Σχολική βία και παραβατικότητα: Υφιστάμενες πρακτικές και διαδικασίες για διαχείριση (2)


ΤΩΝ ΜΙΧΑΛΗ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ*, ΛΕΩΝΙΔΑ ΧΑΤΗΛΟΪΖΟΥ** ΚΑΙ ΑΝΤΡΕΑ ΘΕΟΔΩΡΟΥ*** 

Το παρόν άρθρο είναι το δεύτερο από μια σειρά από τρία άρθρα που σκοπό έχουν να αγγίξουν το θέμα της σχολικής βίας και παραβατικότητας. Το πρώτο άρθρο παρουσίασε το πρόβλημα και τις προεκτάσεις του στην εκπαίδευση. Σε επόμενο άρθρο θα παρατεθούν εισηγήσεις για αντιμετώπιση και άμβλυνση του προβλήματος.

Η βία και η παραβατικότητα, είναι προβλήματα που επηρεάζουν εκ βάθρων τους σκοπούς του σχολείου και της μάθησης. Κάτι τέτοιο αναλύθηκε ενδελεχώς σε προηγούμενο άρθρο, τεκμηριώνοντας το γεγονός πως το πρόβλημα στα σχολεία μας είναι υπαρκτό και χρήζει αντιμετώπισης, εδώ και τώρα! Είναι σαφές πως τα σχολεία ασφυκτιούν. Έχουν να διαχειριστούν πολλά και δύσκολα περιστατικά, με την Επίσημη Πλευρά να απουσιάζει, τη στήριξη να είναι ελλιπής και με χρονοβόρες διαδικασίες.

Ακόμα και με τα πενιχρά μέσα που έχουν στη διάθεσή τους τα σχολεία, υπάρχουν πράγματα που μπορούν να γίνουν και να αμβλύνουν κάπως το πρόβλημα. Ως γενική αρχή, πρέπει να είναι η ανάληψη των ευθυνών που αναλογούν στις αρμόδιες αρχές και η παροχή βοήθειας ή λύσεων, για αποφόρτιση. 

Ποια είναι αυτά τα βήματα σε επίπεδο πρόληψης:

  1. Ετοιμασία γενικού Κώδικα Καλής Συμπεριφοράς εκ μέρους του διδασκαλικού συλλόγου και αποστολή/κοινοποίησή του στους γονείς.
  2. Ετοιμασία ειδικού Κώδικα Καλής Συμπεριφοράς σε κάθε τμήμα.
  3. Σύσταση και ενεργοποίηση της Επιτροπής Αγωγής Υγείας και Πρόληψης της Παραβατικότητας με στόχο την ανάληψη πρωτοβουλιών και προληπτικών δράσεων μέσα στη σχολική μονάδα, για την έγκαιρη πρόληψη κοινωνικών/ συμπεριφορικών προβλημάτων και, ιδιαίτερα, του φαινομένου της παραβατικότητας. Π.χ.  «Καλές Πρακτικές Αγωγής Υγείας και Πρόληψης της Παραβατικότητας».
  4. Ετοιμασία «Σχεδίου Δράσης για θέματα Αγωγής Υγείας και Πρόληψης της Παραβατικότητας».

Σε περίπτωση που το σχολείο αντιμετωπίζει θέματα κρίσεων, (π.χ., είναι έντονα, αναπάντεχα, προκαλούν δυσλειτουργία στο σχολείο, θέτουν σε κίνδυνο τη σωματική ή/και την ψυχική υγεία των ατόμων που εμπλέκονται ή/και άλλων στο σχολείο),  τότε η Επιτροπή Αγωγής Υγείας και Πρόληψης της Παραβατικότητας λειτουργεί ως Ομάδα Διαχείρισης Κρίσεων. H Ο.Δ.Κ. συνεδριάζει και μπορεί να συνεργάζεται ή και να ζητά βοήθεια/στήριξη από:

