ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΗ*
Οι εκπαιδευτικοί της πρώτης γραμμής στα σχολεία σήμερα αντιμετωπίζουν πληθώρα προκλήσεων, από την αντιμετώπιση των παραβατικών συμπεριφορών μέχρι τις ελλιπείς υλικοτεχνικές υποδομές. Ανάμεσα σε αυτές, μία από τις σημαντικότερες προκλήσεις αφορά την κάλυψη της διδακτέας ύλης, ένα ζήτημα το οποίο προβληματίζει διαχρονικά ολόκληρο τον εκπαιδευτικό κόσμο. Αν και το φαινόμενο γίνεται πιο αισθητό στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, δεν αφήνει ανεπηρέαστη και την πρωτοβάθμια. Το Υπουργείο Παιδείας τα τελευταία χρόνια, σε μια προσπάθεια να αμβλύνει το πρόβλημα, προέβη σε αναθεωρήσεις των Αναλυτικών Προγραμμάτων. Παρ’ όλα αυτά, το σχετικό πρόβλημα εξακολουθεί να υφίσταται. Στο εν λόγω άρθρο, το ζήτημα θα προσεγγιστεί υπό το πρίσμα της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, και συγκεκριμένα, του Δημοτικού σχολείου.
Οι προβληματισμοί των εκπαιδευτικών που αφορούν την ύλη σχετίζονται κυρίως με τον μεγάλο όγκο πληροφοριών που απαιτείται να διδαχθεί κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς, αλλά και με το περιεχόμενό της. Ως εκ τούτου, οι εκπαιδευτικοί χρειάζεται να καταβάλλουν τεράστιες προσπάθειες για να την καλύψουν, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται αρκετά προβλήματα, τόσο για τους εκπαιδευτικούς όσο και για τους μαθητές/τριες. Αρχικά, ένα από τα βασικότερα προβλήματα που εμφανίζεται είναι η επαγγελματική εξουθένωση (Burnout), το άγχος και η πίεση που δέχονται οι εκπαιδευτικοί από εξωγενείς παράγοντες (σχολικό πλαίσιο, γονείς, ευρύτερη κοινωνία). Οι αυξανόμενες «απαιτήσεις» που υφίστανται οι εκπαιδευτικοί από τους γονείς (κυρίως σε αστικά κέντρα) για την κάλυψη της ύλης, αλλά και οι αναπόφευκτες συγκρίσεις μεταξύ των αδελφών τμημάτων, υποχρεώνουν τους εκπαιδευτικούς να ακολουθούν έναν γρήγορο και επιφανειακό ρυθμό διδασκαλίας. Η διδασκαλία που στοχεύει αποκλειστικά στην κάλυψη της ύλης και δε λαμβάνει υπόψη της τα παιδιά ως βιογραφίες έρχεται εις βάρος των εκπαιδευομένων. Ενδεικτικά, τα παιδιά με χαμηλότερες ακαδημαϊκές ικανότητες δεν μπορούν να συμβαδίσουν με τους συγκεκριμένους ρυθμούς μάθησης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να εξωθούνται στο περιθώριο. Επίσης, πολύτιμες δεξιότητες που χρειάζεται να καλλιεργηθούν στους μαθητές/τριες παραγκωνίζονται.
Παράλληλα, τα στενά περιοριστικά πλαίσια των προγραμμάτων σπουδών ελαχιστοποιούν τη δυνατότητα ανάληψης πρωτοβουλιών και την υιοθέτηση καινοτόμων πρακτικών από τους εκπαιδευτικούς. Κατά συνέπεια, πολλές ιδέες και δράσεις που οι εκπαιδευτικοί επιθυμούν να εφαρμόσουν μένουν ανεκμετάλλευτες.
Για να μπορέσει να ανταποκριθεί η εκπαίδευση στις τεχνολογικές και κοινωνικές εξελίξεις του 21ου αιώνα, χρειάζεται το Αναλυτικό Πρόγραμμα να ενσωματώσει, πέρα από τη γνώση, και τη διδασκαλία πρακτικών δεξιοτήτων στους μαθητές/τριες. Εμπειρικά, διαφαίνεται ότι η πληθώρα των παιδιών δεν κατέχει απαραίτητες δεξιότητες.
Μερικές δεξιότητες που είναι χρήσιμο να καλλιεργηθούν είναι:
Η έμφαση στις δεξιότητες (παρά στη στείρα γνώση) και η ουσιαστική ενσωμάτωσή τους στη διδακτέα ύλη, κρίνεται εκ των ων ουκ άνευ για τη διαμόρφωση πολιτών, που θα μπορούν να ανταπεξέλθουν στις σύγχρονες προκλήσεις και στα νέα δεδομένα ενός κόσμου υπό διαμόρφωση.
*Συμβ. Εκπαιδευτικός, Υποψήφιος Διδάκτωρ.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ:
Mar 04, 2025 at 06:54 PM
Ποια ύλη, αγαπητέ Σύμβουλε! Κάποιοι δάσκαλοι στην Ιστορία τόσο της Γ όσο και της Ε τάξης δεν τη διδάσκουν καθόλου. Είναι στο 10ο μάθημα Μάρτιο μήνα. Οι επιθεωρητές δεν ελέγχουν την ύλη που διδάσκουν;