Σεξουαλική Κακοποίηση Παιδιών: Το έγκλημα που πρέπει να το καταγγείλει η φωνή μας


 *ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΛΕΚΚΟΥ

Η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών που με τόση ένταση έρχεται αλλεπάλληλα στη δημοσιότητα, δεν είναι κάτι το καινοφανές. Δυστυχώς, πάντα συνέβαινε αλλά θεωρούνταν όνειδος για την οικογένεια του θύματος ή θεωρούνταν συνυπεύθυνο το παιδί με αποτέλεσμα να μην δημοσιοποιείται. Ευτυχώς τα πράγματα άλλαξαν ως ενός βαθμού όσον αφορά στην ενημέρωση του πληθυσμού αλλά και στην κοινοποίηση των περιστατικών. Αυτά όμως, ούτε ακόμα και αυτό το αυστηρό νομικό πλαίσιο, δεν έχουν αποτρέψει την συνέχιση της. Η κακοποίηση εξακολουθεί να μολύνει σώματα, να ακρωτηριάζει ψυχές και να δηλητηριάζει ζωές.

Πέρα από τη συχνότητα των περιστατικών προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία και ανασφάλεια σε όλους και όλες ο αριθμός των εμπλεκόμενων ατόμων. Ερχόμαστε αντιμέτωποι με οργανωμένα κυκλώματα ανθρώπων, προερχόμενων από διάφορα κοινωνικά στρώματα, από διάφορες οικογενειακές ή συμβιωτικές σχέσεις και από κατηγορίες διάφορων επαγγελματικών και οικογενειακών πλαισίων.

Το ίδιο συμβαίνει και με τις «δεξαμενές» των θυμάτων από τις οποίες τα πιο πάνω άτομα αντλούν τα θύματα, σε βάρος των οποίων θα εγκληματήσουν. Δεν έχουμε πλέον μόνο το συγκείμενο της διαλυμένης ή προβληματικής οικογένειας να αποτελεί το στόχο τους. Η πολύωρη απουσία των γονέων από το σπίτι, η αφοσίωσή τους σε ασχολίες στις οποίες το παιδί είναι παρίας, η ετεροβαρής επαγγελματική αφοσίωση, η παραμελητική συμπεριφορά εκούσια ή ακούσια, η υπερέκθεση παιδιών σε κάθε είδους ηλεκτρονικές πλατφόρμες και εφαρμογές, έχουν φέρει την ευαλωτότητα του παιδιού σε κάθε οικογενειακό πλαίσιο.

Τα παιδιά όμως πάντα δίνουν σήματα, όταν κάτι δεν πάει καλά. Οι γονείς πρέπει να τα διαβάσουν.

Ένα παιδί το οποίο έχει δεχτεί σεξουαλική κακοποίηση και δεν έχει αναπτύξει ακόμα την λεκτική του επικοινωνία, «μιλά» με το κλάμα και τα σημάδια στο σώμα του τα οποία δεν ταιριάζουν με τραυματισμούς ή με κάποια ασθένεια.

Τα μεγαλύτερα παιδιά μπορούν να μιλήσουν. Κι όταν μιλούν για σεξουαλική κακοποίηση δεν λένε ψέματα. Η αρχή της συζήτησης τα δυσκολεύει. Αυτό συμβαίνει γιατί ο/η θύτης κακοποιεί τα παιδιά και συναισθηματικά. Τα απειλεί, τα εκφοβίζει, τα κάνει να αισθάνονται υπαίτια ή συνένοχα για ό,τι τους συνέβη. Αν λάβουμε υπόψη ότι ο/η θύτης είναι τις περισσότερες φορές ένα άτομο από τον στενό ή ευρύ οικογενειακό κύκλο ή άτομο από το φιλικό περιβάλλον της οικογένειας ή πρόσωπο εμπιστοσύνης παιδιού και γονέων, είναι εύκολα αντιληπτό το πόσο δύσκολο του είναι να εκμυστηρευτεί τι του συμβαίνει.

