Γλωσσική ανάπτυξη παιδιών με μεταναστευτική βιογραφία στην Ελληνική


ΤΗΣ ΔΡΟΣ ΕΛΕΝΗΣ ΚΥΡΑΤΖΗ*

Σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο, μεγάλα κύματα μεταναστών μετακινούνται από το ένα γεωγραφικό σημείο του πλανήτη στο άλλο. Η όλη διαδικασία προκαλεί αλλαγές τόσο σε ατομικό , όσο σε κοινωνικό επίπεδο. Θα λέγαμε ότι πολλοί και διαφορετικοί παράγοντες επιδρούν στην λειτουργική προσαρμογή των μεταναστών. Μεταξύ άλλων παραγόντων, ιδιαίτερα σημαντική είναι η γνώση της κυρίαρχης γλώσσας του περιβάλλοντος, μέσα στο οποίο βρίσκονται οι μετανάστες. Ως εκ τούτου, η αγωγή των παιδιών με μεταναστευτική βιογραφία διαδραματίζει σημαντικότατο ρόλο στη λειτουργική προσαρμογή των παιδιών στο χώρο μετανάστευσης/εγκατάστασης.

Μερικοί από αυτούς τους παράγοντες έχουν παρουσιαστεί σε έρευνα που υποβλήθηκε στα πλαίσια  Διδακτορικού για τη Γλωσσική ανάπτυξη των Δίγλωσσων παιδιών στο Πανεπιστήμιο του Manchester (Κυρατζή, E., 2008). Η έρευνα μελέτησε την αναγνωστική ανάπτυξη των Δίγλωσσων Ελληνόφωνων Αγγλόφωνων και Μονόγλωσσων Ελληνόφωνων/Αγγλόφωνων σε συνάφεια με την τυπική εκπαίδευση, το γλωσσικό περιβάλλον, την/τις γλωσσική/γλωσσικές προτιμήσεις καθώς και τις ιδιαίτερες γνωστικές ικανότητες. Επιπρόσθετα, η έρευνα κατέδειξε ως σημαντικό  το ρόλο της ορθογραφίας (ρηχή, βαθειά) των γλωσσών του παιδιού.

Βιβλιογραφία

Η ορθογραφική επίγνωση των μαθητών έχει συνδεθεί σε διάφορες μελέτες τόσο με τη φωνολογική, όσο και με τη  μορφολογική επίγνωση.  (Bryant, Nunes and Bindman 2000, Nunes, Bryant and Olsson 2003, Kαρατζάς 2005, Lehtonen and Bryant 2005, Ζυγούρη and Αϊδίνης 2010· Diakogiorgi and Tassiopoulou 2011). Ειδικότερα, αναφέρεται ότι η ανάπτυξη του γλωσσικού συστήματος εξαρτάται από το ποιο είναι το είδος του ορθογραφικού συστήματος κάθε γλώσσας και ποια είναι η διαφάνειά του αναφορικά με τη δομή του προφορικού λόγου που αναπαριστά. Ειδικότερα, σε σχέση με τα αλφαβητικά συστήματα γραφής (π.χ. της ελληνικής, της αγγλικής, της ιταλικής κ.ά.), ένα ορθογραφικό σύστημα μπορεί να χαρακτηριστεί ως συμμετρικά ή ασύμμετρα διαφανές. Τα συμμετρικά διαφανή ορθογραφικά συστήματα (π.χ. ιταλικά) είναι ρηχά τόσο για την ανάγνωση όσο και για την ορθογραφημένη γραφή. Τα ασύμμετρα διαφανή ορθογραφικά συστήματα(π.χ. Γαλλικά, Ελληνικά), είναι ρηχά στην ανάγνωση ενώ θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν βαθιά στην ορθογραφημένη γραφή. 