  • Α. Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας. Η εκπαιδευτική ψυχολόγος μπορεί να επισκεφθεί το σχολείο και να εφαρμόσει παρεμβατικά προγράμματα στην τάξη ή και στο σχολείο, να συμβουλέψει εκπαιδευτικούς και Διεύθυνση, να επιμορφώσει κ.α.
  • Β. Ομάδα Διαχείρισης Κρίσεων του Υ.Π.Α.Ν. εάν το κρίνει αναγκαίο για καθοδήγηση και στήριξη.
  • Γ. Ομάδα Άμεσης Παρέμβασης (η ΟΑΠ δεν επιλαμβάνεται περιπτώσεων μαθητών/τριών, οι οποίοι/ες φοιτούν σε Ειδικές Μονάδες ή σε Ειδικά Σχολεία. Η ΟΑΠ ενδέχεται να παρέχει περιορισμένη στήριξη, εφόσον συντρέχουν σημαντικοί λόγοι, σε μαθητές/μαθήτριες οι οποίοι/ες στηρίζονται από τις Επαρχιακές Επιτροπές Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης (ΕΕΕΑΕ) και σε μαθητές/μαθήτριες που φοιτούν σε σχολεία τα οποία εφαρμόζουν το πρόγραμμα ΔΡΑ.Σ.Ε+.)

Με βάση τον Περί Στοιχειώδους εκπαίδευσης Νόμο και τους ανάλογους κανονισμούς η Ομαλή λειτουργία των σχολείων προνοεί παιδαγωγικά μέτρα πειθαρχίας. H πειθαρχία, αν και είναι αποτέλεσμα της παιδείας, αποτελεί προϋπόθεση για την προαγωγή του σχολικού έργου και της ενδεδειγμένης συμπεριφοράς των παιδιών και επιδιώκεται με την παιδαγωγική πειθώ.

Όταν το παιδί παραβιάζει έναν από τους κανόνες του Κώδικα Καλής Συμπεριφοράς, ο δάσκαλος, αφού εξαντλήσει όλα τα μέσα που στηρίζονται στην πειθώ, μπορεί να χρησιμοποιήσει πειθαρχικά μέτρα και κυρώσεις, ανάλογα με τις επιπτώσεις της συμπεριφοράς του παιδιού. Τα πειθαρχικά μέτρα είναι:

(i)   Παρατήρηση.

(ii)   Επίπληξη, η οποία μπορεί να είναι ιδιαιτέρως ή ενώπιον του κηδεμόνα: Νοείται ότι, σε περιπτώσεις όπου παρά τη λήψη των πιο πάνω μέτρων το παιδί συνεχίζει την παραβίαση κανόνα ή κανόνων του κώδικα καλής συμπεριφοράς παραπέμπεται στη διεύθυνση του σχολείου.

Στις περιπτώσεις που παρά τη λήψη των πιο πάνω μέτρων, το παιδί συνεχίζει να παρουσιάζει την ίδια συμπεριφορά, ο διδασκαλικός σύλλογος αναλαμβάνει την εξέταση της περίπτωσης. O διδασκαλικός σύλλογος, ανάλογα με τα πορίσματα της εξέτασης και τη σοβαρότητα της υπόθεσης, μπορεί να χρησιμοποιήσει τα ακόλουθα πειθαρχικά μέτρα:

(i)  Αποζημίωση για την προξενηθείσα υλική ζημιά,

(ii)   Υποχρεωτική προσφορά κοινωνικής εργασίας μέσα στο σχολείο, στα πλαίσια των συνηθισμένων δραστηριοτήτων που αναλαμβάνουν τα παιδιά,

(iii)  Στέρηση συμμετοχής σε ενδοσχολικές εκδηλώσεις και αθλοπαιδιές εντός του σχολείου καθώς και άλλες ενδοσχολικές δραστηριότητες για μία μόνο περίοδο από μία μέχρι τριάντα συνεχόμενες ημέρες μέσα στο ίδιο σχολικό έτος.

