ΤΗΣ ΔΡΟΣ ΕΛΕΝΗΣ ΚΥΡΑΤΖΗ*
Στην πολυπολιτισμική Κύπρο του σήμερα, διαφορετικές γλωσσικές ομάδες παιδιών με μεταναστευτική βιογραφία κατακλύζουν το Κυπριακό Δημόσιο Σχολείο. Η εκπαίδευση που παρέχεται στα παιδιά είναι πάντοτε μέσα στα πλαίσια του Αναλυτικού προγράμματος του Δημόσιου σχολείου, το οποίο απευθύνεται προς όλους τους μαθητές, με διαφορετικές προσεγγίσεις για τα παιδιά με μεταναστευτική βιογραφία μόνο κατά τη διάρκεια των πρώτων δύο χρόνων παραμονής των παιδιών στο κυπριακό εκπαιδευτικό σύστημα. Η ανάγκη για ένα
διαφοροποιημένο και εμπλουτισμένο μοντέλο αναγνωστικής ανάπτυξης θα ήταν μια πιθανή πρόταση για την κάλυψη των παιδαγωγικών αναγκών των παιδιών μέσα σε ένα πολυπολιτισμικό σχολικό περιβάλλον.
Ένας απολογισμός των διαφόρων μοντέλων ανάγνωσης, έτσι όπως παρέχονται από έρευνες αναγνωστικής ανάπτυξης καταδεικνύει ότι η ανάγνωση είναι ένας συνδυασμός σύνθετων γνωστικών/γλωσσικών ικανοτήτων. Σύμφωνα με τους Foorman and Siegel, 1986, η αναγνωστική ικανότητα απαιτεί την ανάπτυξη των πιο κάτω:
Τα αναγνωστικά μοντέλα προτείνουν-περισσότερο ή λιγότερο-τέσσερα συστήματα, ένα οπτικό σύστημα, το φωνολογικό σύστημα, ένα σύστημα ορθογραφικό και ένα σημασιολογικό
σύστημα. Τα μοντέλα τονίζουν επίσης τη δυνατότητα αποκωδικοποίησης, ειδικά της φωνολογικής επίγνωσης στα αρχικά στάδια της ανάγνωσης ως προϋπόθεση για την αποτελεσματική ικανότητα ανάγνωσης. Αυτά τα στοιχεία μαζί με ορισμένες γνωστικές δομές, όπως η λεκτική μνήμη και η ταχύτητα της λεξιλογικής πρόσβασης αποτελούν τη βάση για την αποτελεσματική αναγνώριση λέξεων. Σύμφωνα με τους Foorman and Siegel, 1986, ένα μοντέλο αναγνωστικής ανάπτυξης θα πρέπει να περιλαμβάνει τα πιο κάτω: Μια περιγραφή της γενικής αναγνωστικής ικανότητας, ένα μοντέλο των γνωστικών δομικών στοιχείων της αναγνωστικής ανάπτυξης και αναφορά στον τρόπο με τον οποίο οι προσωπικές διαφορές συντείνουν στη γενικότερη διαφοροποίηση της αναγνωστικής επίδοσης.
Έρευνες που τεκμηριώνουν τη σχέση αυτή στα παιδιά έχουν διεξαχθεί κυρίως στην πρώτη γλώσσα. Οι περισσότερες έρευνες και μοντέλα μάθησης που αφορούν τους δίγλωσσους μαθητές αναφέρονται στην εκμάθηση της δεύτερης γλώσσας ως αυτόνομο φαινόμενο και αποκομμένο από την εκμάθηση της πρώτης γλώσσας. Παρόλα αυτά, άλλες έρευνες που αφορούν την γλωσσική ανάπτυξη των δίγλωσσων/πολύγλωσσων παιδιών καταδεικνύουν την επίδραση διαφόρων παραγόντων στην πρόσληψη και παραγωγή των δύο γλωσσών του παιδιού. Οι παράγοντες αυτοί σχετίζονται με την αναπτυξιακή πρόοδο των παιδιών, τη χρήση δύο συστημάτων γραφής την αλληλεπίδραση των δύο συστημάτων, το κοινωνικό στάτους των δύο γλωσσών (την κυρίαρχη γλώσσα) και τα διαφορετικά γλωσσικά περιβάλλοντα των παιδιών.
Ειδικότερα, συγκριτικές μελέτες μεταξύ των γλωσσών έχουν εγείρει κάποια ζητήματα, που σχετίζονται με την επίδραση της ορθογραφίας κάθε γλώσσας στην ανάπτυξη της φωνολογικής ενημερότητας και στη διαδικασία εκμάθησης της ανάγνωσης. Σε αυτές δεν διαφοροποιούνται τα κανάλια επεξεργασίας και μεταφοράς του φωνογραφικού συμβόλου, αλλά τονίζεται η επίδραση του παράγοντα ορθογραφία (σύστημα γραφής) (Μήτσης, 2004; Κυρατζή, 2008; Sparks, et al. ;2014).