Υπάρχουν επίσης και συμμετρικά αδιαφανή ορθογραφικά συστήματα ( π.χ. αγγλικά) που είναι βαθιά τόσο στην ανάγνωση όσο και στην ορθογραφία. Όπως αναφέρει ο Πόρποδας (2002, σελ.113-114) έχει διατυπωθεί από τους Katz και Frost (1992) η υπόθεση του ορθογραφικού βάθους (orthographic depth hypothesis), οι οποίοι προτείνουν ότι τα ρηχά ορθογραφικά συστήματα βασίζονται περισσότερο στη φωνολογία, ενώ τα βαθιά ορθογραφικά συστήματα βασίζονται περισσότερο στη μορφολογία.

Στις γλώσσες με ορθογραφικά συστήματα τα παιδιά διδάσκονται συνήθως τις βασικές γραφοφωνημικές αντιστοιχίες (Tsesmeli and Seymour,  2009). Η επαφή με το γραπτό λόγο ενισχύει τη φωνολογική ενημερότητα, που με τη σειρά της επιδρά στην αναγνωστική ανάπτυξη. Η γνώση του γραφοφωνημικού συστήματος υποβοηθεί πάρα πολύ γλώσσες με ρηχή ορθογραφία, όπως η Ελληνική. Οι έρευνες με μαθητές που έχουν ως πρώτη γλώσσα μια γλώσσα με βαθιά ορθογραφία καταδεικνύουν ότι οι μαθητές μαθαίνουν ευκολότερα την αποκωδικοποίηση στα

ελληνικά. Η φωνολογική επομένως ενημερότητα ενισχύεται από την ελληνική σε αντίθεση με τη μορφοσυντακτική ενημερότητα, η οποία φαίνεται να αναπτύσσεται σε κατοπινό στάδιο.  Με δεδομένη την πιο πάνω διατύπωση, η ελληνική γλώσσα είναι ευκολότερη για αποκωδικοποίηση, με κάποιες δυσκολίες όσον αφορά τη δομή, που κατακτάται πλήρως αργότερα.

Η ανάγκη για άμβλυνση της γλωσσικής δυσκολίας της δεύτερης γλώσσας καθώς και η επίδραση της πρώτης γλώσσας στην εκμάθηση της δεύτερης έχει αναλυθεί εκτενώς από τον Cummins (1982). O  Cummins (ibid), υποστήριξε ότι όταν το παιδί αναπτύξει ένα επαρκές γλωσσικό υπόβαθρο στην πρώτη γλώσσα, τότε αυτό το υπόβαθρο θα τον βοηθήσει να αναπτύξει τη δεύτερη γλώσσα (threshold theory). Το φαινόμενο της μεταφοράς δεξιοτήτων από την πρώτη γλώσσα στη δεύτερη, ονομάζεται μεταφορά (transfer) .

Έρευνα και πορίσματα

Συγκριτικές μελέτες μεταξύ των γλωσσών έχουν εγείρει κάποια ζητήματα, που σχετίζονται με την επίδραση της ορθογραφίας κάθε γλώσσας στην ανάπτυξη της φωνολογικής ενημερότητας και με τη διαδικασία εκμάθησης της ανάγνωσης. Τα δεδομένα των ερευνών καταδεικνύουν ότι η φωνολογική ενημερότητα είναι ιδιαίτερα σημαντική για την αναγνωστική ανάπτυξη. αναφέρονται σε τύπους που χρησιμοποιούνται από τα παιδιά στη διαδικασία της φωνολογικής ενημερότητας και στο ρόλο των οδηγιών ανάγνωσης που δίνονται στον αρχάριο αναγνώστη. Επίσης αναφέρονται στον τύπο κατάτμησης που προτιμούν τα παιδιά όσον αφορά στο φωνολογικό σύστημα της δικής τους γλώσσας. Αυτή η έρευνα ασχολείται με δύο διαφορετικά ορθογραφικά και φωνολογικά συστήματα (Ελληνικό και Αγγλικό).

