ΤΗΣ ΔΡΟΣ ΕΛΕΝΗΣ ΚΥΡΑΤΖΗ*
Η βία, παρόλες τις αντίθετες διακηρύξεις και την εκπόνηση στρατηγικών για την ειρηνική διαβίωση δεσπόζει στις μέρες μας, τόσο ανάμεσα σε κράτη, κοινότητες, ομάδες, οικογένειες όσο και ανάμεσα στο σχολικό χώρο.
Έχει διάφορες μορφές και παίρνει πολλές φορές απρόβλεπτες διαστάσεις.Μια σημαντική διάσταση που μπορεί να πάρει η βία ανάμεσα στα παιδιά είναι ο συνεχής λεκτικός/σωματικός εκφοβισμός.
Αθώα δήθεν πειράγματα, που προκαλούν ταραχή στο θύμα, αποκλεισμός, ρατσιστική συμπεριφορά, απόσπαση προσωπικών αντικειμένων, διαδικτυακή παρενόχληση, αρνητική στάση, απειλές, σπρωξιές, κτυπήματα, σωματικές/σεξουαλικές επιθέσεις και άλλα, αποσκοπούν στην πρόκληση πόνου στο παιδί που τα υφίσταται.
Τα αίτια μιας τέτοιας συμπεριφοράς είναι πολλά και δεν καθορίζουν μόνο την έκφραση της βίας αλλά κυρίως την ψυχοσύνθεση του θύτη.Πολλές φορές ζητούμε το αυταπόδεικτο, δηλαδή το οικογενειακό περιβάλλον και τα βιώματα του παιδιού που ασκεί την βία στον περίγυρό του.
Να σημειώσουμε ότι έχουν γίνει δραματικές αλλαγές τα τελευταία χρόνια στον χώρο της εκπαίδευσης, όσον αφορά το θεσμικό και παιδαγωγικό πλαίσιο με το οποίο αντιμετωπίζεται η σχολική βία.Αναφερόμαστε πλέον σε συστημικό τρόπο αντιμετώπισης του φαινομένου, μέσα από την συνεργασία όλων των αρμόδιων φορέων και την ενεργή εμπλοκή όλου του άμεσου και ευρύτερου περιβάλλοντος του παιδιού ή και της ομάδας παιδιών που ασκούν συστηματικσ βία σε οποιαδήποτε μορφή.
Παράλληλα, το σχολικό κλίμα, διαμορφώνει σε μεγάλο βαθμό την ικανοποιητική ή όχι αντιμετώπιση του φαινομένου της βίας.Η εκπόνηση μιας σωστής στρατηγικής για την αντιμετώπιση της βίας, στρατηγικής που να βασίζεται τόσο πάνω στην αντίστοιχη στρατηγική του ΥΠΑΝ, όσο και πάνω σε σύγχρονες μεθόδους που να αντιμετωπίζουν τα παιδιά ως ολότητες.
Επιπρόσθετα, το σχολείο έχει την δυνατότητα να ενδυναμώσει τα παιδιά θύματα, να τους δώσει φωνή και δικαίωμα φοίτησης σε ένα ασφαλές σχολικό περιβάλλον, χωρίς φοβίες και κινδύνους για την συναισθηματική ή και σωματική τους ακεραιότητα.
Οι εκπαιδευτικοί, όπως και οι γονείς οφείλουν να καλλιεργούν ειρηνικούς τρόπους συμβίωσης των παιδιών.Αυτό όμως πρέπει να ξεκινά από την προσωπικότητα, να είναι έκφραση εσωτερικής ανάτασης και βαθύτερης ενδοσκόπησης.
Ο εκπαιδευτικός πολλές φορές ταλαιπωρείται από την άτακτη συμπεριφορά, από την βία και παραβατικότητα των μαθητών, χάνει την ψυχραιμία του και γίνεται αιτία πρόκλησης, έντασης.Από την άλλη, οι γονείς βιάζονται να εξάγουν αυθαίρετα πολλές φορές συμπεράσματα για τα περιστατικά βίας που συμβαίνουν στον σχολικό χώρο, ξεσπούν κατά παντός υπευθύνου , προσθέτοντας ακόμα πιο πολλή ένταση και βία.
Στην Δημοτική Εκπαίδευση η ειρηνική επίλυση των διαφορών είναι μονόδρομος.Δεν υπάρχουν ποινές, αποβολές, βαθμός, όπως στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.Χρειάζονται όμως περισσότεροι συνεργάτες.Οι υφιστάμενοι λειτουργοί διαφόρων υπηρεσιών που εμπλέκονται στη διαχείριση των περιστατικών βίας δεν επαρκούν για όλα τα σχολεία και για όλα τα περιστατικά.Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την υπερφόρτωση των σχολικών μονάδων , των διευθυντών καθώς και των εκπαιδευτικών.
Σε ακραίες περιπτώσεις , οποιαδήποτε προσπάθεια του εκπαιδευτικού να ακινητοποιήσει τον δράστη ενός βίαιου επεισοδίου μπορεί να λειτουργήσει εναντίον του πρώτου.Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που εκπαιδευτικοί καταγγέλθηκαν για χειροδεικία, στην προσπάθειά τους να αποφύγουν τα χειρότερα.
Είναι γεγονός ότι οι εκπαιδευτικοί διαμαρτύρονται για έλλειψη αυστηρότερου θεσμικού πλαισίου αντιμετώπισης των φαινομένων βίας και παραβατικότητας.Παράλληλα η ανάγκη συστηματικής επιμόρφωσης και ενδυνάμωσης των εκπαιδευτικών σε θέματα βίας και σε τρόπους αντιμετώπισής τους είναι όσο ποτέ άλλοτε αναγκαία. Η σχολική βία είναι αλληλένδετη με την κοινωνική βία. Οι Σχολικοί παραβάτες θα είναι οι αυριανοί κοινωνικοί παραβάτες.Κι όπως όλοι γνωρίζουμε η πρόληψη είναι η καλύτερη θεραπεία.
*Phd in Bilingualism
University of Manchester, UK.