Σε πολύ σοβαρές περιπτώσεις, όπου παρά τη λήψη των πιο πάνω μέτρων το παιδί εξακολουθεί να παρουσιάζει την ίδια συμπεριφορά, ο διδασκαλικός σύλλογος συστήνει τριμελή ομάδα εξέτασης της περίπτωσης υπό την προεδρία του διευθυντή. H ομάδα αυτή μπορεί να είναι η Ομάδα Διαχείρισης Κρίσεων και αν το κρίνει σκόπιμο, μπορεί να ζητήσει τη βοήθεια του εκπαιδευτικού ψυχολόγου ή οποιουδήποτε άλλου ειδικού επιστήμονα ή κρατικού λειτουργού κρίνει αναγκαίο. Τα πορίσματα της εξέτασης παραπέμπονται στο διδασκαλικό σύλλογο, ο οποίος μπορεί να αποφασίσει αλλαγή τμήματος του παιδιού ή παραπομπή της υπόθεσης στον υπεύθυνο επιθεωρητή του Επαρχιακού Γραφείου Παιδείας για περαιτέρω εξέταση. Ο διδασκαλικός σύλλογος μπορεί να εισηγηθεί διάφορα μέτρα τα οποία κρίνει ότι θα μπορούσαν να βελτιώσουν ή και να λύσουν το πρόβλημα (π.χ. κατ΄ οίκον φοίτηση του παιδιού, μερική φοίτηση του παιδιού ή και φοίτηση του παιδιού σε ατομικό επίπεδο κ.α.). Κατά την εξέταση της υπόθεσης ο επιθεωρητής συνεργάζεται με εκπαιδευτικό ψυχολόγο της αρμόδιας υπηρεσίας. Μετά την ολοκλήρωση της εξέτασης, ο επιθεωρητής ενημερώνει το διευθυντή του σχολείου, καθώς και τον κηδεμόνα του μαθητή για τα συμπεράσματα και δίνει οδηγίες για την αντιμετώπιση της περίπτωσης. Ανάμεσα στα μέτρα που μπορούν να ληφθούν είναι η, με τεκμηριωμένη εισήγηση του επιθεωρητή προς το οικείο Επαρχιακό Γραφείο Παιδείας, αλλαγή σχολείου του μαθητή. Την τελική απόφαση λαμβάνει τριμελής επιτροπή που συστήνει το Επαρχιακό Γραφείο Παιδείας στην οποία συμμετέχει Εκπαιδευτικός Ψυχολόγος, ένας επιθεωρητής και προεδρεύει ο οικείος Πρώτος Λειτουργός Εκπαίδευσης: Νοείται ότι σε περίπτωση παιδιού που εμπίπτει στις πρόνοιες του περί Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης Νόμου, την τελική απόφαση λαμβάνει η Επαρχιακή Επιτροπή Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης.

Η πρόληψη και αντιμετώπιση της σχολικής βίας και παραβατικότητας αποτελεί σημαντικό μέρος της αποστολής ενός σχολείου. Ορθά προγράμματα πρόληψης αλλά και ουσιαστική παρέμβαση για την αντιμετώπιση της βίας και παραβατικότητας στο σχολείο μπορούν να:

  1. Μειώσουν δυσάρεστες καταστάσεις στο σχολείο και να βελτιώσουν το σχολικό κλίμα.
  2. Αποτρέψουν πιθανούς κινδύνους που άπτονται της ασφάλειας και υγείας παιδιών και προσωπικού.
  3. Μειώσουν αγχωτικές καταστάσεις, αχρείαστες συγκρούσεις και απώλεια διδακτικού χρόνου.
  4. Βελτιώσουν τη μαθησιακή διαδικασία και να μεγιστοποιήσουν τα μαθησιακά αποτελέσματα.
  5. Επηρεάσουν θετικά την ποιότητα ζωής εκπαιδευτικών και μαθητών.

*Οργανωτικός Γραμματέας ΠΟΕΔ, Γενικός Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ

*Μέλος ΔΣ ΠΟΕΔ, Οργανωτικός Γραμματέας Α.Κί.ΔΑ

*Γενικός Αντιπρόσωπος ΠΟΕΔ, Αντιπρόεδρος Α.Κί.ΔΑ

 




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










1474