Η επίδοση των δίγλωσσων παιδιών σ’ αυτή την έρευνα καθορίστηκε από κάποιες παραμέτρους: την αναπτυξιακή πρόοδο των παιδιών, τη χρήση δύο αλφάβητων, τη χρήση δύο φωνολογικών συστημάτων, τη μεταξύ τους αλληλεπίδραση και τέλος, το διαφορετικό εκπαιδευτικό και γλωσσικό τους περιβάλλον. Η μεθοδολογία της  έρευνας χρησιμοποιεί την πολλαπλή μορφή περιπτωσιακής μελέτης (multiple case study) και είναι ένα μικτό πειραματικό σχέδιο, επειδή χρησιμοποιήθηκαν τόσο πειραματικές όσο και μη πειραματικές μέθοδοι συλλογής δεδομένων, συλλέχθηκαν ποιοτικά και ποσοτικά δεδομένα και πραγματοποιήθηκε τόσο στατιστική όσο και ερμηνευτική ανάλυση.

Στα πλαίσια αυτής της μελέτης διεξήχθη μια ημιδομημένη συνέντευξη. Τα δίγλωσσα παιδιά ρωτήθηκαν για τη γλώσσα ή τις γλώσσες που συνήθιζαν να χρησιμοποιούν με τους δασκάλους και τους συνομήλικούς τους.

Δοκιμασίες αναγνωστικής ετοιμότητας

Η πρώτη δοκιμασία αναγνωστικής ετοιμότητας, που χρησιμοποιήθηκε σε αυτή την έρευνα, ήταν μια δοκιμασία αναγνώρισης του ήχου ενός γράμματος. Στη δοκιμασία αυτή ζητούνταν από το παιδί να αναγνωρίσει ήχους απομονωμένων γραμμάτων. Η δοκιμασία αυτή εξέταζε τη γνώση των κατάλληλων αντιστοιχιών γράμματος και ήχου, απομονωμένων από κάθε πλαίσιο. Τα παιδιά εξετάστηκαν προφορικά και οι απαντήσεις τους μαγνητοφωνήθηκαν.

Η δεύτερη δοκιμασία ήταν μια προσαρμογή της δοκιμασίας των πρωτολέξεων, που χρησιμοποιήθηκε από τους Ehri και Robbins (1992) για την αξιολόγηση του πρωϊμότερου σταδίου ανάγνωσης λέξεων. ¢Έτσι ερευνήθηκε όχι μόνο η ικανότητα των παιδιών να διαβάζουν καινούριες λέξεις αλλά και η ικανότητά τους να διαβάζουν γνωστές λέξεις.

Η τελευταία δοκιμασία, που χρησιμοποιήθηκε σε αυτή την έρευνα, ζητούσε από τα υποκείμενα να αντιστοιχίσουν λέξεις σε εικόνες και αντιπροσώπευε μια διαφορετική διαδικασία ανάγνωσης λέξεων : Το νόημα μιας εικόνας έπρεπε να ανακληθεί από τη μνήμη και να αντιστοιχηθεί στον κατάλληλο γραφημικό τύπο, στο κατάλληλο γράμμα.

   Δοκιμασίες φωνολογικής ενημερότητας

Χειρισμός της έναρξης και της ομοιοκαταληξίας της λέξης : Οι δοκιμασίες ομοιοκαταληξίας και αντιστοίχισης και η μελέτη της ομοιοκαταληξίας και της παρήχησης χαρακτηρίζονται ως δοκιμασίες που αξιολογούν μια δεξιότητα που αποκτάται πολύ πιο νωρίς από το πρώτο στάδιο της διαδικασίας εκμάθησης της ανάγνωσης. Τα παιδιά, στα οποία χορηγήθηκαν αυτές οι δοκιμασίες, έπρεπε να αντιστοιχίσουν είτε το αρχικό είτε το τελικό μέρος (εύρεση ομοιοκαταληξίας) των λέξεων.

