Πολιτιστικά και ποιητικά σκεπτόμενοι σε καιρούς πανδημίας


ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΑΡΤΕΜΙΟΥ ΦΩΤΙΑΔΟΥ*

 Ο όρος «πολιτισμός» είναι πολυδιάστατος και σηματοδοτεί διαχρονικά την ανάγκη του ανθρώπου να εκφράσει  και να αναδείξει δημιουργικά εκφάνσεις της ζωής που υπερβαίνουν την υλική του υπόσταση. Παράλληλα ο πολιτισμός ως εφαρμογή και συνειδητοποίηση διαχέεται στην αντίληψη, στη συμπεριφορά,  στην αλληλεπίδραση των ανθρώπων, στον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίο βιώνουν την καθημερινότητά τους. Η λογοτεχνική παραγωγή κατέχει εξέχουσα θέση στα πολιτιστικά αγαθά, καθώς αφενός  αναδεικνύει την εξέλιξη  και τη δυναμική της γλώσσας, αφετέρου απευθύνεται  με την πολυσημία της έκφρασης και τον νοηματικό πλούτο στον ιδιαίτερο ψυχισμό των ανθρώπων.

Επιτρέψτε μου να στρέψω κάπως περισσότερο τα φώτα σήμερα στο πεδίο της ποίησης, ως μια αφαιρετική έως αποφθεγματική ενίοτε διατύπωση σκέψεων και συναισθημάτων, με αφορμή το 3Ο Διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης Πάτρας, το οποίο διεξήχθη διαδικτυακά λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών πανδημίας, 10-13 Δεκεμβρίου 2020, και στο οποίο είχα την τιμή να συμμετέχω. Ένα Φεστιβάλ με τη συμμετοχή εξήντα ποιητών και ποιητριών από δεκαέξι χώρες και  το οποίο φέρει τη σφραγίδα της αγάπης των εμπνευστών του, του Αντώνη Δ. Σκιαθά, ποιητή, ανθολόγου, κριτικού λογοτεχνίας και του Τριαντάφυλλου Η. Κωτόπουλου, ποιητή και  καθηγητή «Δημιουργικής Γραφής και Νεοελληνικής Λογοτεχνίας». Μία γιορτή της ποίησης, άριστα οργανωμένη και πολύ επιτυχημένη κατά γενική ομολογία, η οποία πρόσφερε την υπερβατική δύναμη του ποιητικού λόγου σε συνθήκες εναγώνιας ενατένισης του μέλλοντος. Παραφράζοντας μία  ρητορική διατύπωση του Γερμανού ποιητή  Χέλντερλιν στις αρχές του 19ου αιώνα, θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί σε τι χρειάζεται ή τι μπορεί άραγε η ποίηση να προσφέρει σε αυτούς τους μικρόψυχους καιρούς, σε όλους τους μικρόψυχους καιρούς που δεν εκλείπουν από καμία περίοδο της ιστορίας της ανθρωπότητας. Ποιος ο ρόλος των ποιητών και της ποίησης σε έναν κόσμο που η συνέχειά του φαντάζει πιο απρόβλεπτη από ποτέ. Σε μια κοινωνία στην οποία  ο άνθρωπος γίνεται καθημερινά δέσμιος μιας υλιστικής πραγματικότητας, ενός φθοροποιού καταναλωτισμού,  όπου το πολύ δεν είναι αρκετό και το αρκετό είναι εκ προοιμίου λίγο. Σε μια παράλογη λογική εντός της οποίας ο πόλεμος αγκαλιάζει περισσότερα συμφέροντα από την ειρήνη και  η μάστιγα της πείνας δεν αφορά μόνο σε γραφική απεικόνιση της ένδειας των χωρών του Τρίτου Κόσμου. Με την ανθρωπότητα να ακροβατεί καθημερινά στο απρόβλεπτο, στο ασαφές, στο ζητούμενο που αρνείται να γίνει δεδομένο. Σε μία πραγματικότητα που ανατρέπει τις βεβαιότητές μας, προκαλεί την ευφυία της προσαρμογής μας, δημιουργεί ανάγκες διεξόδου από τα ατομικά και συλλογικά αδιέξοδα.

Πολλές γνώμες έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς για τη θέση που μπορεί να έχει η ποίηση     σε μια σκληρή καθημερινότητα του ατόμου όπου η επιβίωση, βιολογική, ψυχική και συναισθηματική υπερισχύει οποιασδήποτε άλλης παραμέτρου της ύπαρξής του.  Αναμφίβολα δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι ο ποιητικός λόγος διαδραματίζει πρωτεύοντα ή έστω έναν πολύ σημαντικό ρόλο στην ατέρμονη πάλη του ανθρώπου για την κάλυψη των βασικών αναγκών του. Ανάγκες που λειτουργούν ως επί το πλείστον ανασταλτικά. Παράλληλα, όμως, οι ίδιες μπορούν να λειτουργήσουν και υποβοηθητικά, αν είναι αυτές που θα διευρύνουν τη συνειδητοποίηση για μια άλλη, διαφορετική οπτική των πραγμάτων. Όπως εύστοχα  αναφέρει και ο Πορτογάλος συγγραφέας  Φερνάντο Πεσσόα,  η λογοτεχνία είναι η απόδειξη πως η ζωή δεν είναι αρκετή.

Αν μπορούμε ακόμα να διατηρούμε ένα παράθυρο ανοικτό σε μια  ανατολή ως μία άλλη θέαση των γεγονότων και να εισπνέουμε μία γλώσσα ποιητική, μία  γλώσσα που συναντά την ψυχή μας και τον συνάνθρωπο.

Σε μια ημικατεχόμενη πατρίδα, σε ένα νησί που κλυδωνίζεται καθημερινά από τις αβεβαιότητες της πορείας και της εξέλιξής του, μπορούμε να κρατηθούμε πιο γερά  από τη σωσίβια λέμβο του πολιτισμού, από το αξιακό περιεχόμενο της λογοτεχνίας, από την ιαματική λειτουργία του ποιητικού λόγου. Από την έκφραση του ωραίου διαμέσου λέξεων περίτεχνα υφασμένων μεταξύ τους, κατά τον Χόρχε Λουίς Μπόρχες. Και ναι, ο άνθρωπος θα νοιάζεται ολοένα και πιο πολύ για την ομορφιά,  σε έναν κόσμο τόσο ευάλωτο και επιρρεπή στην ασχήμια. Μπορούμε να οραματιστούμε και να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις και τις δομές εκείνες που θα εμφορούνται από την αγάπη για την τέχνη του λόγου, την ποίηση ειδικότερα, τον πολιτισμό γενικότερα. Η ποίηση  δεν ανατρέπει την όποια τραχύτητα των δρόμων μας. Μπορεί, όμως, να ανυψώσει επαναστατικά την ύπαρξή μας  ενάντια σε ό,τι  απειλεί, πολιορκεί ή καταβάλλει τη γνησιότητα του εαυτού, την αυθεντικότητα του βίου, την ανθεκτικότητα που επιβάλλει η εκάστοτε εποχή και συγκυρία.  

 Είναι κι αυτός ένας τρόπος να αγωνίζεται κανείς υπέρ της ελευθερίας του και  κυρίως να την κερδίζει.

*Ποιήτρια

(Επιθεωρήτρια Δημοτικής Εκπαίδευσης)  




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










1673