Ο Sampson (1985)προτείνει μια κατηγορία συστημάτων γραφής, τα σημασιογραφικά (semasiographic), όπου το μέσο αναπαράστασης είναι το σύμβολο ή εικόνα. Η άλλη κατηγορία είναι τα γλωσσογραφικά (glottographic), όπου το μέσο αναπαράστασης είναι η γλώσσα. Αυτή η δεύτερη κατηγορία χωρίζεται σε λογογραφικά και φωνογραφικά συστήματα γραφής. Τα λογογραφικά συστήματα μπορούν να διακριθούν σε αυτά που στηρίζονται σε πολυμορφικές μονάδες, χωρίς να έχουν κανένα ίχνος των ήχων της γλώσσας. Τα φωνογραφικά συστήματα γραφής χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες, αυτά που αναπαριστούν συλλαβές, αυτά που αναπαριστούν φωνήματα και αυτά που αναπαριστούν χαρακτηριστικά φωνημάτων(π.χ. ένταση, τρόπος άρθρωσης, κ.τ.λ).
Τα μορφοφωνημικά συστήματα διακρίνονται σε δυο κατηγορίες· αυτά που αναπαριστούν βαθιά ορθογραφικά συστήματα (π.χ.αγγλικά) κι αυτά που αναπαριστούν ρηχά ορθογραφικά συστήματα (π.χ.ιταλικά). Τα αλφαβητικά συστήματα γραφής ανήκουν στη δεύτερη κατηγορία των φωνογραφικών συστημάτων, όπου το επίπεδο αναπαράστασης της γλώσσας είναι το φώνημα.
Επιπλέον, ένα ορθογραφικό σύστημα μπορεί να χαρακτηριστεί ως συμμετρικά ή ασύμμετρα διαφανές. Τα συμμετρικά διαφανή ορθογραφικά συστήματα (π.χ. ιταλικά) είναι ρηχά τόσο για την ανάγνωση όσο και για την ορθογραφημένη γραφή. Τα ασύμμετρα διαφανή ορθογραφικά συστήματα(π.χ. γαλλικά, ελληνικά), είναι ρηχά στην ανάγνωση ενώ θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν βαθιά στην ορθογραφημένη γραφή. Υπάρχουν επίσης και συμμετρικά αδιαφανή ορθογραφικά συστήματα ( π.χ. αγγλικά) που είναι βαθιά τόσο στην ανάγνωση όσο και στην ορθογραφία. Όπως αναφέρει ο Πόρποδας (2002, σελ.113-114) έχει διατυπωθεί από τους Katz και Frost (1992) η υπόθεση του ορθογραφικού βάθους (orthographic depth hypothesis), οι οποίοι προτείνουν ότι τα ρηχά ορθογραφικά συστήματα βασίζονται περισσότερο στη φωνολογία ενώ τα βαθιά ορθογραφικά συστήματα βασίζονται περισσότερο στη μορφολογία.
Οι υπάρχουσες διαφορές στα συστήματα γραφής των γλωσσών κάνουν πιο επιτακτική την ανάγκη διαγλωσσικών ερευνών για να υπάρχει ένα πιο ολοκληρωμένο πλαίσιο για τη μάθηση και τη διδασκαλία του προφορικού και του γραπτού λόγου(Αϊδίνης, 2006).