Χειρισμός των φωνημάτων : Τρεις διαφορετικές δοκιμασίες φωνολογικής ενημερότητας επιλέχθηκαν για τη διερεύνηση του χειρισμού των φωνημάτων της Ελληνικής και της Αγγλικής γλώσσας : η δοκιμασία της απομόνωσης, η δοκιμασία της απαλοιφής και η δοκιμασία της κατάτμησης. Όλες αυτές οι δοκιμασίες εξετάζουν το χειρισμό είτε ενός ήχου σε απομόνωση είτε ενός ήχου σε μια σειρά φωνημάτων.

Αποτελέσματα /Εισηγήσεις

  Τα δίγλωσσα παιδιά που συμμετείχαν σ’ αυτή την έρευνα χρησιμοποιούσαν δύο διαφορετικά συστήματα γραφής και ανάγνωσης. Τα συστήματα περιέχουν δύο διαφορετικά αλφάβητα (το Ελληνικό έναντι του Λατινικού), διαφορετικά φωνήματα καθώς επίσης και διαφορετικούς κανόνες αντιστοίχισης των γραμμάτων (γραφημάτων) και των ήχων (φωνημάτων).

Ειδικότερα, οι απαντήσεις των παιδιών έδειξαν ότι χρησιμοποιούνταν διαφορετικές γνωστικές λειτουργίες στη διαδικασία εκμάθησης της ανάγνωσης δύο γλωσσών. ¢Οσον αφορά στην Ελληνική γλώσσα προηγείται η οπτική ανάλυση της λέξης και ακολουθεί το σύστημα μετατροπής γραφήματος-φωνήματος. Από την άλλη, στην Αγγλική γλώσσα, τα παιδιά προτιμούν να ταιριάζουν τα ερεθίσματα με τις λέξεις χρησιμοποιώντας το σύστημα οπτική ανάλυσης.  Αυτό δεικνύει μια ένδειξη του ολιστικού τρόπου ανάγνωσης καινούριων λέξεων της Αγγλικής γλώσσας. Η διδασκαλία της Ελληνικής και της Αγγλικής γλώσσας φαίνεται ότι απαιτεί διαφορετικούς τρόπους ανάγνωσης των λέξεων στις δύο γλώσσες. Αναγνωρίστηκαν διαφορετικοί τρόποι ανάγνωσης της Ελληνικής και της Αγγλικής γλώσσας και οι δύο χρησιμοποιούνται από τα παιδιά.

Παρά το γεγονός ότι η προσέγγιση στην ανάγνωση είναι σημαντική, οι απαντήσεις των παιδιών έδειξαν ότι μια άλλη παράμετρος είναι ακόμα πιο σημαντική στη διαδικασία εκμάθησης της ανάγνωσης από δίγλωσσα άτομα που χρησιμοποιούν την Ελληνική και την Αγγλική γλώσσα. Τα ευρήματα της έρευνας έδειξαν ότι υπήρχε μια διαρκής αλληλεπίδραση μεταξύ αυτών των δύο συστημάτων, του ελληνκού και του αγγλικού. Η περαιτέρω διερεύνηση του τρόπου αλληλεπίδρασης και των γλωσσικών δομών θα βοηθούσε περισσότερο στη διδασκαλία και στην εκμάθηση της ελληνικής γενικότερα σε δίγλωσσους πληθυσμούς.

Σ’ αυτή την έρευνα αναλύθηκε επίσης η φωνολογική ενημερότητα των δίγλωσσων παιδιών, που μιλούν Ελληνικά και Αγγλικά. Η χρήση διαφορετικών δοκιμασιών, που απαιτούν διαφορετικές γλωσσικές διαδικασίες, ρίχνει κάποιο φως στον τρόπο χειρισμού των ήχων και των δύο γλωσσών από τα παιδιά. Βρέθηκε ότι παρά το γεγονός ότι σε αυτά τα παιδιά η Αγγλική γλώσσα και οι φωνολογικές της διαδικασίες ήταν περισσότερο ανεπτυγμένα από την Ελληνική γλώσσα και τις δικές της φωνολογικές διαδικασίες, τα παιδιά φαίνονταν ότι είχαν επηρεαστεί από το Ελληνικό γλωσσικό σύστημα. Ένα ρηχό ορθογραφικά σύστημα όπως το ελληνικό υποβοηθεί την ανάπτυξη της φωνολογικής ενημερότητας σε ένα πιο βαθύ ορθογραφικά αγγλικό γλωσσικό  σύστημα.

