστε ψύχραιμοι ως ενήλικες. Δεν θα κρύψουμε τα συναισθήματά μας, δεν θα τα μειώσουμε ούτε θα πούμε ψέματα για αυτά στα παιδιά. Πρέπει να τους εξηγήσουμε τι συμβαίνει και πώς όλα θα αντιμετωπιστούν με τον καλύτερο τρόπο. Προσέξτε: δεν θα δώσουμε την υπόσχεση ότι όλα θα πάνε καλά. Είναι κάτι που μπορεί να μας εκθέσει απέναντι τους μιας και δεν εξαρτάται απόλυτα από εμάς. «Θα προσπαθήσουμε να το ξεπεράσουμε μαζί» ίσως είναι η πιο ειλικρινής υπόσχεση που μπορούμε να δώσουμε στα παιδιά.
Κλείνοντας ας κρατήσουμε τα πιο κάτω:
Ενημερώνουμε το παιδί ότι και οι μεγάλοι φοβούνται, ελέγχοντας όμως την ανεξέλεγκτη εκδήλωσή των φόβων μας μπροστά στο παιδί.
Ακούμε με προσοχή και σεβασμό τις φοβίες του.
Το φέρνουμε με ασφάλεια, όντας δίπλα του, σε επαφή με το φοβικό ερέθισμα και δεν κοροϊδεύουμε ή υποτιμούμε τις φοβίες του.
Το προετοιμάζουμε για κάποια δυσάρεστη εμπειρία που μπορεί να του προκαλέσει φόβο ή τροφοδοτήσει κάποιον υφιστάμενο. (αρρώστια, αλλαγή ρουτίνας, συνέχιση κάποιας δυσάρεστης εξέλιξης π.χ. ούτε στα γενέθλια αυτού του φίλου σου θα πάμε όπως δεν πήγαμε και στου προηγούμενου)
Όταν θέλουμε να επιβληθούμε, δεν το απειλούμε με τις φοβίες του (π.χ. θα σε βγάλω στον δρόμο το βράδυ που είναι γεμάτος σκιές).
Και βέβαια επαινούμε με όλη μας την καρδιά όταν το παιδί έχει αφήσει μια φοβία πίσω του.
*Δάσκαλος (Β.Δ.)
Msc Συμβουλευτικής