Με βάση τη γλωσσική ανάπτυξη στην πρώτη και δεύτερη γλώσσα έχουν προκύψει κάποιες βασικές θεωρίες, οι οποίες φαίνεται να κυριαρχούν στον τομέα της δίγλωσσης γλωσσικής ανάπτυξης. Τέτοιες θεωρίες είναι η ορθογραφική υπόθεση (π. χ. , Abu Rabia, 2003), η κεντρική ή καθολική υπόθεση, (π. χ. , Gholamain και Geva, 1999) η υπόθεση της γλωσσικής αλληλεξάρτησης (π. χ. , Gómez and Reason, 2002) η υπόθεση της οριακής βασικής γλωσσικής ανάπτυξης (π. χ. , Cummins, 1991). Η ορθογραφική υπόθεση βασίζεται στην ορθογραφία των γλωσσών (κανονική ή μη κανονική). Σύμφωνα με την ορθογραφική υπόθεση, η αγγλική γλώσσα θεωρείται λιγότερο κανονική ορθογραφικά από την ελληνική με αποτέλεσμα να εμπλέκεται περισσότερο ο οπτικός κώδικας στην εκμάθησή της. Αντίθετα η ελληνική θεωρείται κανονική γλώσσα ορθογραφικά και έτσι δεν εμπλέκεται τόσο ο οπτικός, όσο ο φωνολογικός κώδικας στην εκμάθησή της. Η κεντρική ή καθολική υπόθεση εξετάζει την αναγνωστική ανάπτυξη με βάση κοινά γνωστικά χαρακτηριστικά του ατόμου που τα συναντούμε παγκόσμια σε όλους τους λαούς. Η υπόθεση της γλωσσικής αλληλεξάρτησης υποστηρίζει την αμοιβαία γλωσσική ανάπτυξη σε γλώσσες που αναπτύσσονται σύγχρονα ή ασύγχρονα. Με αυτή την έννοια συναντούμε και το φαινόμενο της αμοιβαίας μεταφοράς γλωσσικών δομών από τη μια γλώσσα στην άλλη. Η υπόθεση της οριακής βασικής γλωσσικής ανάπτυξης θεωρεί ότι όταν ένα δίγλωσσο παιδί κατακτήσει τις γλωσσικές δομές μιας γλώσσας, εύκολα μπορεί να κατακτήσει τις δομές μια δεύτερης γλώσσας.
Επιπρόσθετα, σε συσχέτιση με τις ως άνω θεωρίες οι πιο κάτω παράγοντες φαίνεται να προκύπτουν από την ανάπτυξη αυτών των θεωριών. Γλωσσικοί παράγοντες (η μορφοσυντακτική δομή των δύο γλωσσών, ορθογραφία, κανονική/μη κανονική), αναπτυξιακοί παράγοντες (Γνωστικά χαρακτηριστικά), κοινωνικοί παράγοντες (άμεσο και ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, κοινωνικό στάτους των γλωσσών), εκπαιδευτικοί παράγοντες (Σχολεία, μέθοδοι, στόχοι, μέσα, υλικά).
Έρευνες σε δίγλωσσους αναγνώστες (π.χ., Bruck και Genesee, 1995; Merbaum, 1998; Βέκος, 1997; Κυρατζή, 1999; 2008, Θεοδωράτου και άλλοι, 2005; Μαλτεζάκη, 2012; Σαμαρά, 2015) συνεπικουρούν με την πιο πάνω τοποθέτηση. Από αυτές τις έρευνες προκύπτει ότι η αναγνωστική ανάπτυξη σε δύο γλώσσες είναι ένας συνδυασμός σύνθετων δυνατοτήτων (δηλ. γνωστικές διαδικασίες, δραστηριότητες φωνολογικής ενημερότητας, μεταφορά δεξιοτήτων από την πρώτη γλώσσα στη δεύτερη και το αντίθετο). Υιοθετούν με άλλα λόγια την παιδαγωγική προσέγγιση των γλωσσών ως «συγκοινωνούντα δοχεία», με έμφαση στην αξιοποίηση της πρώτης γλώσσας ως βάση εκμάθησης γλωσσικών δεξιοτήτων που αλληλοεπιδρούν με την εκμάθηση της δεύτερης.(Σκούρτου, 2016; Kallipos, gr). Στο αρχικό ερώτημα του εμπλουτισμού ενός πολυδιάστατου αναγνωστικού μοντέλου που θα βοηθήσει στη διδασκαλία των παιδιών με μεταναστευτική, η έρευνα έχει δείξει ότι είναι ιδιαίτερα σημαντική η αναγνώριση του σημαντικού ρόλου της πρώτης γλώσσας στην ανάπτυξη της δεύτερης. Η ύπαρξη πιο πολλών παραγόντων που αλληλοεπιδρούν στην εκμάθηση της δεύτερης σε συνάφεια με την εκμάθηση της πρώτης θα μπορούσαν να παρουσιαστούν κάπως έτσι:
Στο αναγνωστικό μοντέλο φαίνεται ότι οι δύο γλώσσες αλληλοαναπτύσσονται και αλληλοεπιδρούν σε συνάφεια με τους παράγοντες που επηρεάζουν την ανάπτυξη τους.