Βιβλιογραφία

Bryant, P., Nunes, T., & Bindman, M. (2000). The relations between children's linguistic awareness and spelling: The case of the apostrophe. Reading and Writing: An Interdisciplinary Journal, 12(3-4), 253–276. https://doi.org/10.1023/A:1008152501105

Nunes, T., Bryant, P., & Olsson, J. (2003). Learning morphological and phonological spelling rules: An intervention study. Scientific Studies of Reading, 7(3), 289–307. https://doi.org/10.1207/S1532799XSSR0703_6

Cummins, J. (1978). Bilingualism and the development of metalinguisitc awareness. Journal of Cross-Cultural Psychology, 9 (2), 131-149.

Cummins, J. (1979). Linguistic interdependence and the development of metalinguistic awareness. Review of Educational Research, 49, 222-251.

Cummins, J. (1986). Bilingualism in education : aspects of theory, research and practice. London : Longman, 1986.

Diaz, R. M. (1985). Bilingual cognitive development: Addressing three gaps on current research.  Child Development, 56, 1376-1388.

Diakogiorgi, K., & Tassiopoulou, G. (2011). The development of spelling production and orthographic awareness in young greek spellers. Proceedings of the 9th International Conference on Greek Linguistics, Ohio State University, 372-382

Durgunoglou, A. Y., Nagy, W. E., & Hancin-Bhatt, B. J. (1993). Cross-Language Transfer of Phonological Awareness. Journal of Educational Psychology, 85 (3), 453-465.

Ehri, L. C. (1987). Learning to read and spelling words. Journal of Reading Behaviour, 19, 5-31.

Ehri, L. C., & Robbins, C. (1992). Beginners need some decoding skill to read words by analogy. Reading Research Quarterly, 27 (1), 13-26.

Ellis, A. W., & Young, A. W. (1988). Human cognitive neuropsychology. Hove: Erlbaum.

Katz, L., & Frost, R. (1992). The reading process is different for different orthographies: The orthographic depth hypothesis. In R. Frost & L. Katz (Eds.), Orthography, phonology, morphology, and meaning (pp. 67–84). North-Holland. https://doi.org/10.1016/S0166-4115(08)62789-2

Lehtonen, A., & Bryant, P. (2005). Doublet challenge: Form comes before function in children's understanding of their orthography. Developmental Science, 8(3), 211–217. https://doi.org/10.1111/j.1467-7687.2005.00409.x

Tsesmeli, S. N., & Seymour, P. H. K. (2009). The effects of training of morphological structure on spelling derived words by dyslexic adolescents. BritishJournalofPsychology, 100(3), 565–592. https://doi.org/10.1348/000712608X37191

Ζυγούρη Μ., Αϊδίνης Α.,  (2010) H χρήση μορφολογικών στρατηγικών στην ορθογραφημένη γραφή του θέματος λέξεων που ανήκουν στην ίδια οικογένεια. Η Διδασκαλία της Ελληνικής Γλώσσας, 2010.  

Καρατζάς , Α. (2005) Μάθηση της Ορθογραφικής Δεξιότητας, Γρηγόρης Bottom of Form Παντελιάδου Σ. (2004). Οι μαθησιακές δυσκολίες στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Βόλος

Πόρποδας Κ. Δ.(2002) . Η ανάγνωση. Πάτρα

*Phd in Bilingualism
University of Manchester, UK.




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter











760