ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ*
Ζούμε σε ένα κοινωνικό πλαίσιο που συνεχώς μεταβάλλεται και εξελίσσεται, ώστε να μπορέσει να περικλείσει την ποικιλομορφία που παρατηρείται στη σύσταση του πληθυσμού (Κοκκονός, 2010). Σημαντικό ρόλο στην επίτευξη των αλλαγών αυτών, διαδραματίζει η εκπαίδευση, καθώς είναι στενά συνδεδεμένη με την κοινωνικοοικονομική, επιστημολογική και πολιτισμική πρόοδο στο παγκόσμιο κοινωνικό στερέωμα (Bakhtiari & Shajar, 2006). Σύμφωνα με τον Goleman, (1995) με τη θεωρία της συναισθηματικής νοημοσύνης και τη θεωρία του Gardner, (1993) για τους πολλαπλούς τύπους νοημοσύνης, είναι αναγκαία μια εκπαιδευτική διαδικασία που προάγει, τόσο τις συναισθηματικές όσο και τις κοινωνικές δεξιότητες του ατόμου, από πολύ νεαρή ηλικία.
Στη βάση αυτών των δεδομένων, κρίνεται απαραίτητη μια παιδαγωγική προσέγγιση που στοχεύει στο σεβασμό του πολιτισμικού πλουραλισμού που υπάρχει μέσα στις αίθουσες διδασκαλίας. Η δραματική τέχνη στην εκπαίδευση, μέσα από την εφαρμογή διαφόρων τεχνικών, δίνει τη δυνατότητα στο παιδί, να κατανοήσει τον εαυτό του και τους γύρω του, προωθώντας την ολόπλευρη ανάπτυξη του ως άτομο, αποτελώντας κομμάτι του κοινωνικού συνόλου (Αυδή & Χατζηγεωργίου, 2007). Τα παιδιά μέσα από τη δραματική τέχνη στην εκπαίδευση αλληλεπιδρούν και εμπλέκονται σε δραστηριότητες που αφορούν το κοινωνικό τους περιβάλλον (Dogru, 2015). Ο Belliveau, (2005) αναφέρει ότι χρησιμοποιώντας τη δραματική τέχνη, για την καταπολέμηση του σχολικού εκφοβισμού, επήλθε αλλαγή προς το καλύτερο, όσον αφορά τη συνεργασία ανάμεσα στα παιδιά. Ακολούθως, οι Jindal-Snape, Vettraino, Lowson και McDuff, (2011), διαπίστωσαν ότι οι τεχνικές του δράματος, βοήθησαν τα παιδιά στην καλύτερη διαχείριση των κοινωνικοσυναισθηματικών τους προβλημάτων, τα οποία επήλθαν από τη μετάβαση των παιδιών από το δημοτικό σχολείο στο γυμνάσιο. Στην έρευνα της Κοντογιάννη (2012), πραγματοποιείται ένα πρόγραμμα στη βάση της δραματικής τέχνης στην εκπαίδευση σε παιδιά με ειδικές ικανότητες, όπου αναφέρονται τα ευεργετικά αποτελέσματα που είχαν για τα παιδιά αυτά, οι δράσεις της σε κοινωνικό επίπεδο, αποδεικνύοντας τη θετικότητα τους σ’ αυτήν την κατηγορία παιδιών.
Η δραματική τέχνη στην εκπαίδευση χρησιμοποιεί πάρα πολύ τα παραμύθια. Τα παραμύθια και οι λαϊκές ιστορίες είναι χρήσιμα σε θεατρικές συναντήσεις για παιδιά και ενήλικες, καθώς παρέχουν ένα κοινό σημείο αναφοράς και περιέχουν παγκόσμιους χαρακτήρες και θέματα. Προσφέρουν μια ευκαιρία για ανάπτυξη νέας εργασίας χρησιμοποιώντας μια οικεία δομή. Οι ιστορίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν με διάφορους τρόπους για να οδηγήσουν σε δοκιμασμένες παραστάσεις, αυτοσχεδιασμούς, προφορική αφήγηση. Οι ομάδες μπορεί να θέλουν να παραμείνουν πιστές στην ιστορία ή απλώς να τη χρησιμοποιήσουν ως σημείο εκκίνησης (Farmer, n.d.). Κατά τη διάρκεια της εφαρμογής της δραματικής τέχνης, μέσα από τη χρήση των στοιχείων του δράματος (ρόλος, δραματική ένταση, εστίαση, χώρος, χρόνος, λόγος και κίνηση, ατμόσφαιρα, σύμβολα, νόημα), δημιουργείται ένας φανταστικός κόσμος ο οποίος περιλαμβάνει όψεις του πραγματικού. Δικαίως το παραμύθι αποτελεί μέρος της δραματικής τέχνης, εφόσον μέσα από το παραμύθι οδηγούμαστε σε ένα φανταστικό κόσμο, όπου ταυτιζόμαστε με τους ήρωες, τους επεξεργαζόμαστε, διαφωνούμε μαζί τους, αναπτύσσουμε κριτική σκέψη, βρίσκουμε λύσεις σε προβλήματα (Barton & Booth, 1990). Τα παραμύθια είναι ένα πολύ ισχυρό μέσο για να επεξεργαστεί ο εκπαιδευτικός θέματα όπως ο σχολικός εκφοβισμός, οι αξίες ζωής, η ενσυναίσθηση, η αγάπη, η φιλία, ο σεβασμός κ. λ. π. Αποφασίζοντας ο εκπαιδευτικός τη θεματική της δραματικής τέχνης ανάλογα με το τι έχει ανάγκη η τάξη του, επιλέγει το παραμύθι που θα τον βοηθήσει και το επεξεργάζεται μέσα από τη δραματική τέχνη, προσαρμόζοντας τις τεχνικές που θα χρησιμοποιήσει στο ηλικιακό και γνωστικό επίπεδο των μαθητών του.
