Ενιαία Εκπαίδευση, ευθύνη όλων


ΤΗΣ ΝΙΚΟΛΙΝΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ*

Το εκπαιδευτικό σύστημα έχει περάσει από διάφορα στάδια σε σχέση με την «ειδική εκπαίδευση», για να φτάσουμε σήμερα να συζητάμε για ενιαία εκπαίδευση. Η ενιαία εκπαίδευση ως μια ενεργή και σύνθετη διαδικασία της σχολικής πραγματικότητας και κατ’ επέκταση της κοινωνίας, λειτουργεί προς όφελος και υπεράσπιση όλων των παιδιών σε μια προσπάθεια διασφάλισης των κεκτημένων τους δικαιωμάτων: προστασίας, παροχών και συμμετοχής.

Στις περιπτώσεις «ένταξης» των παιδιών που ανήκουν σε κοινωνικά μειονεκτικές ομάδες, συμπεριλαμβανομένων των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή/και αναπηρίες, η λειτουργία του υπάρχοντος εκπαιδευτικού συστήματος δε δημιουργεί συνθήκες για ουσιαστική συμμετοχή τους στις σχολικές δραστηριότητες. Το σχολείο που ανταποκρίνεται κυρίως στο μέσο μαθητή και κύριο μέλημα του είναι η αποδοτικότητα, καθιστά πολλές φορές τους «διαφορετικούς» μαθητές απλούς παρατηρητές και η εμπλοκή τους στα σχολικά δρώμενα περιορίζεται στη φυσική τους παρουσία, αφού δεν υπάρχουν οι συνδέσεις που θα τους οδηγήσουν στην ενεργή συμμετοχή. Το ζητούμενο όμως, σύμφωνα με τα ανθρώπινα δικαιώματα, δεν είναι η απλή πρόσβαση στην εκπαίδευση, που από μόνης της δεν είναι εφικτή. Δεν είναι εφικτή γιατί όλοι οι άνθρωποι δεν έχουν τα ίδια μέσα και τις ίδιες ικανότητες και άρα τα άτομα με αναπηρία δεν μπορούν να αξιοποιήσουν την ισότιμη πρόσβαση (Παντελιάδου, 2007).

Ίσες ευκαιρίες έχουμε με την αναγνώριση και το σεβασμό της ιδιαιτερότητας του κάθε παιδιού. Σεβασμός σημαίνει αξιοποίηση των ιδιαιτεροτήτων αυτών, εμπλουτίζοντας την εκπαιδευτική διαδικασία, που τις συμπεριλαμβάνει και  τους δίνει «χώρο» να αλληλοεπιδράσουν θετικά μεταξύ τους. Σύμφωνα με την πιο πάνω παραδοχή, το σχολείο και η ευρύτερη κοινωνία, αναγνωρίζουν τη διαφορά ως μια αξία και αντιμετωπίζουν τον κάθε μαθητή ως ισότιμο μέλος του σχολείου και τον κάθε πολίτη ως ισότιμο μέλος της κοινωνίας. Αναγνωρίζουν τη σημασία της αλληλεπίδρασης και υποστηρίζουν την πεποίθηση ότι όλοι μαθαίνουν από όλους. Έτσι, η εκπαίδευση αποτελεί ένα κοινωνικό αγαθό στο οποίο όλοι δικαιούνται πρόσβαση στο βαθμό όμως που περιλαμβάνει και όχι απλά ανέχεται τις διαφορετικές συνθήκες ζωής και ανάγκες που φέρνει μαζί του κάθε παιδί (Παντελιάδου, 2007).

Σε επίπεδο εκπαιδευτικής πρακτικής οφείλουμε να καλλιεργούμε θετικές στάσεις προς τη διαφορετικότητα και να προωθούμε την αξία της συνύπαρξης και της αλληλεπίδρασης. Μια κοινή παραδοχή είναι ότι δεν αρκεί η συνύπαρξη των μαθητών για να προκύψουν οφέλη για όλους τους μαθητές αλλά χρειάζεται προσεκτικός σχεδιασμός εκπαιδευτικών προγραμμάτων με στόχο την ανάπτυξη των κοινωνικών δεξιοτήτων (Μαυροπούλου, 2007). Απαραίτητη προϋπόθεση για την πορεία προς την ενιαία εκπαίδευση, είναι ο σχεδιασμός κατάλληλων αναλυτικών προγραμμάτων, σχολικών εγχειριδίων, παιδαγωγικών πρακτικών και τρόπων αξιολόγησης που να ανταποκρίνονται σε όλους τους μαθητές. Σε επίπεδο σχολικής μονάδας, οι ίσες μαθησιακές ευκαιρίες, παρέχονται με τη διαφοροποίηση/εξατομίκευση των σχολικών εργασιών και την ελευθερία που παρέχεται προς τους εκπαιδευτικούς να επιλέξουν τους κατάλληλους στόχους για τον κάθε μαθητή.