Τα σημάδια που ακολουθούν δεν είναι τα μόνα αλλά και ούτε, εγγυημένα, αποτελούν ασφαλείς αποδείξεις κακοποίησης. Είναι όμως σημάδια τα οποία δεν μπούμε να αγνοήσουμε έστω κι αν κάποιες εικασίες μπορούν να φαντάζουν ασφαλείς δημιουργώντας μας την ανακουφιστική ψευδαίσθηση ότι είναι απλά ιδιοτροπίες του παιδιού.

Ένα κακοποιημένο σεξουαλικά παιδί μπορεί:

  • Να παρουσιάζει δυσκολίες στο βάδισμα ή στο κάθισμα καθώς και κνησμό ή πόνο στις ευαίσθητες περιοχές του σώματός του.
  • Να βάζει τα παιχνίδια του να πρωταγωνιστούν σε σεξουαλικά σενάρια.
  • Να έχει ασύμβατες με την ηλικία του σεξουαλικές γνώσεις.
  • Να χρησιμοποιεί ιδιαίτερο φρασεολόγιο για να αναφερθεί σε ιδιωτικά μέρη του σώματος.
  • Να εμφανίζει σεξουαλικές συμπεριφορές.
  • Να φοβάται να πάει σε συγκεκριμένους χώρους.
  • Να αλλάζει η συμπεριφορά του εντελώς όταν είναι στον ίδιο χώρο με συγκεκριμένο/α άτομο/α  (έντονο άγχος, εφίδρωση, τάσεις αδικαιολόγητης φυγής ή πλήρης παθητικότητα και συναισθηματική απόσυρση).
  • Να αποστασιοποιείται από τις παρέες των συνομηλίκων του.
  • Να παραμελεί την προσωπική του υγιεινή.
  • Να εμφανίζεται με δώρα των οποίων την προέλευση δεν μπορεί να δικαιολογήσει η όποια οικονομία μπορεί να κάνει κάποιο παιδί ή να αποφεύγει να μας πει πώς τα απέκτησε.
  • Να εμφανίσει τεράστιες μαθησιακές αποκλίσεις.
  • Κακή ποιότητα ύπνου (εφιάλτες, αϋπνίες κλπ.).
  • Να παλινδρομεί σε συνήθειες που δεν ταιριάζουν με την ηλικία του πια (πχ νυχτερινή ενούρηση)

Πολλοί γονείς μπορεί να αισθάνονται αβοήθητοι απέναντι σε έναν ενδεχόμενο κίνδυνο σεξουαλικής κακοποίησης. Δεν είναι όμως έτσι. Όπως προετοιμάζουμε τα παιδιά για να είναι έτοιμα για κάθε είδους πρόκληση έτσι μπορούμε να τα προετοιμάσουμε ενδυναμώνοντάς τα ώστε να αποφύγουν την σεξουαλική κακοποίηση αλλά κι αν πέσουν θύματα της να έχουν το θάρρος να μιλήσουν και να σταματήσει έγκαιρα. Μερικές σκέψεις που μπορούν να βοηθήσουν σε αυτό , χωρίς να αποτελούν συνταγολόγιο, είναι:

