Του νεκρού ποιητή. Στη μνήμη Χριστόδουλου Λοϊζίδη, 1971-2011


ΤΗΣ ΧΡΥΣΑΝΘΗΣ ΛΟΪΖΙΔΟΥ*

Ο Χριστόδουλος Λοϊζίδης, ο αδελφός μου, δεν ήταν τέλειος, ήταν όμως υπέροχος!  Ψηλός και όμορφος στην όψη, με επιβλητικό παράστημα, χαρισματική προσωπικότητα και ψυχή μικρού παιδιού, κέρδιζε τις εντυπώσεις και τους ανθρώπους.  Η πληθωρική του ύπαρξη, μεγαλύτερη και από την ίδια τη ζωή, γέμιζε τον χώρο και τον χρόνο… Έντιμος, ασυμβίβαστος, τελειομανής, γαλαντόμος, gentleman, πανέξυπνος, δημιουργικός, ιδιόρρυθμος, πεισματάρης και ανυπόμονος, στη σύντομη ζωή του έζησε έντονα και γεμάτα όλα τα ανθρώπινα. Αναλυτικό και ανήσυχο πνεύμα, με προσοχή στη λεπτομέρεια, και μια βαθιά εσωτερική μελαγχολία πίσω από το φωτεινό χαμόγελο, είχε το προφίλ του πραγματικού καλλιτέχνη. 

Στο σύντομο πέρασμά του από τη ζωή, ο Χριστόδουλος Λοϊζίδης διέπρεψε ακαδημαϊκά στα μαθητικά και φοιτητικά του χρόνια, αποκτώντας Πτυχίο στη Διοίκηση Επιχειρήσεων και μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών ΜΒΑ από το Πανεπιστήμιο του Birmingham, στο Ηνωμένο Βασίλειο.  Υπήρξε σημαιοφόρος στο Λύκειο Αρχ. Μακαρίου Γ΄ στη Λάρνακα, όπου αποφοίτησε με άριστα, διετέλεσε δόκιμος αξιωματικός κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας, ήταν τακτικός αιμοδότης από τα εφηβικά του χρόνια και καθ’ όλη τη διάρκεια της ενήλικης ζωής του, ακολούθησε μια σύντομη αλλά επιτυχή καριέρα σε πολυεθνική εταιρεία πετρελαιοειδών στην Κύπρο, αποκομίζοντας επαίνους για τις πρωτοβουλίες και τα επιτεύγματά του από την κεντρική διεύθυνση εξωτερικού, δημιούργησε δύο επιχειρήσεις στον τομέα των φυτών και λουλουδιών και  έγραφε ακατάπαυστα…

Ο Χριστόδουλος Λοϊζίδης έφυγε για το τελευταίο ταξίδι πρόωρα και αιφνίδια, σε ηλικία μόλις 40 χρονών,  ένα ηλιόλουστο Κυριακάτικο απομεσήμερο του Νοέμβρη του 2011, ενώ φρόντιζε τον αγαπημένο του κήπο συντροφιά με τον πιστό του σκύλο Bruno. «Βγείτε έξω στον ήλιο, στη ζωή!  Μην μένετε μέσα να κρυώνετε!», ήταν τα τελευταία του λόγια, καθώς όδευε όλο χαρά στο αγαπημένο του στέκι.  Άφησε πίσω του πολλή αγάπη, ανείπωτο πόνο, και μια ανέκδοτη ποιητική συλλογή…

