ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ*
Τις τελευταίες μέρες όλη η κυπριακή κοινωνία παρακολουθεί με αποτροπιασμό όλα όσα συμβαίνουν στην πατρίδα μας. Ρατσιστικές επιθέσεις σε αθώους πολίτες, καταστροφές περιουσιών, ρατσιστικά σχόλια στα διάφορα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, καλλιέργεια μίσους και ξενοφοβίας και τόσα άλλα που δημιουργούν ένα εκρηκτικό κλίμα, που θυμίζουν τα γεγονότα της «Νύκτας των Κρυστάλλων», τον Νοέμβριο του 1938. Για να φτάσουμε στα τελευταία γεγονότα, δομήθηκε όλα αυτά τα χρόνια ένας Λόγος έντονα ιδεολογικά φορτισμένος, ο οποίος κατασκεύαζε και κατασκευάζει άνισες κοινωνικές σχέσεις ανάμεσα στο «Εμείς» και οι «Άλλοι». Δημιούργησε μια εικόνα του ακατάλληλου «Άλλου», ο οποίος θέλει να μας καταστρέψει, ο οποίος θα αλλοιώσει την ελληνική μας ιστορία και απειλεί τα ιερά και τα όσια της φυλής μας.
Σε μια περίοδο που η Κύπρος βιώνει σημαντικές οικονομικές ανακατατάξεις, όπως τη φτωχοποίηση μεγάλου μέρους του πληθυσμού, τη διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και την παγίωση νέων κοινωνικών δεδομένων, ως αποτέλεσμα της ανόδου εθνικιστικών και ρατσιστικών φωνών, η απάντηση της Πολιτείας πρέπει να είναι μέσω της Παιδείας. Η απάντηση, φυσικά, δεν πρέπει να υλοποιείται απλά με κάποιες μεμονωμένες δράσεις στο πλαίσιο της Αντιρατσιστικής Εκπαίδευσης. Η απάντηση θα πρέπει να είναι μέσα από την αλλαγή φιλοσοφίας όλου του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Η δημιουργία αυριανών πολιτών η οποίοι θα σέβονται τον «Άλλο» θα πρέπει να διαπνέει όλο το εκπαιδευτικό σύστημα. Ένα εκπαιδευτικό σύστημα που θα έχει ως βασικό στόχο να δημιουργήσει κριτικά εγγράμματα άτομα, τα οποία να κατανοούν και να κρίνουν πώς τα διάφορα κείμενα δομούν εκφάνσεις του Ρατσιστικού Λόγου. Ένα εκπαιδευτικό σύστημα που να διαπνέεται από τον σεβασμό, την ισονομία, τη συλλογικότητα, την κοινωνική δικαιοσύνη, την ευαισθητοποίηση σε διάφορα προβλήματα και την ικανότητα άρθρωσης λόγου για δικαιότερη και δημοκρατικότερη κοινωνία.
Σε όλη αυτή τη διαδικασία σημαντικός είναι και ο ρόλος όλων εμάς των εκπαιδευτικών. Ένας ρόλος που δε θα μας θέλει ως απλούς εκτελεστές γενικών προσταγμάτων, αλλά ως διανοούμενους που μπορούμε τόσο να διαβάσουμε, να κατανοήσουμε και να κρίνουμε τον Ρατσιστικό Λόγο όσο και να αναστοχαστούμε στο αν οι δικές μας παιδαγωγικές πρακτικές αναπαράγουν κοινωνικές ανισότητες και δομούν Ρατσιστικό Λόγο. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει και ο Paulo Freire, η δουλειά μας δεν τελειώνει στη διδασκαλία των μαθηματικών, της γεωγραφίας, του συντακτικού, της ιστορίας. Η δουλειά μας είναι να διδάξουμε αυτά τα πράγματα με σοβαρότητα και επιδεξιότητα, αλλά και να συμμετέχουμε και να αφιερωθούμε στον αγώνα για να νικηθεί η κοινωνική αδικία.
Στόχος όλων εμάς των εκπαιδευτικών πρέπει να είναι η ανάληψη κοινωνικής δράσης. Δεν μπορούμε να μένουμε απαθείς. Ας μιλήσουμε για το «Εμείς» και για τον «Άλλο». Δεν μπορούμε να μην παίρνουμε θέση και να βλέπουμε να βγαίνουν από τα σχολεία μας άτομα τα οποία δομούν Ρατσιστικό Λόγο, να καταστρέφουν περιουσίες και να κτυπούν αθώους πολίτες. Δεν μπορούμε να μην παίρνουμε θέση, στο επιχείρημα ότι θα αλλοιωθεί η ελληνικότητά μας. Δε συμπεριφέρονταν με αυτό τον τρόπο οι αρχαίου Έλληνες στον «Άλλο». Δεν μπορούμε να μην παίρνουμε θέση, στο επιχείρημα ότι θα αλλοιωθεί η θρησκεία μας. Ο ίδιος ο Ιησούς ήταν πρόσφυγας, για να σωθεί από τη μανία του Ηρώδη. Δεν μπορεί κάποιος να ισχυρίζεται ότι πιστεύει στον Χριστό και το Ευαγγέλιό Του και να μην αγωνίζεται για την κοινωνική δικαιοσύνη, να μην αγωνίζεται για τον αδύνατο και τον φτωχό, να μην αγωνίζεται για μια δικαιότερη κοινωνία, πολεμώντας την πείνα και την καταπίεση.
Συνεπώς, χρειαζόμαστε άμεσα νέα πνοή, ένα εκπαιδευτικό σύστημα στο οποίο οι αυριανοί πολίτες θα αγωνίζονται για τη δικαιοσύνη και θα αρθρώνουν λόγο για μια δικαιότερη και δημοκρατικότερη κοινωνία, χωρίς αποκλεισμούς.
*Πρόεδρος Προοδευτικής Κίνησης Δασκάλων και Νηπιαγωγών