Στον παρόν στάδιο, οι εκπαιδευτικοί του τόπου μας, δεν έχουν στη διάθεσή τους ούτε αναλυτικά προγράμματα ούτε παιδαγωγικές πρακτικές που να προωθούν την ενιαία εκπαίδευση. Οι νύξεις που γίνονται για τα δικαιώματα των παιδιών, παραμένουν σε θεωρητικό επίπεδο και χωρίς πρακτικές εφαρμογές φαντάζουν ουτοπικές και χαώδεις. Η ευθύνη για ένα ευέλικτο και προσβάσιμο αναλυτικό πρόγραμμα για όλους τους μαθητές, η θεσμοθέτηση της διαφοροποίησης της διδασκαλίας και της αξιολόγησης και οι προσβάσιμες κτιριακές εγκαταστάσεις βαραίνει το κράτος.

Το εκπαιδευτικό μας σύστημα χρειάζεται ριζικές αλλαγές αφού λειτουργεί αντίθετα με τις αρχές της ενιαίας εκπαίδευσης, αποκόπτοντας κάποιους μαθητές από το σύνολο της τάξης τους. Έμφαση θα πρέπει να δοθεί στη συνδιδασκαλία δασκάλου τυπικής εκπαίδευσης και δασκάλου ειδικής εκπαίδευσης, εφαρμόζοντας τις αρχές της  διαφοροποίησης  σε  επίπεδο  περιεχομένου,  προϊόντος,  διαδικασίας  και  μαθησιακού περιβάλλοντος, αλλά και τις αρχές του καθολικού σχεδιασμού στη μάθηση (Παντελιάδου & Φιλιππάτου,2013).

Η παροχή ποιοτικής εκπαίδευσης στα παιδιά που ανήκουν σε μειονεκτικές ομάδες και η ουσιαστική συμβολή τους στη γενική τάξη μέσα από τις αναγκαίες διευθετήσεις, δεν πρέπει να υπόκειται στην κρίση του κάθε εκπαιδευτικού αλλά να είναι ρητή υποχρέωση όλων. Αυτό προϋποθέτει τη μείωση του αριθμού των παιδιών σε κάθε τμήμα, την ύπαρξη χρόνου συντονισμού μεταξύ των εκπαιδευτικών τυπικής και ειδικής εκπαίδευσης, την ανάπτυξη κοινωνικών και επικοινωνιακών δεξιοτήτων των μαθητών και την αξιολόγηση του γλωσσικού τους επιπέδου.

Η ενιαία εκπαίδευση, αναφέρεται σε μια εξελικτική πορεία που φυσικά είναι αδύνατο να επιτευχθεί σε μια νύχτα. Κάθε πολίτης είναι συνυπεύθυνος όσον αφορά τις αντιλήψεις και την κουλτούρα που διαμορφώνει, αυτό όμως δεν απαλλάσσει τους κρατικούς φορείς από τις ευθύνες τους. Χρειάζεται μια καλά μελετημένη στρατηγική, απαλλαγμένη από γενικότητες, που να διασφαλίζει την επίτευξη των στόχων της βήμα προς βήμα από κάθε εμπλεκόμενο.  

*Εκπαιδευτικός Ειδικής Εκπαίδευσης 

Μέλος Ε.Ε. ΠΑΔΕΔ ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑ Λευκωσίας

 

 

 

 




Share on Facebook


Comments (1)

  1. Μιχάλης Α. Πόλης:
    Sep 11, 2020 at 03:08 PM

    Οσο αυξάνονται τα δικαιώματα των παιδιών τόσο δυσκολεύει η ζωή των δασκάλων


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











3200