Με ανακοίνωσή της, η Ανεξάρτητη Κίνηση Δασκάλων και Νηπιαγωγών (Α.Κί.ΔΑ) αναφέρει:
«Οι εκπαιδευτικοί, ως ακρογωνιαίος λίθος των εκπαιδευτικών συστημάτων, βρίσκονται στο επίκεντρο της συζήτησης για την ποιότητα της εκπαίδευσης που κυριαρχεί στη δημόσια σφαίρα. Η πρόσφατη επανάκαμψη της σημαντικότητάς τους ως κρίσιμων συντελεστών της σχολικής εκπαίδευσης και της αποτελεσματικότητας των εκπαιδευτικών συστημάτων συνοδεύεται από την προσπάθεια εντατικού ελέγχου και αποτίμησης του έργου τους στη βάση, κυρίως, της ταξινόμησης των μαθησιακών αποτελεσμάτων σε παγκόσμιους πίνακες κατάταξης. Η ευθυγράμμισή της εργασίας τους με τις οικονομικές επιταγές ελέγχου, αποδοτικότητας και ανταγωνιστικότητας που συνδέει την «ποιότητα» και την «αποτελεσματικότητα» των εκπαιδευτικών με την μάθηση και τελικά με την κοινωνική και την οικονομική ανάπτυξη είναι ένα εγγενώς πολιτικό ζήτημα. Η πίεση και ο έλεγχος στην εργασία τους οδηγεί τελικά στην υιοθέτηση πιο παραδοσιακών παιδαγωγικών μεθόδων με έμφαση στο αποτέλεσμα παρά στη διαδικασία, γεγονός που δημιουργεί απώλεια της αυτονομίας τους. Η θεμελίωση του επαγγελματισμού των εκπαιδευτικών σε τεχνοκρατικά μοντέλα επαγγελματικής ανάπτυξης, σε μια προσπάθεια διαχείρισης των εκπαιδευτικών και του έργου τους, περιορίζουν τον ρόλο τους σε αυτόν του «παθητικού αγωγού» άνωθεν επιταγών, αγνοώντας αυτόν του ενεργού διαμορφωτή της εκπαιδευτικής πρακτικής που αντλεί από ένα σύστημα αξιών που μπορεί να επεκταθεί πέρα από τα στενά όρια της τάξης ενσωματώνοντας οικουμενικές αξίες.
Το αντιφατικό τοπίο στο οποίο οι εκπαιδευτικοί της Δημοτικής Εκπαίδευσης δρουν σήμερα απειλεί την επαγγελματική τους ανάπτυξη και, εντέλει την ουσιαστική αναβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Η καταλυτική επίδραση του διεθνούς παιδαγωγικού λόγου σε εθνικό και περιφερειακό/τοπικό επίπεδο με πολιτικούς, κοινωνικούς, οικονομικούς σε κεφαλαιώδη ζητήματα του εκπαιδευτικού θεσμού, όπως η επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών, αποκτά ιδιαίτερη σημασία καθώς επιβάλλει, προωθεί ή αποκλείει πολιτικές που επηρεάζουν το εκπαιδευτικό γίγνεσθαι. Η εξέταση της συνάρθρωσης των ανταγωνιστικών λόγων για τον επαγγελματισμό των εκπαιδευτικών, το νόημα και τη διαχείρισή του είναι, εκ των πραγμάτων, αναγκαία.
Προφανώς, ο λόγος και οι θέσεις της ΠΟΕΔ, ως συλλογικού οργάνου έκφρασης των εκπαιδευτικών Δημοτικής Εκπαίδευσης της Κύπρου έχουν βαρύνουσα σημασία στο πλαίσιο της δημόσιας συζήτησης γιατί αντανακλούν τις απόψεις και τη βιωμένη εμπειρία των εκπαιδευτικών της Δημοτικής Εκπαίδευσης και επανακαθορίζουν την έννοια του επαγγελματισμού μέσα από τη δική τους εκπαιδευτική θεωρία και ηθική απέναντι σε εκπαιδευτικές πολιτικές που περιορίζουν την αυτονομία και χειραγωγούν την επαγγελματική τους πρακτική.
Θεωρούμε ότι ο επαγγελματισμός των εκπαιδευτικών πρέπει να είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την έρευνα, την καλά πληροφορημένη πρακτική και την μάθηση που καλλιεργείται στο πλαίσιο της κοινότητας των λειτουργών της. Προϋπόθεση, όμως, αποτελεί η εξασφάλιση της δυνατότητας των εκπαιδευτικών να προσεγγίσουν κριτικά την έρευνα, ώστε να αποφεύγεται η θυματοποίησή τους από αμφιβόλου ή και κακής ποιότητας έρευνες και παιδαγωγικές προσεγγίσεις. Η γνώση που βασίζεται εξίσου στην πρακτική και την έρευνα πρέπει αποτελούν τον κορμό της γνωστικής βάσης των επαγγελματιών της Δημοτικής Εκπαίδευσης. Ως εκ τούτου, εκπαιδευτικές πολιτικές που προωθούνται σε συνάρτηση με τις ανάγκες της οικονομίας της αγοράς και όχι της κοινωνίας των πολιτών, πρέπει να υποβάλλονται πριν την εφαρμογή τους σε εξαντλητικό έλεγχο για την πραγματική προσφορά τους. Αντιτάσσουμε στη λογοδοσία που προωθείται από εθνικά ή υπερεθνικά «καθεστώτα αλήθειας» και στην προωθούμενη επιτελεστική κουλτούρα πολιτικών που διαχέονται και, τελικά, επιβάλλονται στην εκπαιδευτική κοινότητα, την ανάληψη ευθύνης που εστιάζει στην επαγγελματική γνώση και την επαγγελματική ηθική.
Στο πλαίσιο αυτό, σε μια προσπάθεια να εγκαινιάσουμε έναν γόνιμο διάλογο για τη βελτίωση του επιπέδου της εκπαίδευσης στα σχολεία, προτείνουμε την ίδρυση του Δικτύου Έρευνας Πολιτικής Δημοτικής Εκπαίδευσης (Cyprus Primary Education Policy Network), το οποίο θα συμβάλλει στην ποιοτική βελτίωση της μάθησης στην Δημοτική Εκπαίδευση με την ανάληψη πρωτοβουλιών όπως:
Η ΑΚΙΔΑ, αναλαμβάνοντας τον ιστορικό της ρόλο και αναγνωρίζοντας ότι το σχολείο και η ποιότητά του πρέπει να είναι αποτέλεσμα μιας in situ διαδικασίας με αφετηρία και άξονα το σχολείο, προτείνει την ίδρυση του Δικτύου Έρευνας Πολιτικής Δημοτικής Εκπαίδευσης (Cyprus Primary Education Policy Network) με όρους και προϋποθέσεις που θα πρέπει να συζητηθούν διεξοδικά».