  • Όταν το μικρό παιδί μας τραβά, λέμε αποφασιστικά, αλλά όχι επιθετικά, «μη με τραβάς πονάω». Με αυτό τον τρόπο μαθαίνει ότι συγκεκριμένες κινήσεις δεν είναι επιθυμητές και να μην τις ανέχεται όταν συμβαίνουν.
  • Επιμένουμε από μικρή ηλικία να ρωτούν το παιδί μας αν θέλουν να το πάρουν αγκαλιά ή να το φιλήσουν διάφορα γνωστά άτομα. Του μαθαίνουμε ότι μπορεί να πει «όχι».
  • Ονομάζουμε σωστά τα ιδιωτικά μέρη του σώματος, ώστε να ξέρει ότι τα διάφορα υποκοριστικά που μπορεί να χρησιμοποιήσουν κάποια άτομα για να τα αγγίξουν δεν αναιρούν τη σημασία της πράξης.
  • Τονίζουμε τον κανόνα για τα ιδιωτικά μέρη που προστατεύει το εσώρουχο και το απαραβίαστο αυτής της ιδιωτικότητας. Επίσης επιμένουμε στο ότι δεν πρέπει κι αυτά να παραβούν αυτόν τον κανόνα έστω κι αν κάποιος/α ενήλικος/η προτρέψει αυτά να το κάνουν σε εκείνους/ες .
  • Μιλάμε ξεκάθαρα, όταν η ηλικία και η ανάπτυξη του παιδιού το επιτρέψουν, για την σεξουαλική δραστηριότητα και την συναίνεση χωρίς να δαιμονοποιούμε τον έρωτα.
  • Ελέγχουμε όσο το δυνατό πιο καλά την «διαδικτυακή» ζωή των παιδιών μας. Τονίζουμε ότι δεν πρέπει να μοιράζεται πληροφορίες για το πρόγραμμα ή τη ζωή του με οποιοδήποτε άγνωστο πρόσωπο συναντά διαδικτυακά αλλά και ότι δεν πρέπει να συναντά κάποιο πρόσωπο δια ζώσης με το οποίο έχουν συνομιλήσει σε κάποια εφαρμογή.
  • Εξηγούμε στο παιδί ότι κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να είναι ειλικρινής όταν η φιλία του και η τρυφερότητά του πρέπει να μείνουν κρυφές από τους γονείς του.
  • Είμαστε διαθέσιμοι να μιλήσουμε και να καθοδηγήσουμε. Δημιουργούμε τις κατάλληλες συνθήκες ώστε το παιδί να μιλάει για ό,τι το απασχολεί χωρίς να το τρομοκρατούμε με ερωτήσεις ή να είμαστε χειριστικοί για να ακούσουμε ό,τι εμείς θέλουμε. Τα παιδιά μιλούν όταν νιώσουν πως είμαστε πραγματικά διαθέσιμοι ως γονείς.

Πολλές φορές τα παιδιά μιλούν στο σχολείο, στους/στις εκπαιδευτικούς τους. Αυτό δεν είναι δείγμα ότι μας απορρίπτουν. Η ανάγκη του να μοιραστεί το παιδί το τραύμα του, δεν έχει υποχρεωτικό πλαίσιο. Ούτε είναι ντροπή για την οικογένεια ό,τι συνέβη στο παιδί και το έμαθαν κάποια πρόσωπα εκτός αυτής. Το σχολείο έχει όλες εκείνες τις παιδαγωγικές αλλά και νομικές συνθήκες και πόρους που μπορούν να ανακουφίσουν το παιδί κατά την αποκάλυψη και να στηρίξουν παιδιά και γονείς.

Ο πόνος, ο φόβος, το άγχος και το μακροχρόνιο τραύμα που προκαλείται στο παιδί - θύμα σεξουαλικής κακοποίησης είναι σε ασύλληπτα μεγέθη. Δεν ξέρουμε καν το χρόνο που θα χρειαστεί το παιδί να ξεπεράσει την κακοποίηση. Γι’ αυτό, αν το παιδί μας είναι θύμα, ξέροντας ότι δεν είναι δικό μας φταίξιμο ή του παιδιού, το στηρίζουμε, το ακούμε και ζητάμε βοήθεια από ειδικούς επιστήμονες. Το να είσαι θύμα δεν είναι ντροπή. Το άτομο που είναι θύτης έχει διαπράξει το έγκλημα. Όχι το παιδί ή οι γονείς του.

Ο πόνος ο δικός μας, οι ενοχές μας και η απόγνωσή μας, όταν ξεπηδήσουν, πρέπει κι εμείς να τα αποθέσουμε στα χέρια ειδικών. Αν είμαστε εμείς δυνατοί γονείς, μπορούμε να είμαστε το στήριγμα και το ήρεμο καταφύγιο για το κακοποιημένο παιδί.

Γονείς κι εκπαιδευτικοί μιλάμε, ενημερώνουμε, παρατηρούμε, συνδιαλεγόμαστε μεταξύ μας για το παιδί. Είμαστε εμείς που θα προστατέψουμε και θα στηρίξουμε το κάθε παιδί.

* Σχολικός Σύμβουλος Δημοτικής

 

 




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










707