Η έκδοση της ποιητικής συλλογής του αείμνηστου αδελφού μου, με τον τίτλο-τραγική ειρωνεία- «Στο τέλος του κύκλου», τον οποίο είχε ο ίδιος επιλέξει λίγο πριν από την αναπάντεχη εκδημία του, ήταν μια ιδιαίτερα φορτισμένη συναισθηματικά διαδικασία για τη μητέρα μου και εμένα. Ιδιαίτερες ευχαριστίες απευθύνω και δημόσια στον Δρα Κώστα Κατσώνη, φιλόλογο-συγγραφέα και Πρόεδρο του Κυπριακού Συνδέσμου Παιδικού – Νεανικού Βιβλίου (ΚΣΠΝΒ), ο οποίος με προθυμία, συγκίνηση και αγάπη συνέβαλε καθοριστικά στην  υλοποίηση της έκδοσης αυτής.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Δρ Κατσώνης στο προλόγισμα της ποιητικής συλλογής: «Το σεργιάνι  στον κόσμο της ποιητικής έμπνευσης και δημιουργίας του αείμνηστου Χριστόδουλου Λοϊζίδη, μέσα από τις σελίδες της ποιητικής του συλλογής Στο τέλος του κύκλου, που με χαρά προλογίζω, αποτελεί ένα όμορφο και ευχάριστο ταξίδι. Πρόκειται για ένα ποιητικό ταξίδι,  που μπορεί να προσφέρει πολλές συγκινήσεις στον αναγνώστη, στον οποίο αποκαλύπτεται μέσα από τους στίχους της συλλογής  ο πλούσιος συναισθηματικός κόσμος και η ευαίσθητη ψυχή του  ποιητή, που  αν δεν μας εγκατέλειπε τόσο νωρίς, πολλά θα είχε σίγουρα να προσφέρει ακόμα στη σύγχρονη  ποιητική  μας δημιουργία.»

Ακολουθούν δυο ποιήματα από τη συλλογή ποιημάτων του αείμνηστου Χριστόδουλου Λοϊζίδη…

Αγάλματα

Στα σύνορα του τέλους

στα σύνορα των ψευδαισθήσεων 

αγάλματα στήσαμε από χρυσό

σε μαρμαρένιες στήλες

αγάλματα ψηλά, πολύ ψηλά

στο κέντρο της πλατείας,

τη δόξα μας

οι περαστικοί να μην ξεχνάνε,

τις νίκες μας

για πάντα να θυμούνται

μεσάνυχτα σαν φωτίζονται

τα αγάλματα από χρυσό

οι μαρμαρένιες στήλες.

Ένα μονάχα όμως ξεχάσαμε,

την ώρα που στον ίσκιο τους

αμέριμνοι κοιμόμασταν

με δάφνινα στεφάνια στα μαλλιά

και πορφυρούς χιτώνες στα κορμιά μας

ένα μονάχα όμως ξεχάσαμε

την ώρα που καινούργιοι εχθροί

πλησίαζαν τα τείχοι των ονείρων μας

και λυσσασμένοι όρμαγαν

την πύλη να γκρεμίσουνε

με χέρια και μπαρούτια

ένα μονάχα όμως ξεχάσαμε

μεθυσμένοι πια και ασάλευτοι

στο κέντρο της πλατείας

ένα μονάχα όμως ξεχάσαμε

τις μάχες μας ξανά πως αρχινάμε.

Χωρίς...

Χωρίς πια φως, χωρίς κεριά

ανάψανε του έρωτα οι φάροι,

και στης καρδιάς μας τη φωλιά

ζευγάρωσαν της Άνοιξης οι γλάροι.

                   ***

Χωρίς πια φως, χωρίς κεριά

ανάψαμε φωτιές μες τα λειβάδια,

και μέσα καίμε σαν κλαδιά

του χρόνου τ’ ανεξίτηλα σημάδια.

                   ***

Χωρίς πια φως, χωρίς κεριά

ανάψαμε λυχνάρια μες τις στράτες,

και με το ντέφι αγκαλιά

χορεύουνε βασίλισσες, τσιγγάνες

                   ***

Χωρίς πια φως, χωρίς κεριά

ανάψανε της πόλης τα φανάρια,

και μέσα σε άγνωστα στενά

κρυφτήκαμε σε σπίτια πλέον άδεια.

                   ***

Χωρίς πια φως, χωρίς κεριά

όλα τα χρώματα πώς φαίνονται τα ίδια,

όμως στης μοίρας τα νερά

χιλιάδες αρμενίζουνε πολύχρωμα καΐκια.

 

 

 

 




Comments (0)


This thread has been closed from taking new comments.





Newsletter










1477