Ανάμεσα στους αναπτυξιακούς παράγοντες σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η θεωρία περί γενικών αναπτυξιακών χαρακτηριστικών που υπάρχουν σε όλους τους ανθρώπους ανεξάρτητα από την πρώτη γλώσσα. Όσον αφορά τους κοινωνικούς παράγοντες σημαντική είναι η χρήση της γλώσσας/των γλωσσών, το στάτους της/των γλώσσας/γλωσσών, η δυναμική θα έλεγα της πρώτης ή και της δεύτερης γλώσσας. Επιπλέον θα ήταν χρήσιμο να γνωρίζουμε την στάση των παιδιών έναντι της πρώτης και της δεύτερης, κατά πόσον επιθυμούν τη χρήση τους και για ποιες λειτουργίες. Ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η εκπαίδευση ως ένα τυπικό πλαίσιο μάθησης και ανάπτυξης των δύο γλωσσών. Έμφαση δίνεται στις μεθόδους και πρακτικές καθώς και στο περιεχόμενο του προγράμματος σπουδών. Επιπρόσθετα, σε συσχέτιση με το αναγνωστικό μοντέλο των Foorman and Siegel, (1986) φαίνεται ότι το μοντέλο δεν διαφοροποιείται αλλά εμπλουτίζεται με τους παράγοντες της τυπικής μάθησης και του κοινωνικού περιβάλλοντος.
Συμπερασματικά, η μάθηση της δεύτερης γλώσσας εμπίπτει σε ένα ευρύτερο πλαίσιο λειτουργιών που σε καμία περίπτωση δεν είναι αποκομμένες από τις λειτουργίες της πρώτης γλώσσας. Η αυτοματοποιημένη αποκωδικοποίηση και η πλήρης φωνολογική ενημερότητα επέρχονται έτσι φυσικά και αβίαστα στη δεύτερη γλώσσα όταν λαμβάνεται υπόψη η επίτευξη της φωνολογικής ενημερότητας στην πρώτη. Ως εκ τούτου, οι δύο γλώσσες αλληλουπάρχουν και αλληλοαναπτύσσονται υπό τη θεώρηση των συγκοινωνούντων δοχείων.
Βιβλιογραφία
Abu-Rabia, S. (2003) The Influence of Working Memory on Reading and Creative Writing Processes in a second language Educational psychology 23(2), 209-222
Bekos, I. (1997), Phonolgical Awareness and the process of learning to read in Greek-English bilingual children Unpublished PhD Thesis School of Education The University of Birmingham
Bruck και Genesee, 1995; Bruck, M., & Genesee, F. (1995), Phonological awareness in young second language learners. Journal of Child Language, 22(2), 307–324. https://doi.org/10.1017/S0305000900009806
Cummins, J. (1991). Interdependence of first- and second-language proficiency in bilingual children. In E. Bialystok (Ed.), Language processing in bilingual children (pp. 70–89). Cambridge University Press.
Foorman Β. and Siegel, Α. (1986), Acquisition of Reading Skills in Cultural Constraints and Cognitive Universals. Edited By. Barbara R. Foorman. Alexander W. Siegel. (Katz, L., & Frost, R. (1992).Orthography, Phonology, Morphology and Meaning Advances in Psychology
Volume 94, 1992, Pages 67-84
Gholamain, M., and Geva, E. (1999). Orthographic and Cognitive Factors in The Concurrent Development of Basic Reading Skills in English and Persian. Language Learning, 49, 183-217. http://dx.doi.org/10.1111/0023-8333.00087
Gómez, C. and Reason, R. (2002) Cross-linguistic transfer of phonological skills: a Malaysian perspective https://doi.org/10.1002/dys.195
Merbaum, C. (1998),The relationship between listening and reading comprehension in first grade English L1 and L2 students M.A. University of Toronto, 1998
Sparks, RL; Patton J., Murdoch, A. (2014) Reading and Writing Early reading success and its relationship to reading achievement and reading volume: Replication of '10 years later' , 2014 Springer
Sampson, G. (1985), A Linguistic Introduction https://www.amazon.com Writing-Systems-Linguistic
Κυρατζή, Ε. (1999),Phonological Assessment of First Grade children in Cyprus, Master Thesis submitted in 1999, University of Manchester
Κυρατζή, Ε. (2008), Reading Assessment of Bilingual English Greek and Bilingual Greek English children in two different contexts in England and in Cyprus Unpublished PhD Thesis University of Mancheste
Μαλτεζάκη, (2012), Διερεύνηση μαθησιακών δυσκολιών σε αλλοδαπούς http://hdl.handle.net/11615/14400 http://dx.doi.org/10.26253/heal.uth.4871
Σαμαρά, B. (2015) Η φωνολογική επίγνωση σε μεικτές γλωσσικά τάξεις του Νηπιαγωγείου https://www.researchgate.net/publication/341980699_E_phonologike_epignose_se_meiktes_glossika_taxeis_tou_Nepiagogeiou
Σκούρτου, Ε. (2016), Διγλωσσία και Διδασκαλία της Ελληνικής ως Δεύτερης Γλώσσας. ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΚΑΙ ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ. https://repository.kallipos.g
Πόρποδας, K. (2002), Η Ανάγνωση Εκπαίδευση, Εκδόσεις :Ελληνικά Γράμματα
*PhD in Bilingual Education, University of Manchester