Γενικότερα, τα παραμύθια παρέχουν ψυχική βοήθεια στα παιδιά και τους ενήλικες, αφού έχουν την ευκαιρία να αντιληφθούν τα αρνητικά συναισθήματα και τις παρορμήσεις που δεν έχουν λογική και τα βιώνουν όλοι οι άνθρωποι. Επιπρόσθετα, μπορούν να δουν τις καταστάσεις που συμβαίνουν, από διαφορετική οπτική γωνιά, να τις μελετήσουν ολόπλευρα, προβάλλοντας όλα τα πιθανά συναισθήματα που μπορεί να τους προκαλέσουν. Παράλληλα, τα άτομα εντοπίζουν προβλήματα, τραύματα, που προκύπτουν στη ζωή τους και προτείνουν ποικίλες λύσεις βοηθώντας τα να υπερβούν τις δυσκολίες αυτές. Ταυτόχρονα συνειδητοποιούν την ύπαρξη αντιφατικών συναισθημάτων τα οποία προκύπτουν για την ίδια προβληματική συνθήκη (Farmer, n.d.).
Καταλήγοντας, η δραματική τέχνη στην εκπαίδευση δίνει τη δυνατότητα στα παιδιά να αντιληφθούν και να καταλάβουν τα συναισθήματα, τις αξίες και τα πιστεύω τους, αφού μέσα από τις τεχνικές της, εξετάζουν, επεξεργάζονται γεγονότα, κατανοούν τα συναισθήματα των άλλων και είναι σε θέση να αισθανθούν και να εξερευνήσουν τα συναισθήματα ενός χαρακτήρα, όπως αυτά προβάλλονται μέσα από το ρόλο του. Τα παιδιά κατά τη διάρκεια των δραματικών συμβάσεων, δημιουργούν ρόλους, ενεργούν σαν κάποιοι άλλοι και εκφράζονται με βάση τα δικά τους προσωπικά συναισθηματικά βιώματα ή πλάθοντας εκ νέου συναισθηματικές καταστάσεις (Galazka, 2016). Με αυτόν τον τρόπο, είτε ως παρατηρητές, είτε ως ενεργοί συμμέτοχοι σε ένα ρόλο-χαρακτήρα με υψηλό βαθμό συναισθηματικής νοημοσύνης, γίνονται γνώστες νέων τρόπων ενέργειας και λεκτικής ανταπόκρισης σε συνθήκες με συναισθηματική φόρτιση, ώστε να ανακαλύπτουν ποιά είναι η επίδραση των ενεργειών αυτών, τόσο στον «εαυτό», όσο και στον «άλλο». Το Δράμα, προσδίδει ασφάλεια στο κάθε παιδί που αλληλεπιδρά μέσα από τις τεχνικές της δραματική τέχνης, στο ντροπαλό, στο διστακτικό, στο φοβισμένο κ. λ. π. παιδί, δίνοντας του τη δυνατότητα να εκφράσει τα βαθύτερα συναισθήματα του, να τους δώσει φωνή, να τα επεξεργαστεί, να τα κατευθύνει, ώστε να μπορέσει να διαχειριστεί ακόμη και συναισθήματα προερχόμενα από προβληματικές καταστάσεις και να τα αντιμετωπίσει εξ’ ολοκλήρου (Neelands, 2002).
Bibliography
GreekBibliography
Αυδή, Α. & Χατζηγεωργίου, Μ. (2007). Η τέχνη του δράματος στην εκπαίδευση. Αθήνα: Μεταίχμιο.
Κοκκονός, Α. (2010). Για την εκπαίδευση του κοσμοπολίτη: Οι περιπτώσεις Tagore και Nussbaum και ο παγκοσμιοποιημένος εαυτός. Επιστημονικό Βήμα, 14, 263-272.
Κοντογιάννη, Α. (2012). Η δραματική τέχνη στην εκπαίδευση. Αθήνα: Πεδίο
*Νηπιαγωγός, Α’ Νηπιαγωγείο Κολοσσίου-Αποστόλου Λουκά